Η συζήτηση στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής χθες, με τη συμμετοχή τεσσάρων πρώην και νυν υπουργών Μεταφορών και Υποδομών, ήταν χρήσιμη.

Τώρα που η δικαιολογημένη συναισθηματική φόρτιση υποχωρεί, έρχεται η ώρα της νηφάλιας και σε βάθος αναζήτησης και απόδοσης ευθυνών για το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη. Οι ευθύνες αφορούν τρία επίπεδα: το διαχειριστικό, το διοικητικό και το πολιτικό. Για το πρώτο, η χθεσινή συζήτηση ανέδειξε τις πέντε ασφαλιστικές δικλίδες που παραβίασε ο μοιραίος σταθμάρχης της Λάρισας και οδήγησαν στην τραγωδία: η παράκαμψη του πίνακα ηλεκτρονικής χάραξης, το κλειδί που χειροκίνητα δεν γύρισε, η αγνόηση του πίνακα που έδειχνε το λάθος, η παραβίαση όλων των πρωτοκόλλων ασφαλείας του ΟΣΕ, η μη συνεννόηση έστω και ασύρματα με τον μηχανοδηγό της επιβατικής αμαξοστοιχίας που παραβίασε τον κόκκινο φωτεινό σηματοδότη κατ’ εντολή του σταθμάρχη.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο, η συζήτηση φώτισε τον κρίσιμο και, εν πολλοίς, αρνητικό ρόλο της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων. Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή αλλά και την εθνική νομοθεσία, η ΡΑΣ εντέλλεται με τη διαφύλαξη της ασφάλειας των σιδηροδρομικών μεταφορών. Ο ΣΥΡΙΖΑ ωστόσο, όπως αποκαλύπτεται, τη θεώρησε όχι μια ανεξάρτητη Αρχή με κρίσιμο ρόλο αλλά ένα κομματικό παραμάγαζο. Διορίζοντας ως πρόεδρο μια υπάλληλο του ΕΦΚΑ, ως αντιπρόεδρο έναν σύμβουλο του Πάνου Καμμένου και ως γενικό διευθυντή ένα μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ, εξασφάλισε ότι η διοίκηση της ΡΑΣ στερείται της τεχνοκρατικής επάρκειας αλλά και της στοιχειώδους πολιτικής ανεξαρτησίας για να παίξει τον ρόλο που οφείλει.

Τέλος, η χθεσινή συζήτηση ασχολήθηκε και με τις πολιτικές ευθύνες. Τις μεγάλες καθυστερήσεις στην υλοποίηση της περίφημης «σύμβασης 717» για την τηλεδιοίκηση, που θα ολοκληρωθεί φέτος αντί για το 2016, τις ελλείψεις προσωπικού και πόρων στον ΟΣΕ, που άρχισαν σταδιακά να καλύπτονται μόλις πέρσι, και μια ευρύτερη κουλτούρα κακοδιαχείρισης που χαρακτήριζε τον ΟΣΕ με τα γνωστά προβλήματα κλοπών, δολιοφθορών και διαφθοράς.

Το εντυπωσιακό ήταν ότι ενώ ο Κώστας Καραμανλής ανέλαβε την ευθύνη για όσα δεν πρόλαβε να κάνει, ο κ. Σπίρτζης παρέμεινε αμετανόητος χωρίς ίχνος αυτοκριτικής για τα πεπραγμένα του. Για αυτό και, εντέλει, αναγκάστηκε να μιλήσει περισσότερο από ό,τι οι άλλοι τρεις υπουργοί μαζί, σχεδόν δύο ώρες, «απολογούμενος» και προσπαθώντας να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα.

Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 21/3