∆εν πετυχαίνουν όλα τα σχέδια
Άρθρο γνώμης
Οι προηγούµενες επιδόσεις δεν διασφαλίζουν τις µελλοντικές

Το ακούµε στο τέλος διαφηµίσεων για επενδυτικά προϊόντα: «Οι προηγούµενες αποδόσεις δεν διασφαλίζουν τις µελλοντικές». Αυτό σηµαίνει ότι, αν ένα προϊόν απέδιδε σε ένα ποσοστό, δεν είναι απαραίτητο ότι θα συνεχίσει να αποδίδει εξίσου επ’ άπειρον. Το ποσοστό επηρεάζεται από το διεθνές και το εθνικό περιβάλλον, σε σχέση µε τα χαρακτηριστικά του ίδιου του προϊόντος και του ανταγωνισµού. Το ίδιο συµβαίνει και µε τις εκλογικές επιδόσεις των πολιτικών κοµµάτων.
Ας αρχίσουµε από το ΠΑΣΟΚ, του οποίου στελέχη και οπαδοί απογοητεύτηκαν από τις δηµοσκοπήσεις που δηµοσιοποιήθηκαν το τελευταίο διάστηµα. Ισως επειδή είχε καλλιεργηθεί επί χρόνια η άποψη ότι, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ καταρρεύσει, το Κίνηµα θα ξαναπάρει αυτοµάτως τη θέση του στο δικοµµατικό σύστηµα. Ολα λοιπόν έδειχναν να πηγαίνουν κατ’ ευχήν: Ο ΣΥΡΙΖΑ κλυδωνιζόταν, ο Νίκος Ανδρουλάκης επανεξελέγη στην προεδρία, έπειτα από µια εξαιρετική εσωκοµµατική διαδικασία, και το ΠΑΣΟΚ ανέκτησε θέση αξιωµατικής αντιπολίτευσης τόσο στη Βουλή όσο και πρόσκαιρα στις δηµοσκοπήσεις. Μέχρι που επανήλθαν στην επικαιρότητα τα Τέµπη. Οι κινητοποιήσεις έφεραν στο προσκήνιο τη Ζωή Κωνσταντοπούλου και εκτόξευσαν δηµοσκοπικά την Πλεύση Ελευθερίας, η οποία προσπέρασε το ΠΑΣΟΚ. Η πρόεδρος του κόµµατος δήλωσε σε τηλεοπτική της συνέντευξη ότι ετοιµάζει κυβερνητικό πρόγραµµα, ενώ κάποιοι αναλυτές εκτιµούν ότι η Πλεύση διεκδικεί µε αξιώσεις την κληρονοµιά του ΣΥΡΙΖΑ της περιόδου 2012-2015, όταν µε ηγετικό στέλεχος την κυρία Κωνσταντοπούλου είχε φτάσει στο υψηλότερό του ποσοστό, 36,34%, τον Ιανουάριο του 2015, αλλά και στην επικράτηση στο δηµοψήφισµα 6 µήνες αργότερα.
Πριν από λίγες µέρες, αρχικά ο Αλέξανδρος Μεϊκόπουλος και στη συνέχεια ο Κώστας Μπάρκας κάλεσαν τον Αλέξη Τσίπρα να επανέλθει στο πολιτικό προσκήνιο, για να εκφράσει τη δηµοκρατική παράταξη και να ηγηθεί ενός µεγάλου, ενιαίου σχήµατος της Κεντροαριστεράς. Σε αντίθεση µε Ανδρουλάκη - Κωνσταντοπούλου, ο Αλέξης Τσίπρας έχει επιτύχει στο παρελθόν υψηλά ποσοστά. Εχει περάσει όµως µία δεκαετία από το 2015, που ήταν έτος-ορόσηµο για την ελληνική πολιτική ιστορία. Στο τέλος του ’15 εµφανίστηκε στο προσκήνιο ο Κυριάκος Μητσοτάκης και σύντοµα πήρε ένα δηµοσκοπικό προβάδισµα, που διατηρείται µέχρι σήµερα. Στις τρεις τελευταίες βουλευτικές εκλογές (2019, 2023 α’ και β’) η Νέα ∆ηµοκρατία µε ένα δυνατό fi nish, όπως λένε για τους δροµείς, πέτυχε την αυτοδυναµία. ∆εν είναι όµως νοµοτέλεια ότι η Ν.∆. θα ξαναφτάσει στα ίδια ύψη. Παρατηρείται αφενός κυβερνητική φθορά 8 ετών, αν οι εκλογές γίνουν στην ώρα τους, αφετέρου απουσία αντίπαλου δέους από το 2023 και µετά. Χρειάζονται δύο για να χορέψεις ταγκό, όπως λένε. Και ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει µείνει χωρίς παρτενέρ. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου, µε το χαρακτηριστικό της στυλ, έχει καταφέρει να κινήσει το ενδιαφέρον και των δεξιών ψηφοφόρων, ενώ ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι ο µόνος που παρουσιάζει προγραµµατικές θέσεις, στοχεύοντας σε ένα κοινό µετριοπαθών κεντρώων, που την τελευταία δεκαετία συµπορεύτηκε µε τον κ. Μητσοτάκη. Μένει να δούµε αν ο Αλέξης Τσίπρας θα τολµήσει την επιστροφή του και µε ποια ατζέντα. Ολοι δείχνουν να έχουν σχέδιο για να «επαναπατρίσουν» ψηφοφόρους και να διεκδικήσουν τη νέα γενιά, αλλά δεν επιτυγχάνουν όλα τα σχέδια.
