Είναι από τα θέματα-ταμπού για την ελληνική κοινωνία, που δε θέλησε να αγγίξει καμία κυβέρνηση εντός μνημονίων. 

Όλες επέλεγαν διαρκώς να το αποφύγουν, είτε ζητώντας και παίρνοντας -λανθασμένα, κατά τη γνώμη μου- παράταση από τους δανειστές, είτε νομοθετώντας μέτρα - ασπιρίνες, που στην ουσία δεν έλυναν το πρόβλημα. 
Αποτέλεσμα;

Τα δάνεια σε καθυστέρηση διογκώνονταν διαρκώς, οι τράπεζες βρίσκονταν σε όλο και πιο μειονεκτική θέση και μοιραία οδηγούνταν σε ανακεφαλαιοποιήσεις, που στέγνωναν την αγορά, τα funds πίεζαν όλο και περισσότερο τις τιμές εξαγοράς των δανείων (cents/ευρώ). 
Και ο φαύλος -και καταστροφικός- κύκλος συνεχιζόταν. 

Φτάσαμε, λοιπόν, στο σήμερα, όπου η κυβέρνηση στην ουσία προχωρά στην εκχώρηση των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών σε funds. 
Προσπαθώντας, όμως, να πει ότι δεν ήταν δική της επιλογή. 

Έχει καμία σημασία στην παρούσα φάση; 

Μόνο πολιτικά. 

Οικονομοτεχνικά, σε καμία περίπτωση. 

Σημασία έχει να δούμε τους αριθμούς, οι οποίοι -στη συγκεκριμένη περίπτωση- μοιραία λένε την αλήθεια. 
Οι εκτιμήσεις των τραπεζών αναφέρουν ότι, ακόμα και αν επιτευχθεί ο στόχος της μείωσης κατά 40% του μη εξυπηρετούμενου δανεισμού μέχρι το 2019, όπως έχει τεθεί από τον εποπτικό μηχανισμό, πάλι το πρόβλημα θα είναι μεγάλο.

Για ποιον λόγο;

Διότι, τότε, το ποσοστό των «κόκκινων» δανείων των συστημικών τραπεζών στο σύνολο του δανεισμού θα υποχωρήσει στο 30%, όταν -με βάση πάντα τα σημερινά δεδομένα- στην ευρωζώνη οι περισσότερες χώρες θα έχουν μονοψήφια ποσοστά! 

Τι σημαίνει αυτό πρακτικά;

Ότι πρέπει να τρέξουμε κατοστάρι…

Ότι το πρόβλημα είναι μεγάλο και η λύση αυτή στην ουσία είναι μονόδρομος. 

Ότι οφείλουν αυτοί που λαμβάνουν τις αποφάσεις και διαχειρίζονται την κατάσταση (δηλ., κυβέρνηση και τραπεζίτες), να ενημερώσουν τυς πολίτες -οφειλέτες και μη- για το τι ακριβώς συμβαίνει, τι σημαίνει η λύση που προωθείται και, κυρίως, υπό ποιες προϋποθέσεις μπορούμε να καταλήξουμε και στη λύση, ώστε ο δανειολήπτης να αγοράζει το δάνειό του απευθείας από την τράπεζα στην τιμή που το έχει αυτή συμφωνήσει με το fund, ώστε να το τακτοποιήσει το συντομότερο δυνατόν και με τον πλέον συμφέροντα τρόπο για τον ίδιο.
Είναι εύκολο αυτό;

Σε καμία περίπτωση.

Απαιτεί πολύ λεπτούς και προσεκτικούς χειρισμούς, ώστε και να μην επηρεαστούν οι σχεδιασμοί και οι οικονομικές προβολές, που έχουν κάνει οι τράπεζες, και να μη διογκωθεί ο ελλοχεύων ηθικός κίνδυνος, σε σχέση με τους καλοπληρωτές και τους συνεπείς δανειολήπτες. 
Μοιάζει με γόρδιο δεσμό και γνωρίζω ότι πολλοί από εσάς, που διαβάζετε αυτές τις γραμμές, θα σκεφτείτε ότι είναι αδύνατο να λυθεί.
Με καλή διάθεση και συνεννόηση από όλες τις πλευρές, πιστεύω ότι μπορούμε να φτάσουμε σε μια win win συμφωνία, ρεαλιστική, που θα μπορεί να υλοποιηθεί άμεσα και χωρίς να καλλιεργεί υπερβολικές προσδοκίες, οι οποίες στη συνέχεια θα κουρευθούν, με αρνητικές επιπτώσεις, σε κοινωνία και οικονομία.