Αλλαγή στρατηγικής
Το «ισχυρό διψήφιο ποσοστό» που επιδιώκει είναι πλέον πολύ... υψηλός στόχος
Οι νέες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η διαφορά της ΝΔ από τον ΣΥΡΙΖΑ αρχίζει και πάλι να διευρύνεται.
Αυτό έχει σχέση με τρεις παράγοντες: Πρώτον, οι πολίτες βλέπουν τα προγράμματα των κομμάτων και εκτιμούν το κυβερνητικό πρόγραμμα της ΝΔ ως το πλέον ειλικρινές. Δεύτερον, γνωρίζουν ότι αυτά για τα οποία η ΝΔ είχε δεσμευθεί το 2019, παρότι υπήρξαν πολλές και αλλεπάλληλες εξωγενείς κρίσεις, υλοποιήθηκαν. Τρίτον, καταρρέει η στρατηγική άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης. Σε ό,τι αφορά τον τρίτο παράγοντα, οι περισσότεροι ψηφοφόροι τρομάζουν, πλέον, στο ενδεχόμενο μιας κυβέρνησης ηττημένων. Η προοπτική της επαναφοράς Βαρουφάκη και τα σενάρια για κλείσιμο και πάλι των τραπεζών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, επανέφερε στη μνήμη των πολιτών τις δραματικές σκηνές του θέρους του 2015 μπροστά στα ΑΤΜ. Οι αντιδράσεις του ΠΑΣΟΚ ότι δεν μπορεί να συμβιώσει σε κυβέρνηση με το ΜέΡΑ25 ήταν φυσιολογικές. Όπως επίσης και το μούδιασμα του ΣΥΡΙΖΑ, που βλέπει ότι ο κλοιός των δυνάμει μετεκλογικών συνεργατών περιορίζεται.
Το ΠΑΣΟΚ, όμως, βλέπει να αναδεικνύεται ένα ακόμη πρόβλημα. Η στρατηγική Ανδρουλάκη «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας» φαίνεται να μη βρίσκει αποδοχή ούτε καν στους ψηφοφόρους του. Ενδεικτική η δημοσκόπηση της Opinion Poll, σύμφωνα με την οποία οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ σε ποσοστό 62,1% θεωρούν καλύτερο πρωθυπουργό τον Μητσοτάκη, έναντι 15,2% τον κ. Τσίπρα. Ενώ, μόλις 18,2% είναι υπέρ της άποψης «κανέναν από τους δύο», 3% προτιμούν κάποιον άλλον και 1,5% δηλώνει ότι δεν ξέρει και δεν απαντά. Το χειρότερο, δε, για τη στρατηγική Ανδρουλάκη είναι ότι στην ερώτηση «αν πρωθυπουργός πρέπει να είναι ο πρόεδρος του πρώτου κόμματος», το 68,2% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ το 2019 απαντά θετικά, το 25,8% αρνητικά, ενώ το 6,1% δεν απαντά. Είναι κατανοητό πως αν η στρατηγική Ανδρουλάκη είχε αποδοχή στο ΠΑΣΟΚ, τα νούμερα θα ήταν διαφορετικά.
Το «ισχυρό διψήφιο ποσοστό» που επιδιώκει είναι πλέον πολύ... υψηλός στόχος. Είναι δεδομένο ότι ως τρίτο κόμμα θα συμπιεστεί περαιτέρω σε πιθανές δεύτερες κάλπες, με αποτέλεσμα η αναθεώρηση της στρατηγικής των αποκλεισμών να εξελιχθεί σε όρο πολιτικής επιβίωσης για το ΠΑΣΟΚ και τον αρχηγό του.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 26/4
Αυτό έχει σχέση με τρεις παράγοντες: Πρώτον, οι πολίτες βλέπουν τα προγράμματα των κομμάτων και εκτιμούν το κυβερνητικό πρόγραμμα της ΝΔ ως το πλέον ειλικρινές. Δεύτερον, γνωρίζουν ότι αυτά για τα οποία η ΝΔ είχε δεσμευθεί το 2019, παρότι υπήρξαν πολλές και αλλεπάλληλες εξωγενείς κρίσεις, υλοποιήθηκαν. Τρίτον, καταρρέει η στρατηγική άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης. Σε ό,τι αφορά τον τρίτο παράγοντα, οι περισσότεροι ψηφοφόροι τρομάζουν, πλέον, στο ενδεχόμενο μιας κυβέρνησης ηττημένων. Η προοπτική της επαναφοράς Βαρουφάκη και τα σενάρια για κλείσιμο και πάλι των τραπεζών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, επανέφερε στη μνήμη των πολιτών τις δραματικές σκηνές του θέρους του 2015 μπροστά στα ΑΤΜ. Οι αντιδράσεις του ΠΑΣΟΚ ότι δεν μπορεί να συμβιώσει σε κυβέρνηση με το ΜέΡΑ25 ήταν φυσιολογικές. Όπως επίσης και το μούδιασμα του ΣΥΡΙΖΑ, που βλέπει ότι ο κλοιός των δυνάμει μετεκλογικών συνεργατών περιορίζεται.
Το ΠΑΣΟΚ, όμως, βλέπει να αναδεικνύεται ένα ακόμη πρόβλημα. Η στρατηγική Ανδρουλάκη «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας» φαίνεται να μη βρίσκει αποδοχή ούτε καν στους ψηφοφόρους του. Ενδεικτική η δημοσκόπηση της Opinion Poll, σύμφωνα με την οποία οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ σε ποσοστό 62,1% θεωρούν καλύτερο πρωθυπουργό τον Μητσοτάκη, έναντι 15,2% τον κ. Τσίπρα. Ενώ, μόλις 18,2% είναι υπέρ της άποψης «κανέναν από τους δύο», 3% προτιμούν κάποιον άλλον και 1,5% δηλώνει ότι δεν ξέρει και δεν απαντά. Το χειρότερο, δε, για τη στρατηγική Ανδρουλάκη είναι ότι στην ερώτηση «αν πρωθυπουργός πρέπει να είναι ο πρόεδρος του πρώτου κόμματος», το 68,2% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ το 2019 απαντά θετικά, το 25,8% αρνητικά, ενώ το 6,1% δεν απαντά. Είναι κατανοητό πως αν η στρατηγική Ανδρουλάκη είχε αποδοχή στο ΠΑΣΟΚ, τα νούμερα θα ήταν διαφορετικά.
Το «ισχυρό διψήφιο ποσοστό» που επιδιώκει είναι πλέον πολύ... υψηλός στόχος. Είναι δεδομένο ότι ως τρίτο κόμμα θα συμπιεστεί περαιτέρω σε πιθανές δεύτερες κάλπες, με αποτέλεσμα η αναθεώρηση της στρατηγικής των αποκλεισμών να εξελιχθεί σε όρο πολιτικής επιβίωσης για το ΠΑΣΟΚ και τον αρχηγό του.
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 26/4