Το τέλος των «παραισθήσεων»
Η ΕυρωπαΪκή Ένωση, ως ορολογία, είναι ένας μαξιμαλισμός. Αυτό αποδεικνύεται από τα δεδομένα και τα πεπραγμένα της. Στην ουσία, αποτελεί μια «κοινωνία» εθνικών κρατών που έχουν συμφωνήσει μεταξύ τους να αποτελέσουν «κοινότητα» σε θέματα οικονομίας, εμπορίου και, στην πλέον αναβαθμισμένη σχέση, νομισματική ένωση. Η «κοινότητα» αυτή στην αφετηριακή της βάση δεν είναι κάτι άλλο από μια επιτυχημένη μετεξέλιξη της αρχικής κοινότητας του Χάλυβα (ΕΚΑΧ), που εξελίχθηκε σε οικονομική κοινότητα (ΕΟΚ), με μέλη τις ισχυρές χώρες της Κεντρικής και της Βόρειας Ευρώπης, με κάποιες προσμίξεις προς Νότο, όπως αρχικά ήταν μόνον η Ελλάδα, το 10ο μέλος της κοινότητας.
Την Ευρωπαϊκή Ενωση, στην εξέλιξη και κατόπιν της μετα-ψυχροπολεμικής διεύρυνσης, τη χειρίζεται με τρόπο καταλυτικό η Γερμανία. Η πλέον ισχυρή εμπορικά και νομισματικά δύναμη. Από εκεί και πέρα, κάθε σχεδιασμός ή συζήτηση, ειδικά και μετά την αποχώρηση της Βρετανίας, ότι η ευρωπαϊκή αυτή «κοινότητα» μπορεί να αποτελέσει γεωπολιτικό διεθνή πόλο ισχύος ή αυτονομημένη από τις ΗΠΑ στρατιωτική δύναμη, είναι φανερό πλέον ότι αποτελεί φαντασίωση.
Στην Ελλάδα για δεκαετίες επικράτησε το δόγμα ότι η ένταξη της Ελλάδας στους κύριους πολυμερείς οργανισμούς της Δύσης, που δεν ήταν άλλοι από το ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ ή την Ε.Ε. και την ΟΝΕ στη συνέχεια, θα ήταν επαρκής για να διασφαλισθούν τα συμφέροντά της. Ζωτικά, κυριαρχικά, εδαφικά, στρατιωτικά, πολιτικά, οικονομικά, δημοσιονομικά, εμπορικά, διάρθρωσης. Στην ουσία, μια σειρά από πολιτικούς ηγέτες, κόμματα διακυβέρνησης και διαμορφωτές της κοινής της γνώμης καλλιέργησαν και ακολούθησαν μια λάθος στρατηγική. Οτι, εάν ετεροκαθορισθούμε ως προς τις κύριες αποφάσεις, στρατηγικού βάθους, της χώρας και μεταφέρουμε την ευθύνη των κεντρικών επιλογών στις δομές της ευρωπαϊκής «κοινότητας» -ομοσπονδίας στο μυαλό τους- και στο ΝΑΤΟ, τότε έχουμε λύσει όλα μας τα προβλήματα. Ακόμα και με την Τουρκία. Εφθασαν, μάλιστα, στο σημείο να υποστηρίζουν μετά παρρησίας ότι, εάν στις ίδιες δομές ενταχθεί και η Τουρκία, όλα τα ιστορικά ζητήματα της Ελλάδας θα λυθούν.
Η εποχή των «παραισθήσεων» αυτών τελείωσε για κάθε εχέφρονα άνθρωπο χθες, με την ανάγνωση των Συμπερασμάτων της τελευταίας Συνόδου Κορυφής. Τα πράγματα είναι απλά. Όπως φέρεται ότι τοποθετήθηκε και ο Ελληνας πρωθυπουργός. Οι Αμερικανοί παίρνουν αποφάσεις για κυρώσεις στην Τουρκία , εξαιτίας των S-400 και της εν γένει επεκτατικής και προκλητικής στρατηγικής της, και στην Ευρώπη όλα μένουν στα «αν» και τα «αλλά». Ο αμυντικός προϋπολογισμός για το 2021 των ΗΠΑ αποτελεί τον «οδηγό» στο θέμα των κυρώσεων και της στάσης απέναντι στην Τουρκία και για την Ευρώπη. Αυτό αποφάσισε η Σύνοδος των Ευρωπαίων. Πέραν αυτού, η Ελλάδα είναι ισχυρή επειδή στρατηγικά έχει συμμάχους στη Μεσόγειο (Ισραήλ, Αίγυπτο, Εμιράτα κ.λπ.) και επειδή συνδέεται με τους Αμερικανούς, όχι πλέον μέσω ΝΑΤΟ μονοδιάστατα, αλλά διμερώς, και με τη συμφωνία 3+1 (Ελλάδα - Κύπρος - Ισραήλ και ΗΠΑ). Τις αποφάσεις και τον σχεδιασμό για τα εθνικά της συμφέροντα η Ελλάδα πρέπει να τις πάρει αυτοτελώς και να τις συζητήσει, μέχρι τον Μάρτιο, με τους συμμάχους της διεθνώς αλλά και στην Ευρώπη (Γαλλία, Αυστρία).
