Να µη γίνουµε Γαλλία
Άρθρο γνώμης
Για την Ελλάδα το µεγάλο ζητούµενο είναι να µη γίνουµε Γαλλία. Στο οικονοµικό πεδίο δεν µπορούµε να διασφαλίσουµε ότι δεν θα περάσουµε αντίστοιχες δυσκολίες

Την περασµένη ∆ευτέρα, λίγο µετά τον σεισµό που συντάραξε τους κατοίκους της Αθήνας, στο στούντιο του Mega συζητούσαν, µεταξύ άλλων, ένας εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, ένας της Νέας Αριστεράς και ένας του ΠΑΣΟΚ, µε συντονίστρια τη Νίκη Λυµπεράκη. Η συζήτηση µεταξύ τους θύµιζε σε µεγάλο βαθµό τις αντίστοιχες πριν από τις πρώτες εκλογές του 2023, οι οποίες έγιναν µε το σύστηµα της απλής αναλογικής. Απευθυνόµενοι ο καθένας σε ένα δικό του κοινό, αλλά ταυτόχρονα και σε ένα ευρύτερο κοινό απογοητευµένων αριστερών και κεντροαριστερών, συζητούσαν για έναν επικείµενο σεισµό, που αποτελεί γι’ αυτόν τον χώρο η δηµιουργία νέου κόµµατος από τον Αλέξη Τσίπρα.
Όσο η εκποµπή κυλούσε, τη συζήτηση διέκοπταν µε παρεµβάσεις εκπρόσωποι των τοπικών κοινοτήτων και ειδικοί περί των σεισµών, που καθησύχαζαν για τις επιπτώσεις του φαινοµένου, καθώς και για την εξέλιξή του τις επόµενες ώρες. Κατ’ αναλογία, ο µεγάλος σεισµός των ηµερών το πιθανότερο δεν θα προκύψει από τον χώρο της ελληνικής Κεντροαριστεράς, αλλά από αυτόν της πολιτικής σκηνής της Γαλλίας, όπου συγκρούονται µεγάλες πολιτικές τεκτονικές πλάκες. Και για την Ελλάδα το µεγάλο ζητούµενο είναι να µη γίνουµε Γαλλία. Στο οικονοµικό πεδίο δεν µπορούµε να διασφαλίσουµε ότι δεν θα περάσουµε αντίστοιχες δυσκολίες. Είµαστε µια µικρή οικονοµία, εξαρτώµενη σε µεγάλο βαθµό από το διεθνές περιβάλλον. Στην περίπτωση της Γαλλίας αποδεικνύεται, όµως, για άλλη µία φορά η στενή σχέση οικονοµικής και πολιτικής σταθερότητας. Το ζήσαµε και στην Ελλάδα ότι οι αγορές δεν είναι πρόθυµες να δείξουν επιείκεια απέναντι στις χώρες εκείνες που δεν µπορούν να νοικοκυρέψουν τα οικονοµικά τους, ιδιαίτερα όταν δεν υπάρχει συναίνεση ανάµεσα στις πολι τικές δυνάµεις.
Οι φιλοευρωπαϊκές δυνάµεις της Γαλλίας µοιάζουν τα τελευταία χρόνια να συνθλίβονται ανάµεσα σε µια διαρκώς ενισχυόµενη άκρα ∆εξιά, αλλά και σε µια ισχυρή Αριστερά. Ο Φρανσουά Μπαϊρού ήταν ο τέταρτος πρωθυπουργός που διόρισε ο Εµανουέλ Μακρόν µετά την επανεκλογή του, το 2022, και δεύτερος από τότε που διέλυσε την Εθνοσυνέλευση, τον Ιούνιο του 2024. Η κυβέρνησή του, που επιχείρησε να βάλει τάξη στα δηµόσια οικονοµικά µε περικοπές δαπανών και άλλα έκτακτα µέτρα, απέτυχε να πάρει ψήφο εµπιστοσύνης στην Εθνοσυνέλευση.
Στα καθ’ ηµάς, ο Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήµα της ∆ΕΘ αναφέρθηκε σε µεταρρυθµίσεις που υπερβαίνουν τους κυβερνητικούς κύκλους και γι’ αυτό απαιτούν και ευρύτερες συναινέσεις. Από αυτές, λοιπόν, τις προκλήσεις, επικεντρώθηκε σε τέσσερις: καθιέρωση του Εθνικού Απολυτηρίου, ολοκλήρωση του νέου ΕΣΥ, σύγχρονες Πολεοδοµίες και Κτηµατολόγιο και Εθνικός Ενεργειακός Χάρτης. Την επόµενη ηµέρα στη συνέντευξη Τύπου ο πρωθυπουργός έκανε άνοιγµα στο ΠΑΣΟΚ, ενόψει της συνταγµατικής αναθεώρησης που θα εκκινήσει το 2026. Τα δύο κόµµατα έχουν πλειοψηφία µεγαλύτερη των 180, που επιβάλλει το Σύνταγµα. Μπορούν να θέσουν το πλαίσιο συναίνεσης για τα επόµενα χρόνια. Αυτό το πλαίσιο ταυτόχρονα θα θέτει και τους τοµείς διαφοροποίησης ανάµεσά τους, αλλά και τις «κόκκινες» γραµµές που τους χωρίζουν από εξωσυστηµικά και αρχηγικά κόµµατα.
