Δέκα χρόνια µετά. Αν ήταν πίνακας, θα µπορούσε να ήταν κόπια του περίφηµου έργου «Η προδοσία των εικόνων», του Ρενέ Μαγκρίτ: «Αυτό δεν είναι ένα δηµοψήφισµα». Ας µην µπλέξουµε καλύτερα µε περίτεχνη εµβάθυνση και περισπούδαστες αναλύσεις. Ας πάµε µε τα απλά διδάγµατα της κοινής λογικής. Το πρώτο και βασικότερο: Το ερώτηµα σε ένα δηµοψήφισµα πρέπει να είναι ευσύνοπτο, σαφές και κατανοητό από τον µέσο πολίτη. 

Ας πούµε από αυτόν που έχει ολοκληρώσει την υποχρεωτική εκπαίδευση. ∆εν χρειάζεται να πούµε πολλά εδώ. Ρωτήστε έναν γνωστό σας, έναν συγγενή, έναν φίλο, έναν άγνωστο τυχαία στον δρόµο, τον ίδιο σας τον εαυτό: Ποιο ήταν το ερώτηµα του δηµοψηφίσµατος το 2015; ∆εν πρέπει να υπάρχει ούτε ένας Έλληνας που να το θυµάται ολόκληρο και ελάχιστοι που να θυµούνται τη διατύπωση, έστω στο µεγαλύτερο µέρος του. 

Πάµε τώρα και στα υπόλοιπα. Το δηµοψήφισµα δεν είναι νόµος, για να εξειδικευθεί µε υπουργικές αποφάσεις, προεδρικά διατάγµατα και εγκυκλίους. Το αποτέλεσµά του πρέπει να µην αφήνει περιθώρια, ούτε για παρερµηνείες ούτε για αµφισβητήσεις. Η πρόσφατη ιστορία προσφέρει πολύ χαρακτηριστικά παραδείγµατα. Το 1974, αν ψήφιζε η πλειοψηφία βασιλευόµενη δηµοκρατία, είχε την επόµενη ηµέρα ως αρχηγό του ελληνικού κράτους τον βασιλιά. Αν ψήφιζε αβασίλευτη -όπως και έκανε - είχε Πρόεδρο της ∆ηµοκρατίας. Απλά, ξεκάθαρα πράγµατα.

Το 2016, οι Βρετανοί είχαν µπροστά τους ένα ψηφοδέλτιο που έγραφε: «Πρέπει το Ηνωµένο Βασίλειο να παραµείνει µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή να φύγει από την Ευρωπαϊκή Ένωση;». Αν επικρατούσε το «ναι», παρέµενε η χώρα τους στην ΕΕ. Επικράτησε το «όχι» και αποχώρησε. Εύληπτο ερώτηµα, καθαρό αποτέλεσµα. 

Το 2015, αν οι Έλληνες είχαν ψηφίσει «ναι», θεωρητικά η τελευταία πρόταση των «θεσµών» (η µετονοµασία της τρόικας) θα εξειδικευόταν σε ένα νέο µνηµόνιο που θα ψήφιζε η Βουλή. Με το «όχι» τι γινόταν; Ξεκινούσε η διαπραγµάτευση από την αρχή; Και αφού ο λαός είχε εκφραστεί αρνητικά για την πρόταση των «θεσµών», δεν θα έπρεπε η νέα πρόταση να περάσει και πάλι από την κρίση του; Η αλήθεια είναι πως ουδείς µπορούσε να πει µε σιγουριά πού ακριβώς οδηγούσε το «όχι». Γι’ αυτό ακριβώς και κάθε βουλευτής, κάθε πολιτικός, κάθε αναλυτής, κάθε πολίτης εν τέλει που το προτιµούσε ως απάντηση, έδωσε προκαταβολικά τη δική του ερµηνεία και το έντυσε µε την «απόχρωση» που προτιµούσε ο ίδιος. 

Και εδώ οδηγούµαστε στο ακόµα πιο ενδιαφέρον της αναµφίβολα ιστορικής εκείνης ηµέρας: Το «σχέδιο συµφωνίας» που αναφέρεται στο ερώτηµα του δηµοψηφίσµατος, δεν υπήρχε. Το είχαν αποσύρει οι «θεσµοί». «Ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος ανήκει στους φίλους µου, έθεσε ένα ερώτηµα στο δηµοψήφισµα, που δεν ετίθετο εκείνη τη στιγµή ως τέτοιο. Η τελευταία πρόταση της ΕΕ προς την ελληνική πλευρά δεν αφορούσε πλέον το θέµα του δηµοψηφίσµατος και οι προειδοποιήσεις µου αφορούσαν ακριβώς σε αυτό», έλεγε αργότερα ο τότε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Το είχε πει άλλωστε ο ίδιος τη µεθεπόµενη του δηµοψηφίσµατος από το Στρασβούργο: «Στον ελληνικό λαό τέθηκε ένα ερώτηµα για κάτι ανύπαρκτο». Οι πολίτες κλήθηκαν  να ψηφίσουν πάνω σε µία πρόταση που δεν βρισκόταν πια στο τραπέζι. Σουρεαλισµός που θα ζήλευε και ο Μαγκρίτ! Ακόµα και αν ήταν όµως εν ισχύ η πρόταση, θα ήταν αδύνατο για έναν µέσο πολίτη να τη µελετήσει ώστε να διαµορφώσει άποψη. Μιλάµε για δύο κείµενα δεκάδων σελίδων, µε σύνθετες έννοιες και παραµέτρους, που άγγιζαν ένα ευρύ φάσµα θεµάτων. Από το βραδινό διάγγελµα του τότε πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, µε το οποίο ανακοίνωσε το δηµοψήφισµα, µέχρι το πρωινό που άνοιξαν οι κάλπες, µεσολάβησαν µόλις οκτώ ηµέρες. Χρόνος απελπιστικά µικρός για να µπορέσει οποιοσδήποτε να σχηµατίσει µια στοιχειωδώς τεκµηριωµένη άποψη για το τι ακριβώς περιείχαν τα έγγραφα αυτά, τα οποία καλείτο διά της ψήφου του να τα αποδεχθεί ή να τα απορρίψει. 

Ο γενικός γραµµατέας του Συµβουλίου της Ευρώπης δήλωσε πριν από τη διεξαγωγή του ότι το δηµοψήφισµα δεν πληρούσε τα διεθνή πρότυπα, που ορίζουν πως ένα δηµοψήφισµα πρέπει να διεξαχθεί µε ειδοποίηση τουλάχιστον δύο εβδοµάδων, προκειµένου να δοθεί επαρκής χρόνος για συζήτηση, µε σαφές ερώτηµα προς τον λαό και µε την παρουσία διεθνών παρατηρητών στην ψηφοφορία. Και ακόµα δεν είχε µάλλον πληροφορηθεί το πρωτοφανές, ότι στο ψηφοδέλτιο το «όχι» προηγείτο ως επιλογή του «ναι»…

Το επόµενο κιόλας πρωί του θριαµβευτικού «όχι», ο Αλέξης Τσίπρας αποµάκρυνε τον «στρατηγό» του θριάµβου, τον Γιάνη Βαρουφάκη. Η αρχή της λεγόµενης κωλοτούµπας είχε ήδη γίνει. Τα υπόλοιπα ανήκουν πλέον στην ιστορία.