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 12 Δεκεμβρίου
Την Ευρωπαϊκή Ενωση, στην εξέλιξη και κατόπιν της μετα-ψυχροπολεμικής διεύρυνσης, τη χειρίζεται με τρόπο καταλυτικό η Γερμανία. Η πλέον ισχυρή εμπορικά και νομισματικά δύναμη. Από εκεί και πέρα, κάθε σχεδιασμός ή συζήτηση, ειδικά και μετά την αποχώρηση της Βρετανίας, ότι η ευρωπαϊκή αυτή «κοινότητα» μπορεί να αποτελέσει γεωπολιτικό διεθνή πόλο ισχύος ή αυτονομημένη από τις ΗΠΑ στρατιωτική δύναμη, είναι φανερό πλέον ότι αποτελεί φαντασίωση.
Κάθε συζήτηση ότι η ευρωπαϊκή «κοινότητα» μπορεί να αποτελέσει γεωπολιτικό διεθνή πόλο ισχύος αποτελεί φαντασίωση
Στην Ελλάδα για δεκαετίες επικράτησε το δόγμα ότι η ένταξη της Ελλάδας στους κύριους πολυμερείς οργανισμούς της Δύσης, που δεν ήταν άλλοι από το ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ ή την Ε.Ε. και την ΟΝΕ στη συνέχεια, θα ήταν επαρκής για να διασφαλισθούν τα συμφέροντά της. Ζωτικά, κυριαρχικά, εδαφικά, στρατιωτικά, πολιτικά, οικονομικά, δημοσιονομικά, εμπορικά, διάρθρωσης. Στην ουσία, μια σειρά από πολιτικούς ηγέτες, κόμματα διακυβέρνησης και διαμορφωτές της κοινής της γνώμης καλλιέργησαν και ακολούθησαν μια λάθος στρατηγική. Οτι, εάν ετεροκαθορισθούμε ως προς τις κύριες αποφάσεις, στρατηγικού βάθους, της χώρας και μεταφέρουμε την ευθύνη των κεντρικών επιλογών στις δομές της ευρωπαϊκής «κοινότητας» -ομοσπονδίας στο μυαλό τους- και στο ΝΑΤΟ, τότε έχουμε λύσει όλα μας τα προβλήματα. Ακόμα και με την Τουρκία. Εφθασαν, μάλιστα, στο σημείο να υποστηρίζουν μετά παρρησίας ότι, εάν στις ίδιες δομές ενταχθεί και η Τουρκία, όλα τα ιστορικά ζητήματα της Ελλάδας θα λυθούν.
Η εποχή των «παραισθήσεων» αυτών τελείωσε για κάθε εχέφρονα άνθρωπο χθες, με την ανάγνωση των Συμπερασμάτων της τελευταίας Συνόδου Κορυφής. Τα πράγματα είναι απλά. Όπως φέρεται ότι τοποθετήθηκε και ο Ελληνας πρωθυπουργός. Οι Αμερικανοί παίρνουν αποφάσεις για κυρώσεις στην Τουρκία , εξαιτίας των S-400 και της εν γένει επεκτατικής και προκλητικής στρατηγικής της, και στην Ευρώπη όλα μένουν στα «αν» και τα «αλλά». Ο αμυντικός προϋπολογισμός για το 2021 των ΗΠΑ αποτελεί τον «οδηγό» στο θέμα των κυρώσεων και της στάσης απέναντι στην Τουρκία και για την Ευρώπη. Αυτό αποφάσισε η Σύνοδος των Ευρωπαίων. Πέραν αυτού, η Ελλάδα είναι ισχυρή επειδή στρατηγικά έχει συμμάχους στη Μεσόγειο (Ισραήλ, Αίγυπτο, Εμιράτα κ.λπ.) και επειδή συνδέεται με τους Αμερικανούς, όχι πλέον μέσω ΝΑΤΟ μονοδιάστατα, αλλά διμερώς, και με τη συμφωνία 3+1 (Ελλάδα - Κύπρος - Ισραήλ και ΗΠΑ). Τις αποφάσεις και τον σχεδιασμό για τα εθνικά της συμφέροντα η Ελλάδα πρέπει να τις πάρει αυτοτελώς και να τις συζητήσει, μέχρι τον Μάρτιο, με τους συμμάχους της διεθνώς αλλά και στην Ευρώπη (Γαλλία, Αυστρία).
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά το Σάββατο 12 Δεκεμβρίου