Από το πρωί της ∆ευτέρας οι συνθήκες, η δυναµική και οι συσχετισµοί στην περιοχή της Εγγύς Ανατολής και της Ανατολικής Μεσογείου έχουν αλλάξει. Οι σπάνιας έντασης σεισµοί που «χτύπησαν» την Ανατολική Τουρκία και τη Βορειοδυτική Συρία δηµιουργούν νέα δεδοµένα, που θα πρέπει να υπολογισθούν, άσχετα αν αυτό µοιάζει κυνικός ρεαλισµός, όταν καταµετρούνται χιλιάδες νεκροί, δεκάδες χιλιάδες τραυµατίες, εκατοντάδες χιλιάδες άστεγοι.

Το καθεστώς Ερντογάν είναι αναγκασµένο να λειτουργήσει µε εσωστρέφεια, αφού καλείται να αντιµετωπίσει επιπτώσεις θεοµηνίας, ενώ η οικονοµία της Τουρκίας βρίσκεται σε συνθήκες βαθιάς ύφεσης, στα όρια νοµισµατικής χρεοκοπίας. Επιθέσεις, έστω φραστικές ή υβριδικές, σε βάρος, για παράδειγµα, της Ελλάδας ή σχεδιασµοί για θερµές επιχειρήσεις στρατιωτικού τύπου στα συριακά εδάφη της Μεσοποταµίας δεν έχουν πλέον λογική, ούτε δυνατότητα. Από τα πρώτα 24ωρα ο πρόεδρος Ερντογάν κήρυξε 10 επαρχίες της Νότιας και Ανατολικής Τουρκίας σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τρεις µήνες. Ουσιαστικά δηλαδή µέχρι τις παραµονές των εθνικών εκλογών, που έχουν προκηρυχθεί για τις 14 Μαΐου. Από την άλλη πλευρά, υπό τις παρούσες συνθήκες θα ήταν σχήµα οξύµωρο, ακόµα και για την ηγεσία της Τουρκίας, να οργανώσει κάποια θερµά επεισόδια ή προβοκατόρικες ενέργειες σε βάρος της Ελλάδας, που έσπευσε σε ανθρωπιστική συνδροµή µε ειδικευµένο προσωπικό των Σωµάτων Ασφαλείας της (ΕΜΑΚ) στις επιχειρήσεις διάσωσης εγκλωβισµένων ή σε στήριξη µε κάθε τύπου πόρους ή αγαθά τής ζητήθηκαν από την Αγκυρα.

Οι εκλογές ταυτόχρονα στην Τουρκία, όταν γίνουν, είναι φυσικό πλέον να κριθούν από την αποτελεσµατικότητα του κρατικού µηχανισµού της χώρας απέναντι στην καταστροφή, αλλά και τη διεθνή συνδροµή που έτυχε η χώρα στο πλαίσιο του ΟΗΕ, της Ε.Ε., του ΝΑΤΟ, αλλά και διµερώς. Σηµειωτέον ότι οι περιοχές της Τουρκίας που κυρίως επλήγησαν αποτελούν σε µεγάλο βαθµό «δεξαµενές ψήφων» για το AKP και τον πρόεδρο Ερντογάν, εφόσον δεν είναι κατοικηµένες από Κούρδους.

Ο Τούρκος πρόεδρος από την αρχή µίλησε για συνδροµή 45 χωρών στην ανθρωπιστικού χαρακτήρα βοήθεια ή τη «διπλωµατία των σεισµών», όπως χαρακτηρίσθηκε σε µια προηγούµενη τραγωδία στην Τουρκία από σεισµούς, το 1999. Με τον τρόπο αυτό θέλησε, από τη µια, να δείξει το «βάθος» της στήριξης που έχει η Τουρκία στον κόσµο, υπό την έννοια ότι δεν είναι καθόλου «αποµονωµένη». Από την άλλη, θέλησε να υπογραµµίσει την ευρύτητα αυτής της βοήθειας, που δεν συνδέεται απλώς µε τις δυτικές δυνάµεις, τις ΗΠΑ, τη Βρετανία, την Ενωση της Ευρώπης, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία ή την Ιαπωνία, αλλά και µε την Κίνα, τη Ρωσία, την Ινδία, το Πακιστάν, το Ιράν, το Ιράκ.

Κρίσιµο ζήτηµα πάντως για την Τουρκία στην παρούσα φάση είναι η ασφάλεια των υδάτινων φραγµάτων, φαραωνικού τύπου, όπως το «Ατατούρκ», που δεσµεύουν τα νερά του Τίγρη και του Ευφράτη και της δίνουν ηγεµονική θέση στη Μέση Ανατολή. Φράγµατα που ήδη εκτιµάται ότι έχουν υποστεί δοµικές ζηµιές και ότι κινδυνεύουν µε κατάρρευση από την αλληλουχία των σεισµών. Εκτεθειµένη θα βρεθεί η Τουρκία εξάλλου και για την κατασκευή πυρηνικών σταθµών, υπό ρωσική εργολαβία και εποπτεία, στην περιοχή του Ακούγιου, που βρίσκεται σε απόλυτη γειτνίαση µε τις περιοχές που επλήγησαν. Πέραν της Τουρκίας, κρίσιµη είναι η κατάσταση στη Βορειοδυτική Συρία, στη Μεσοποταµία, όπου τα πράγµατα είναι πολύ πιο περίπλοκα. Υπάρχουν οι περιοχές των ανταρτών, που σε µεγάλο βαθµό πολέµησαν τον ISIS και επιβουλεύεται η Αγκυρα. Στις περιοχές αυτές έχουν δραστηριοποιηθεί οµάδες της οργάνωσης «Λευκά Κράνη», που, σύµφωνα µε δηµοσιεύµατα και εκθέσεις υπηρεσιών πληροφοριών που έχουν δει το φως της δηµοσιότητας, συνδέονται οργανικά µε τις µυστικές υπηρεσίες της Βρετανίας. Πέραν αυτών, έχουν πληγεί οι περιοχές σε Χαλέπι, Λαττάκεια (Λαοδικεία), Χάµα, Ταρτούς, Χολµς. Πολλές από τις πληγείσες περιοχές συναποτελούν µέρος του επονοµαζόµενου Συριακού Κουρδιστάν.

Ενδιαφέρουσα παράµετρος είναι ότι µετά τον εσωτερικό πόλεµο στη Συρία το καθεστώς Ασαντ στη ∆αµασκό είναι διπλωµατικά και ουσιαστικά αποµονωµένο από τις δυτικές δυνάµεις. Στην παρούσα φάση, η «διπλωµατία των σεισµών» και ο ΟΗΕ, που έχει κύριο ρόλο στην ανθρωπιστική συνδροµή, µε δεδοµένο ότι πάρα πολλές χώρες εξακολουθούν να µη διατηρούν διπλωµατικές αποστολές στη Συρία για λόγους ασφαλείας, µπορεί να λειτουργήσουν καταλυτικά στο «ξεπάγωµα» των διεθνών σχέσεων του καθεστώτος Ασαντ.

Αυτό µπορεί να λειτουργήσει είτε στην κατεύθυνση της διαδοχής, µε ασφάλεια για την ηγεσία, της οικογένειας Ασαντ και στην αφετηρία της ανασυγκρότησης της χώρας και µε δυτική παρουσία και όχι µόνον ρωσική εµπλοκή είτε στο ακριβώς αντίθετο. Στη διάσπαση της χώρας µε τη συγκρότηση εθνικού κράτους του Κουρδιστάν επί των συριακών εδαφών, κάτι που σε καµία περίπτωση δεν θέλει η Αγκυρα.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 12 Φεβρουαρίου 2023