Η είδηση ότι η Ελλάδα επανεκκίνησε τις διαπραγµατεύσεις µε το Ισραήλ για την απόκτηση αντιπυραυλικών, αντιβαλλιστικών και πυραυλικών συστηµάτων επιβεβαιώνει ότι ο γενικός σχεδιασµός παραµένει και υλοποιείται, παρά τις επιµέρους παύσεις και (απαραίτητες) επαναξιολογήσεις και παράλληλες διαπραγµατεύσεις. Η συγκεκριµένη αγορά, εφόσον ευοδωθεί, θα αποτελέσει τη ραχοκοκαλιά της «Ασπίδας του Αχιλλέα», του λεγόµενου «Θόλου», που φιλοδοξεί να καλύψει τη χώρα από αεροπορικές, πυραυλικές και ασύµµετρες απειλές, όπως αυτές από µη επανδρωµένα.

Τα συστήµατα για τα οποία συζητά η ελληνική πλευρά µε τους Ισραηλινούς παρέχουν µία πολυεπίπεδη από άποψη δυνατοτήτων και εµβέλειας προστασία του ελληνικού χώρου. Ο σχεδιασµός, ο οποίος σταδιακά υλοποιείται, πρέπει να πιστωθεί κατά το µεγαλύτερο µέρος προσωπικά στον υπουργό Εθνικής Αµυνας, Νίκο ∆ένδια, ο οποίος συχνά δροµολογεί αποφάσεις και κατευθύνσεις αθόρυβα και σε δεύτερο χρόνο γίνονται ορατές οι εξελίξεις. Κατ’ επέκταση όµως ωφελείται συνολικά η κυβέρνηση, διότι το τµήµα του εκλογικού σώµατος, που αντιλαµβάνεται την κρισιµότητα των εξοπλισµών ως αναγκαία συνθήκη για όλα τα υπόλοιπα -οικονοµία, ανάπτυξη, σταθερότητα, διπλωµατία, θέση της χώρας στη διεθνή σκακιέρα, ενεργειακά κ.λπ.-, κατανοεί ότι κανένα από τα κόµµατα της αντιπολίτευσης, στη θεωρητική περίπτωση που κυβερνούσε, δεν επρόκειτο να υλοποιήσει ένα τόσο φιλόδοξο εξοπλιστικό πρόγραµµα. Και αυτό διότι είτε λόγω ιδεοληψίας είτε λόγω άγνοιας δεν αντιλαµβάνονται την αναγκαιότητα της αποτροπής και το τι αυτή προϋποθέτει. Εξάλλου και ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει ενστερνιστεί και στηρίζει, ιδίως µετά την κρίση του ’20, το εξοπλιστικό comeback της χώρας.

Εδώ βέβαια πρέπει να ειπωθεί ότι οι εξοπλισµοί είναι το ένα σκέλος της αποτροπής. Το έτερο και κυριότερο είναι η βούληση να τους χρησιµοποιήσεις. Είναι η αντίληψη που έχει ο αντίπαλος για το πώς θα αντιδράσεις και µέχρι πού είσαι διατεθειµένος να φθάσεις. Το να είσαι οπλισµένος δεν αρκεί, πρέπει να είσαι και αποφασισµένος. Και αυτό να το επικοινωνείς και να το εµπεδώνει η εχθρική δύναµη που αξιολογεί τα όριά σου. Η κυβέρνηση φαίνεται να επιχειρεί να βελτιώσει το µήνυµα της αποτροπής, διότι γνωρίζει ότι αν δεν το κάνει, η Τουρκία θα ακυρώσει τις συνθήκες γεωπολιτικής αναβάθµισης της Ελλάδας που διαµορφώνονται µέσω της αύξησης του γεωπολιτικού ρίσκου. Με απλά λόγια, η απειλή της Τουρκίας, ότι τίποτα δεν µπορεί να γίνει στην περιοχή αν η ίδια δεν συµµετέχει ή δεν το επιτρέψει, δεν έχει ως µόνο αποδέκτη την Ελλάδα, αλλά περισσότερο τους τρίτους που προωθούν σχέδια συνεργασίας µε τη χώρα µας. 

Η Αγκυρα, εµφανίζοντας την Ελλάδα ως φοβική, διαµηνύει στους νυν ή δυνάµει εταίρους µας ότι είναι ανώφελο να επενδύσουν στρατηγικά σε εµάς σε διάφορα επίπεδα, ενεργειακά, εµπορικά, στρατιωτικά κ.λπ., διότι είναι σε θέση να δηµιουργήσει κρίση στην οποία η ελληνική πλευρά δεν θα µπορεί να αντεπεξέλθει. Οπότε αυτό πρέπει να διαψευστεί στην πράξη, στο πεδίο, µε τις δικές µας δυνάµεις και να µην αρκούµαστε στην εξωτερική εξισορρόπηση. Η αναβίωση της συνεργασίας µε το Ισραήλ, στο πλαίσιο του τριµερούς σχήµατος µε την Κύπρο, είναι µία σωστή κίνηση. Με αιχµή τα εξοπλιστικά, τα οποία µάλιστα έως ένα βαθµό είναι κοινά µε τη Λευκωσία σε ό,τι αφορά τον τύπο των οπλικών συστηµάτων, δηµιουργούν προϋποθέσεις αύξησης του ελληνικού στρατιωτικού αποτυπώµατος στις περιοχές από τις οποίες η Τουρκία θέλει να µας εκτοπίσει, διεµβολίζοντας τον «άξονα». Οι Τούρκοι ανησυχούν και προβληµατίζονται για την εµβάθυνση της αµυντικής συνεργασίας µε το Ισραήλ και αυτό είναι καλό σηµάδι. Αν παρακολουθήσει κάποιος τη συζήτηση στη γείτονα θα διαπιστώσει ότι διογκώνεται όχι µόνο ο εκνευρισµός, αλλά και η συνωµοσιολογία, καθώς κυριαρχούν τα σενάρια περί δήθεν προετοιµασίας Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ για στρατιωτική δράση κατά της Τουρκίας. Αυτό δείχνει και το πώς πρέπει να κινούµαστε, πέραν της απαραίτητης µεν, θεωρητικής δε και µε αξία ευχολογίου επίκλησης του ∆ιεθνούς ∆ικαίου.

Επειδή οι ΗΠΑ ενισχύουν τη συνεργασία τους µε την Ελλάδα, αλλά δεν έχουν καµία πρόθεση να εγκαταλείψουν την Τουρκία, την οποία συνεχίζουν να θεωρούν χρήσιµη και κρίσιµη, αλλά για άλλο λόγο και ρόλο, τα µηνύµατα αποφασιστικότητας και αποτροπής από την Αθήνα πρέπει να έχουν ως παράλληλο παραλήπτη την Ουάσινγκτον. Ο λόγος είναι προφανής. Κανένα δέλεαρ προς την Αγκυρα δεν µπορεί να εξετάζεται αναλώµασι ελληνικών κυριαρχικών ή άλλων δικαιωµάτων και συµφερόντων. ∆εν πρέπει να ξεχνάµε ότι η Ελλάδα εκτός από δίκιο έχει και συµφέροντα.

Δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Απογευματινή