Ζούµε σε µια χώρα σεισµογενή, πολιτικά και οικονοµικά. Είναι βέβαιο πως θα έρθουν τα επόµενα χρόνια σεισµοί µικροί και µεγαλύτεροι, που θα ταρακουνήσουν το οικοδόµηµα. Χρειάζονται ισχυρά θεµέλια για να συνεχίσουµε να πορευόµαστε ευρωπαϊκά και δηµοκρατικά.
Ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος είναι σύμβουλος στρατηγικής, επικοινωνίας και πολιτικής διαχείρισης
Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά
Όσο η εκποµπή κυλούσε, τη συζήτηση διέκοπταν µε παρεµβάσεις εκπρόσωποι των τοπικών κοινοτήτων και ειδικοί περί των σεισµών, που καθησύχαζαν για τις επιπτώσεις του φαινοµένου, καθώς και για την εξέλιξή του τις επόµενες ώρες. Κατ’ αναλογία, ο µεγάλος σεισµός των ηµερών το πιθανότερο δεν θα προκύψει από τον χώρο της ελληνικής Κεντροαριστεράς, αλλά από αυτόν της πολιτικής σκηνής της Γαλλίας, όπου συγκρούονται µεγάλες πολιτικές τεκτονικές πλάκες. Και για την Ελλάδα το µεγάλο ζητούµενο είναι να µη γίνουµε Γαλλία. Στο οικονοµικό πεδίο δεν µπορούµε να διασφαλίσουµε ότι δεν θα περάσουµε αντίστοιχες δυσκολίες. Είµαστε µια µικρή οικονοµία, εξαρτώµενη σε µεγάλο βαθµό από το διεθνές περιβάλλον. Στην περίπτωση της Γαλλίας αποδεικνύεται, όµως, για άλλη µία φορά η στενή σχέση οικονοµικής και πολιτικής σταθερότητας. Το ζήσαµε και στην Ελλάδα ότι οι αγορές δεν είναι πρόθυµες να δείξουν επιείκεια απέναντι στις χώρες εκείνες που δεν µπορούν να νοικοκυρέψουν τα οικονοµικά τους, ιδιαίτερα όταν δεν υπάρχει συναίνεση ανάµεσα στις πολι τικές δυνάµεις.
Οι φιλοευρωπαϊκές δυνάµεις της Γαλλίας µοιάζουν τα τελευταία χρόνια να συνθλίβονται ανάµεσα σε µια διαρκώς ενισχυόµενη άκρα ∆εξιά, αλλά και σε µια ισχυρή Αριστερά. Ο Φρανσουά Μπαϊρού ήταν ο τέταρτος πρωθυπουργός που διόρισε ο Εµανουέλ Μακρόν µετά την επανεκλογή του, το 2022, και δεύτερος από τότε που διέλυσε την Εθνοσυνέλευση, τον Ιούνιο του 2024. Η κυβέρνησή του, που επιχείρησε να βάλει τάξη στα δηµόσια οικονοµικά µε περικοπές δαπανών και άλλα έκτακτα µέτρα, απέτυχε να πάρει ψήφο εµπιστοσύνης στην Εθνοσυνέλευση.
Στα καθ’ ηµάς, ο Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήµα της ∆ΕΘ αναφέρθηκε σε µεταρρυθµίσεις που υπερβαίνουν τους κυβερνητικούς κύκλους και γι’ αυτό απαιτούν και ευρύτερες συναινέσεις. Από αυτές, λοιπόν, τις προκλήσεις, επικεντρώθηκε σε τέσσερις: καθιέρωση του Εθνικού Απολυτηρίου, ολοκλήρωση του νέου ΕΣΥ, σύγχρονες Πολεοδοµίες και Κτηµατολόγιο και Εθνικός Ενεργειακός Χάρτης. Την επόµενη ηµέρα στη συνέντευξη Τύπου ο πρωθυπουργός έκανε άνοιγµα στο ΠΑΣΟΚ, ενόψει της συνταγµατικής αναθεώρησης που θα εκκινήσει το 2026. Τα δύο κόµµατα έχουν πλειοψηφία µεγαλύτερη των 180, που επιβάλλει το Σύνταγµα. Μπορούν να θέσουν το πλαίσιο συναίνεσης για τα επόµενα χρόνια. Αυτό το πλαίσιο ταυτόχρονα θα θέτει και τους τοµείς διαφοροποίησης ανάµεσά τους, αλλά και τις «κόκκινες» γραµµές που τους χωρίζουν από εξωσυστηµικά και αρχηγικά κόµµατα.
Ζούµε σε µια χώρα σεισµογενή, πολιτικά και οικονοµικά. Είναι βέβαιο πως θα έρθουν τα επόµενα χρόνια σεισµοί µικροί και µεγαλύτεροι, που θα ταρακουνήσουν το οικοδόµηµα. Χρειάζονται ισχυρά θεµέλια για να συνεχίσουµε να πορευόµαστε ευρωπαϊκά και δηµοκρατικά.
Ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος είναι σύμβουλος στρατηγικής, επικοινωνίας και πολιτικής διαχείρισης
Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά