Μα c’est la vie, που λένε και οι Γάλλοι
Άρθρο γνώμης
Το εκλογικό σώµα έχει την… κακή συνήθεια να ζητά λύσεις στα προβλήµατά του και απαντήσεις στις ανησυχίες του
Τα αποτελέσματα του πρώτου εκλογικού γύρου στη Γαλλία ήρθαν να επιβεβαιώσουν αυτό που ήταν καθ’ όλα αναμενόμενο. Η επικράτηση της Μαρίν Λεπέν δεν είναι ένα αυτοτελές γεγονός, που περιορίζεται εντός γαλλικών συνόρων, με όλη την ιδιαίτερη σημασία και ειδικό βάρος που έχει η Γαλλία. Είναι συνέχεια μίας σειράς ανάλογων εκλογικών και πολιτικών γεγονότων που εντάσσονται στη γενική ιδεολογική μετατόπιση η οποία λαμβάνει χώρα σε όλη την Ευρώπη. Ο άξονας μετατοπίζεται δεξιά, σύμφωνα με τη συμβατική αποτύπωση του πολιτικού φάσματος, διότι είναι η ατζέντα τέτοια στην οποία αδυνατούν να ανταποκριθούν όχι μόνο η Αριστερά και οι Σοσιαλιστές αλλά ακόμα και η συμβατική Κεντροδεξιά.
Ο λόγος για την αστοχία της τελευταίας είναι ότι εδώ και πολλά χρόνια έδωσε υπέρμετρο βάρος στο πρώτο συνθετικό του τίτλου της, στο Κέντρο, και αγνόησε το δεύτερο, τη Δεξιά, η οποία ατρόφησε ως συνιστώσα του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου. Το εκλογικό σώμα όμως, το οποίο έχει την κακή συνήθεια να ζητά λύσεις στα προβλήματά του και απαντήσεις στις ανησυχίες του, στράφηκε σε πολιτική αναζήτηση χώρων και σχηματισμών που θα καλύψουν τις ανάγκες του.
Πολύ περισσότερο που οι ανάγκες αυτές έγιναν υπαρξιακές. Ασφάλεια, λαθρομετανάστευση, ευρωπαϊκή και εθνικές ταυτότητες, ακρίβεια, πράσινη υπερβολή, ασφυξία από την ατζέντα του δικαιωματισμού, αντίδραση στον ολοκληρωτισμό της woke παράνοιας, αγνόηση του κορμού των ευρωπαϊκών κοινωνιών και εναγκαλισμός με τις στρατιές των μεταναστών. Η διαδικασία αυτή δεν πρόκειται να σταματήσει ούτε να ανασχεθεί με πολιτικά σοφίσματα και με διλήμματα, τα οποία πλέον εκπυρσοκροτούν σε αυτούς που τα θέτουν. Ο λόγος είναι ότι τα προβλήματα είναι αμείλικτα και την ίδια αμείλικτη στάση τηρούν τα εκλογικά σώματα, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, απέναντι σε αυτούς που δεν δίνουν απαντήσεις.
Όποιος δεν ανταποκρίνεται και επιμένει σε πολιτικές οι οποίες πηγαίνουν κόντρα στο εκλογικό σώμα και κυρίως στην κοινή λογική, θεωρώντας ότι είναι στραβός ο γιαλός, θα αντικαθίσταται μέχρι την πλήρη πολιτική εξάλειψή του. Ο μπαμπούλας της Ακροδεξιάς τούς μόνους που τρομάζει είναι αυτοί οι οποίοι είναι υποψήφιοι προς αντικατάσταση, διότι επιμένουν σε πολιτικές που έχουν απορριφθεί από την ίδια την πραγματικότητα. Ουδείς πλέον θεωρείται αναντικατάστατος επειδή κάνει μία καλύτερη διαχείριση από κάποιον άλλον, αλλά αγνοεί τα μηνύματα της κοινωνίας. Και αυτός θα αντικατασταθεί. Όπως λένε οι Γάλλοι, c’est la vie.
*Δημοσιεύτηκε στην «Απογευματινή»
Ο λόγος για την αστοχία της τελευταίας είναι ότι εδώ και πολλά χρόνια έδωσε υπέρμετρο βάρος στο πρώτο συνθετικό του τίτλου της, στο Κέντρο, και αγνόησε το δεύτερο, τη Δεξιά, η οποία ατρόφησε ως συνιστώσα του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου. Το εκλογικό σώμα όμως, το οποίο έχει την κακή συνήθεια να ζητά λύσεις στα προβλήματά του και απαντήσεις στις ανησυχίες του, στράφηκε σε πολιτική αναζήτηση χώρων και σχηματισμών που θα καλύψουν τις ανάγκες του.
Πολύ περισσότερο που οι ανάγκες αυτές έγιναν υπαρξιακές. Ασφάλεια, λαθρομετανάστευση, ευρωπαϊκή και εθνικές ταυτότητες, ακρίβεια, πράσινη υπερβολή, ασφυξία από την ατζέντα του δικαιωματισμού, αντίδραση στον ολοκληρωτισμό της woke παράνοιας, αγνόηση του κορμού των ευρωπαϊκών κοινωνιών και εναγκαλισμός με τις στρατιές των μεταναστών. Η διαδικασία αυτή δεν πρόκειται να σταματήσει ούτε να ανασχεθεί με πολιτικά σοφίσματα και με διλήμματα, τα οποία πλέον εκπυρσοκροτούν σε αυτούς που τα θέτουν. Ο λόγος είναι ότι τα προβλήματα είναι αμείλικτα και την ίδια αμείλικτη στάση τηρούν τα εκλογικά σώματα, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, απέναντι σε αυτούς που δεν δίνουν απαντήσεις.
Όποιος δεν ανταποκρίνεται και επιμένει σε πολιτικές οι οποίες πηγαίνουν κόντρα στο εκλογικό σώμα και κυρίως στην κοινή λογική, θεωρώντας ότι είναι στραβός ο γιαλός, θα αντικαθίσταται μέχρι την πλήρη πολιτική εξάλειψή του. Ο μπαμπούλας της Ακροδεξιάς τούς μόνους που τρομάζει είναι αυτοί οι οποίοι είναι υποψήφιοι προς αντικατάσταση, διότι επιμένουν σε πολιτικές που έχουν απορριφθεί από την ίδια την πραγματικότητα. Ουδείς πλέον θεωρείται αναντικατάστατος επειδή κάνει μία καλύτερη διαχείριση από κάποιον άλλον, αλλά αγνοεί τα μηνύματα της κοινωνίας. Και αυτός θα αντικατασταθεί. Όπως λένε οι Γάλλοι, c’est la vie.
*Δημοσιεύτηκε στην «Απογευματινή»