Η πρόσφατη εορτή του Αγίου Κοσµά του Αιτωλού (24 Αυγούστου) µάς θύµισε ότι σε δύσκολους καιρούς η Ορθόδοξη Εκκλησία και οι Αγιοί της αγωνίσθηκαν για την ελευθερία, την παιδεία και τη διαφύλαξη της ταυτότητας του Ελληνισµού. Είναι χρήσιµο, λοιπόν, να καταγράψουµε µερικές σκέψεις για τη θρησκευτική διπλωµατία και την προστασία της ελληνορθόδοξης κληρονοµιάς και παρουσίας εκτός των συνόρων της Ελλάδος. Ακόµα και κράτη που έχουν θεσπίσει στο εσωτερικό τους την πλήρη θρησκευτική ουδετερότητα, αξιοποιούν τη θρησκευτική τους παράδοση όταν πρόκειται να προβάλουν τον πολιτισµό τους και να προστατεύσουν τα συµφέροντά τους στο εξωτερικό.

Χαρακτηριστικό παράδειγµα η αυστηρά ουδετερόθρησκη Γαλλία, η οποία στην εξωτερική πολιτική αξιοποιεί µε εντυπωσιακό τρόπο τη σύνδεσή της µε τη ρωµαιοκαθολική χριστιανική παράδοση. Είναι ενδεικτικό ότι στους Αγίους Τόπους η Γαλλία έχει χαρακτηρίσει ως εθνικό έδαφός της τέσσερα χριστιανικά προσκυνήµατα, τα οποία διοικούν Γάλλοι κληρικοί από την εποχή των Σταυροφοριών. Τα προσκυνήµατα αυτά ανήκουν ιδιοκτησιακά στο γαλλικό προξενείο της Ιερουσαλήµ. Είναι απαραίτητο να ιδρυθεί στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών ένα παρατηρητήριο για τα δικαιώµατα και την προστασία των Πρεσβυγενών Πατριαρχείων και των ορθοδόξων χριστιανικών κοινοτήτων και µειονοτήτων ανά την υφήλιο. Να στελεχωθεί από διπλωµάτες, αλλά και από επιστήµονες µε γνώσεις της εκκλησιαστικής Ιστορίας, της θρησκευτικής διπλωµατίας, των νοµοκανονικών ζητηµάτων και των ιδιαιτέρων συνθηκών της Μέσης Ανατολής και άλλων περιοχών. Επί παραδείγµατι, µια τέτοια οµάδα θα µπορούσε να έχει εγκαίρως πληροφορηθεί και µεταφράσει την πρωτόδικη απόφαση του αιγυπτιακού δικαστηρίου για τη Μονή Σινά, ώστε σε µεγάλο βαθµό να προβλέψει και το περιεχόµενο της δευτεροβάθµιας (εφετειακής) απόφασης που προέκυψε προσφάτως και προκαλεί προβληµατισµό.

Ο νόµος ο οποίος ψηφίσθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων για την ελληνορθόδοξη Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Ορους Σινά είναι ένα καλό βήµα. Μετατρέπει σε ελληνικό ΝΠ∆∆ το εν Αθήναις Μετόχιο της µονής και δείχνει, έστω και µε καθυστέρηση, το έµπρακτο ενδιαφέρον της ελληνικής Πολιτείας για το ιστορικό µοναστήρι. Είναι ευχάριστο ότι ο νόµος ψηφίσθηκε και από κόµµατα της αντιπολιτεύσεως. Ουσιαστικά το µόνο κόµµα που καταψήφισε και ζήτησε να αποσυρθεί η σχετική διάταξη είναι η «Νίκη». Πρέπει να γίνουν και άλλα βήµατα για να στηριχθεί η µονή και να ενισχυθεί µε Ελληνες µοναχούς το έµψυχο δυναµικό της.

Στην Αλβανία, µέσα σε λίγους µήνες, η Ορθόδοξη Εκκλησία έχασε, λόγω θανάτου, τρεις ιεράρχες ελληνικής καταγωγής. Τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο, τον Βερατίου, Ιγνάτιο και τον Αργυροκάστρου, ∆ηµήτριο. Στις εκλογές νέων µητροπολιτών πρέπει να θυµίζουµε τη σύνθεση του ποιµνίου, το οποίο σε σηµαντικό ποσοστό αποτελείται από Ελληνες Βορειοηπειρώτες. Θα ήταν χρήσιµο να αξιοποιηθούν, τώρα ή αργότερα, ως νέοι µητροπολίτες κληρικοί προερχόµενοι από την ελληνική εθνική µειονότητα. Επίσης, πρέπει να µας ανησυχήσουν οι έντονες προπαγανδιστικές ενέργειες ορισµένων βαλκανικών Εκκλησιών και κυβερνήσεων, που επιχειρούν να προσεταιρισθούν τους βλαχόφωνους Ελληνες της Αλβανίας.

Η ρύθµιση για την ευκολότερη εισαγωγή ορθοδόξων κληρικών και λαϊκών από το Πατριαρχείο Αντιοχείας σε ελληνικά ΑΕΙ είναι ένα θετικό βήµα. Οι ορθόδοξοι χριστιανοί της Συρίας και του Λιβάνου ζουν σε µια πολύ ταραγµένη περιοχή, µε έντονη τουρκική παρέµβαση, και η Ελλάς αποτελεί το κύριο στήριγµά τους. 

Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά