Μέχρι την… Ομόνοια ακούστηκαν οι αναστεναγμοί ανακούφισης που βγήκαν από την Κουμουνδούρου μετά και την απόφαση της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ για συμπόρευση με τον Αλέξη Τσίπρα. Στην ούγια της η απόφαση ουσιαστικά βάζει λουκέτο στον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, κακά τα ψέματα, φάνηκε ότι δεν μπορούσε να επιζήσει μετά την αποχώρηση του κ. Τσίπρα από την ηγεσία. Τα όσα πέρασε το κόμμα μετά τις διαδοχικές ήττες του 2023 δεν έχουν προηγούμενο, είναι πιθανό στο μέλλον να διδάσκονται στις σχολές πολιτικών επιστημών. Οι εξελίξεις, ωστόσο, μπορούν να οδηγήσουν σε εύλογα ερωτήματα για το τι κόμμα ήταν εντέλει ο ΣΥΡΙΖΑ. Έως τα τέλη της δεκαετίας του ’90 ήταν κόμμα της ανανεωτικής Αριστεράς μπολιασμένο με μπαρουτοκαπνισμένα στελέχη του ΚΚΕ (Δαμανάκη, Ανδρουλάκης, Δραγασάκης, Λαφαζάνης, Αλαβάνος κ.ά.). Σταδιακά, μετά και την αφαίμαξη σοβαρών στελεχών από τον Κώστα Σημίτη και το ΠΑΣΟΚ, στράφηκε προς την κινηματική και ριζοσπαστική Αριστερά.

Ουσιαστικά οι επιλογές που έγιναν το 2000 και το 2004 ήταν επιλογές επιβίωσης, άλλωστε μετά βίας έπιασε το όριο του 3%. Η περίοδος Αλαβάνου (2004-2009) ήταν στην πραγματικότητα ένα πάντρεμα της κομμουνιστογενούς καταγωγής του προέδρου με τη ριζοσπαστικοποίηση της εποχής σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η οποία αποτυπώθηκε και σε επίπεδο στελεχικού δυναμικού με την ανάδειξη προσώπων, πρωτίστως όπως ο Αλ. Τσίπρας κ.λπ. Τόσο επί Αλαβάνου όσο και επί των πρώτων χρόνων Τσίπρα ήταν ένα κόμμα που ταλαντευόταν μεταξύ θεσμικότητας και αντισυστημικότητας. Στην πράξη ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει όλα του τα ταυτοτικά χαρακτηριστικά μετά το 2011. Το παράδοξο είναι πως αυτή η εγκατάλειψη ήταν και η δύναμή του, όπως αποδείχτηκε στις εθνικές εκλογές του 2012 και πολύ περισσότερο του 2015. Μετατράπηκε από κόμμα αρχών σε κόμμα σουπερμάρκετ, όπου έβρισκες τα πάντα. Και ταυτόχρονα είχε έναν χαρισματικό ηγέτη, με ένα μοναδικό προνόμιο για εκείνη την εποχή, που δεν ήταν άλλο από το γεγονός ότι δεν κουβαλούσε κανένα βαρίδι.

Ουδείς μπορούσε να προσάψει στον φωτογενή Αλέξη το οτιδήποτε. Ο κ. Τσίπρας καβάλησε με ιδανικό και συνάμα κυνικό τρόπο το κύμα της οργής και με τη «σανίδα» του έφτασε ως το Μαξίμου. Το μεγάλο του πρόβλημα ήταν πως τόσο ο ίδιος όσο και συνολικά το κόμμα του ήταν απροετοίμαστοι για τις τεράστιες ευθύνες, οι οποίες πολλαπλασιάζονταν λόγω της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Στο παρόν άρθρο δεν θα ασχοληθούμε με τη διακυβέρνηση Τσίπρα, άλλωστε περιμένουμε και την «Ιθάκη» του. Έχει σημασία, όμως, πως ο ΣΥΡΙΖΑ μέσα σε λίγα χρόνια εξαϋλώθηκε. Αποδείχτηκε ότι σε συνθήκες κανονικότητας δεν μπορούσε να λειτουργήσει, πόσω δε μάλλον όταν αποχώρησε ο ηγέτης του. Τώρα το κόμμα πνέει τα λοίσθια, με αποτέλεσμα τα στελέχη του να βλέπουν ως σανίδα σωτηρίας τις πρωτοβουλίες που δείχνει διατεθειμένος να αναλάβει ο Αλέξης Τσίπρας. Είναι βεβαίως άγνωστο σε ποια στελέχη θα πετάξει το σωσίβιο. Όπως και να έχει, ο σημερινός Τσίπρας δεν έχει την παραμικρή σχέση με τον νεαρό πολιτικό της Αριστεράς που θα άλλαζε τον κόσμο.

Είναι σαφώς πιο ώριμος, σαφώς πιο ολοκληρωμένος, αλλά και χωρίς αυταπάτες. Διατηρεί κομμάτι της λάμψης που είχε το 2012, έχει χάσει όμως το πιο μεγάλο του προνόμιο σε σχέση με εκείνη την εποχή. Δεν είναι πλέον άσπιλος και αμόλυντος, κουβαλάει τα βαρίδια της διακυβέρνησης. Η δεύτερη φορά μοιάζει πολύ πιο ενδιαφέρουσα από την πρώτη και σίγουρα πιο δύσκολη για τον Αλέξη. Οι συνθήκες κανονικότητας, όπως είπε και η Έφη Αχτσιόγλου, δεν αποτελούν ευκαιρία για την (Κεντρο) αριστερά. Αν τα καταφέρει και αυτήν τη φορά, θα αποτελέσει κορυφαίο case study. Οψόμεθα. 

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή