Η Ελλάδα του 2023 δεν έχει σχέση με την Ελλάδα του 2019. Πρόκειται για μια παραδοχή που ούτε οι αντίπαλοι της κυβέρνησης Μητσοτάκη αμφισβητούν πλέον. Η χώρα έχει μπει σε τροχιά ανάκαμψης και ο στόχος -εκτός απροόπτουμιας Ελλάδας πρωτοπόρου στην Ευρώπη μοιάζει εφικτός. Άλλωστε, πολλοί επικαλούνται, πλέον, το παράδειγμά της. Υπάρχει όμως οικονομική ανάκαμψη μιας χώρας χωρίς ευημερία του λαού; Και πώς ορίζεται η ευημερία; Είναι ευημερία τα ακριβά εξοχικά και αυτοκίνητα, οι πανάκριβες διακοπές στα κοσμοπολίτικα νησιά ή το να διασκεδάζει κάποιος με ουίσκι και «γουρ’νοπούλα» στα τοπικά πανηγύρια ή στις πίστες των επιδοτούμενων ως «κέντρων πολιτισμού» (όπως συνέβαινε επί ΠΑΣΟΚ) ξενυχτάδικων της Συγγρού και της παραλιακής;

Η ευημερία δεν ταυτίζεται με τον καταναλωτισμό, αλλά με την παιδεία και τον πολιτισμό. Όπου υπήρξε καλλιέργεια των γραμμάτων, όπου η παιδεία ενισχύθηκε, όπου ο πολιτισμός άνθησε, εκεί υπήρξε ευημερία. Αυτό φαίνεται και από την αναζήτηση και τη μελέτη της ιστορίας. Οι ιστορικοί πάντοτε μελετούσαν -και θα συνεχίσουν να μελετούν- τις περιόδους που άφησαν το αποτύπωμά τους στην κοινωνία. Για ποια Ελλάδα θα μιλούσαμε σήμερα αν δεν υπήρχε η παιδεία των τραγωδών, των φιλοσόφων ή της δημιουργίας του Παρθενώνα και των λοιπών σημαντικών μνημείων; Δυστυχώς, στην εποχή μας η έννοια της παιδείας έχει υποβαθμιστεί. Η τραγική διαπίστωση της καθηγήτριας-ιστορικού, Μαρίας Ευθυμίου, ότι ο απόφοιτος του δημοτικού πριν από 40 χρόνια ήξερε περισσότερα από τους σημερινούς αποφοίτους λυκείου πρέπει να προβληματίσει όλους μας, μα πρώτα απ’ όλους την ηγεσία του υπουργείου Παιδείας και τον ίδιο τον πρωθυπουργό.

Σήμερα η Ελλάδα έχει την τύχη να έχει πρωθυπουργό έναν άνθρωπο με παιδεία πιο σημαντική από τους περισσότερους πρωθυπουργούς της Ευρώπης και τους περισσότερους της Μεταπολίτευσης στη χώρα μας. Μέχρι σήμερα κάθε στόχο που θέτει ο κ. Μητσοτάκης τον υλοποιεί χάρη στη μεθοδικότητα, στην επιμονή του και στον ρεαλιστικό τρόπο σκέψης του. Στο τέλος της τετραετίας θα είναι από τους μακροβιότερους πρωθυπουργούς της μεταπολίτευσης. Κι αν όλα πάνε καλά, θα είναι και ο πολιτικός που οικονομικά άλλαξε την Ελλάδα. Αυτός, περισσότερο από κάθε άλλον, μπορεί να κατανοήσει τη σημασία που έχει για την πατρίδα μας η παιδεία και ο πολιτισμός. Ό,τι κι αν καταφέρουμε στον οικονομικό τομέα, αν η οικονομική πρόοδος δεν συμβαδίσει με την ενίσχυση της παιδείας και του πολιτισμού τότε η ανάκαμψη θα είναι πρόσκαιρη, καθώς δεν θα έχει ισχυρά θεμέλια για να στηριχθεί.

Η ευημερία ενός λαού δεν είναι θέμα πλούτου. Αν ήταν έτσι, χώρες της Αφρικής με πλούσιο υπέδαφος θα αποτελούσαν πρότυπα ευημερίας. Στους τομείς, λοιπόν, της παιδείας και του πολιτισμού, ο οποίος άλλωστε συνδέεται άμεσα και με τον τουρισμό, πρέπει να επενδύσει η κυβέρνηση, αν θέλει να αλλάξει την Ελλάδα και να προσφέρει ευημερία στους πολίτες της. Πρέπει να προχωρήσει σε μια βαθιά μεταρρύθμιση, επιδιώκοντας, παράλληλα, την ευρύτερη δυνατή πολιτική συναίνεση. Η μεταρρύθμιση στην παιδεία δεν μπορεί να εξαντληθεί στη σωστή αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος. Και η μεταρρύθμιση στον πολιτισμό δεν μπορεί να εξαντληθεί στην ορθή πρακτική ανάδειξης της αρχαίας κληρονομιάς. Χρειάζονται περισσότερα, που πρέπει να γίνουν με συνέπεια και χωρίς ιδεολογικές αγκυλώσεις.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή»