Οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης στη Βουλή είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε σχέση με προηγούμενες φορές για δύο λόγους. Ο ένας είναι η «πλουραλιστική» σύνθεση του Κοινοβουλίου με τα οκτώ κόμματα να συνθέτουν μία ασυνήθιστα πολύχρωμη παλέτα πολιτικών και ιδεολογικών τοποθετήσεων. Οπότε οι θέσεις που ακούστηκαν έχουν σημασία σχετικά με το τι μπορούμε να αναμένουμε σε επίπεδο συγκλίσεων, αποκλίσεων και συγκρούσεων στη διάρκεια της τετραετίας… Ο δεύτερος και ουσιαστικότερος λόγος είναι οι οικονομικές εξαγγελίες του πρωθυπουργού, καθώς είναι από τις ελάχιστες, αν όχι η πρώτη, φορές που τίθεται ως στόχος, με συγκεκριμένες, μετρήσιμες δεσμεύσεις -και αυτό είναι το σημαντικό- η γενική οικονομική βελτίωση όλων των επαγγελματιών και κοινωνικών ομάδων. Από τον δημόσιο μέχρι τον ιδιωτικό τομέα υπάρχουν οικονομικές ελαφρύνσεις και ενισχύσεις που αφορούν τους πάντες και τον κάθε κλάδο ξεχωριστά.

Είναι η πρώτη φορά από τότε που ξεκίνησε η περιπέτεια των μνημονίων, που σε προγραμματικές δηλώσεις υπάρχει τόσο φιλόδοξη, θετική οικονομική ατζέντα. Υπάρχει ωστόσο ένα πρόβλημα. Το οποίο δεν είναι δικό μας, δεν είναι ελληνικό και ως εκ τούτου δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά γι’ αυτό. Ο διεθνής οικονομικός ορίζοντας σκοτεινιάζει. Αφενός ο επίμονος πληθωρισμός, αφετέρου η γεωπολιτική ρευστότητα ναρκοθετούν την αναπτυξιακή προοπτική της παγκόσμιας οικονομίας, εξέλιξη που προφανώς δεν θα αφήσει ανεπηρέαστη τη δική μας προοπτική.

Οι κεντρικές τράπεζες, η αμερικανική FED, η ΕΚΤ και οι λοιπές είναι αποφασισμένες να «σκοτώσουν» τον πληθωρισμό με κάθε κόστος και το κόστος σε αυτή την περίπτωση είναι η ύφεση. Η πρόκληση ύφεσης μέσω της διαρκούς ανόδου των επιτοκίων με στόχο την αύξηση της ανεργίας και τη μείωση της κατανάλωσης είναι συνειδητή επιλογή, η οποία θα υπηρετηθεί αποφασιστικά και με διάρκεια μέχρι να αρχίσει να τιθασεύεται ο πληθωρισμός. Το έτερο σκέλος της δυσοίωνης διεθνούς οικονομικής συγκυρίας είναι η διατάραξη της εφοδιαστικής αλυσίδας, η οποία ουδέποτε αποκαταστάθηκε πλήρως από την περίοδο της πανδημίας και στην οποία ήρθαν να προστεθούν οι επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία, καθώς η Ρωσία είναι ο βασικός προμηθευτής κρίσιμων πρώτων υλών, απαραίτητων για τη βιομηχανία και τον τεχνολογικό τομέα. Ανάλογη έλλειψη διαθεσιμότητας κρίσιμων υλικών έχει ενσκήψει και από τον εμπορικό ανταγωνισμό ΗΠΑ - Κίνας, με την τροφοδοσία από την τελευταία να διεξάγεται πλέον μετ’ εμποδίων.

Το τέλος της παγκοσμιοποίησης, όπως τη γνωρίζαμε, και η οργάνωση του διεθνούς συστήματος σε περιφερειακή συγκρότηση, σε περιφερειακούς πόλους (Δύση, Ασία κ.λπ.), ακριβώς λόγω των συγκρούσεων, αλλάζουν τα δεδομένα και οδηγούν σε μακρά μεταβατική περίοδο. Η Δύση αποφάσισε να επαναπατρίσει την παραγωγή κρίσιμων τεχνολογιών (ημιαγωγούς κ.λπ.) και να αναπτύξει τις δικές της πηγές ορυκτών και άλλων απαραίτητων υλικών (σπάνιες γαίες κ.ά.) για να σταματήσει την εξάρτηση από χώρες που δεν είναι πλέον απλώς ανταγωνιστικές, αλλά εξελίχθηκαν ή εξελίσσονται ακόμα και σε εχθρικές. Βλέπε Κίνα, Ρωσία. Αυτή η διαδικασία ανάκτησης αυτάρκειας από πλευράς Δύσης θα πάρει καιρό και στο ενδιάμεσο θα προκαλεί αναταράξεις με ελλείψεις και αυξημένες τιμές. Εν κατακλείδι, για να γυρίσουμε εκεί που αρχίσαμε, η πλέον φιλόδοξη, θετική οικονομική ατζέντα των τελευταίων πολλών ετών στη χώρα θα «ανταγωνιστεί» την πιο δύσκολη διεθνή οικονομική συγκυρία, επίσης, των τελευταίων πολλών ετών.

*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» την Κυριακή 9 Ιουλίου 2023