Επίσης, όπως είπαµε, οι προηγούµενες επιδόσεις δεν διασφαλίζουν τις µελλοντικές.
Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά
Ας αρχίσουµε από το ΠΑΣΟΚ, του οποίου στελέχη και οπαδοί απογοητεύτηκαν από τις δηµοσκοπήσεις που δηµοσιοποιήθηκαν το τελευταίο διάστηµα. Ισως επειδή είχε καλλιεργηθεί επί χρόνια η άποψη ότι, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ καταρρεύσει, το Κίνηµα θα ξαναπάρει αυτοµάτως τη θέση του στο δικοµµατικό σύστηµα. Ολα λοιπόν έδειχναν να πηγαίνουν κατ’ ευχήν: Ο ΣΥΡΙΖΑ κλυδωνιζόταν, ο Νίκος Ανδρουλάκης επανεξελέγη στην προεδρία, έπειτα από µια εξαιρετική εσωκοµµατική διαδικασία, και το ΠΑΣΟΚ ανέκτησε θέση αξιωµατικής αντιπολίτευσης τόσο στη Βουλή όσο και πρόσκαιρα στις δηµοσκοπήσεις. Μέχρι που επανήλθαν στην επικαιρότητα τα Τέµπη. Οι κινητοποιήσεις έφεραν στο προσκήνιο τη Ζωή Κωνσταντοπούλου και εκτόξευσαν δηµοσκοπικά την Πλεύση Ελευθερίας, η οποία προσπέρασε το ΠΑΣΟΚ. Η πρόεδρος του κόµµατος δήλωσε σε τηλεοπτική της συνέντευξη ότι ετοιµάζει κυβερνητικό πρόγραµµα, ενώ κάποιοι αναλυτές εκτιµούν ότι η Πλεύση διεκδικεί µε αξιώσεις την κληρονοµιά του ΣΥΡΙΖΑ της περιόδου 2012-2015, όταν µε ηγετικό στέλεχος την κυρία Κωνσταντοπούλου είχε φτάσει στο υψηλότερό του ποσοστό, 36,34%, τον Ιανουάριο του 2015, αλλά και στην επικράτηση στο δηµοψήφισµα 6 µήνες αργότερα.
Πριν από λίγες µέρες, αρχικά ο Αλέξανδρος Μεϊκόπουλος και στη συνέχεια ο Κώστας Μπάρκας κάλεσαν τον Αλέξη Τσίπρα να επανέλθει στο πολιτικό προσκήνιο, για να εκφράσει τη δηµοκρατική παράταξη και να ηγηθεί ενός µεγάλου, ενιαίου σχήµατος της Κεντροαριστεράς. Σε αντίθεση µε Ανδρουλάκη - Κωνσταντοπούλου, ο Αλέξης Τσίπρας έχει επιτύχει στο παρελθόν υψηλά ποσοστά. Εχει περάσει όµως µία δεκαετία από το 2015, που ήταν έτος-ορόσηµο για την ελληνική πολιτική ιστορία. Στο τέλος του ’15 εµφανίστηκε στο προσκήνιο ο Κυριάκος Μητσοτάκης και σύντοµα πήρε ένα δηµοσκοπικό προβάδισµα, που διατηρείται µέχρι σήµερα. Στις τρεις τελευταίες βουλευτικές εκλογές (2019, 2023 α’ και β’) η Νέα ∆ηµοκρατία µε ένα δυνατό fi nish, όπως λένε για τους δροµείς, πέτυχε την αυτοδυναµία. ∆εν είναι όµως νοµοτέλεια ότι η Ν.∆. θα ξαναφτάσει στα ίδια ύψη. Παρατηρείται αφενός κυβερνητική φθορά 8 ετών, αν οι εκλογές γίνουν στην ώρα τους, αφετέρου απουσία αντίπαλου δέους από το 2023 και µετά. Χρειάζονται δύο για να χορέψεις ταγκό, όπως λένε. Και ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει µείνει χωρίς παρτενέρ. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου, µε το χαρακτηριστικό της στυλ, έχει καταφέρει να κινήσει το ενδιαφέρον και των δεξιών ψηφοφόρων, ενώ ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι ο µόνος που παρουσιάζει προγραµµατικές θέσεις, στοχεύοντας σε ένα κοινό µετριοπαθών κεντρώων, που την τελευταία δεκαετία συµπορεύτηκε µε τον κ. Μητσοτάκη. Μένει να δούµε αν ο Αλέξης Τσίπρας θα τολµήσει την επιστροφή του και µε ποια ατζέντα. Ολοι δείχνουν να έχουν σχέδιο για να «επαναπατρίσουν» ψηφοφόρους και να διεκδικήσουν τη νέα γενιά, αλλά δεν επιτυγχάνουν όλα τα σχέδια.
Επίσης, όπως είπαµε, οι προηγούµενες επιδόσεις δεν διασφαλίζουν τις µελλοντικές.
Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά