Στις εκλογές του 2019 ο ΣΥΡΙΖΑ παρέδιδε τη διακυβέρνηση με την Ελλάδα θεσμικά εκτός μνημονίων από τον Αύγουστο του 2018, με αυξημένες υποχρεώσεις επιτήρησης από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το ΔΝΤ, αλλά και με έναν «κουμπαρά» της τάξης των 37 δισ. ευρώ περίπου, για δημοσιονομική ασφάλεια.

Το χρέος μακροπρόθεσμα «νοικοκυρεμένο» και η αξιοπιστία της χώρας, με την αναφερόμενη ως «κανονικότητα», σε αποδεκτά επίπεδα όχι μόνον για τα ελληνικά, αλλά και για τα ευρωπαϊκά ή διεθνή δεδομένα. Πέραν αυτών, στη διεθνή πολιτική ο ΣΥΡΙΖΑ, σε συγκυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ, είχε σπάσει το «άβατο» του αντιδυτικού ιδεασμού της Αριστεράς δομώντας συμμαχίες με τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τους συμμάχους στη Μεσόγειο, ενώ είχε προχωρήσει στην αμφισβητούμενη μεν στις παραμέτρους, σημαντική όμως για το διπλωματικό κεφάλαιο της Ελλάδας Συμφωνία των Πρεσπών με τη FYROM.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένας πολιτικός σχηματισμός που δεν είχε παρελθόν ούτε ευθύνες για τη χρεοκοπία της χώρας, τις σπατάλες, τη διαφθορά, το «κομματικό κράτος», ούτε φυσικά για τα μνημόνια που αποφασίστηκαν από τις κυβερνήσεις και τα κόμματα του 2010- 2012. Είχε ευθύνες για το τρίτο κατά σειρά μνημόνιο και τη συγκρότηση και εξέλιξη των πολιτικών του το πρώτο εξάμηνο του 2015, προχώρησε σε ένα δημοψήφισμα με αρνητικό αποτέλεσμα για την εφαρμογή των ευρωπαϊκών συμβιβασμών, επιλογή που δεν ακολούθησε προσαρμοζόμενος στην κανονικότητα των μνημονίων. Όμως κήρυξε εκλογές τον Σεπτέμβριο του 2015, που τις κέρδισε -προχωρώντας εκ νέου σε κυβέρνηση συνασπισμού με τους ΑΝΕΛ και όχι με το ΠΑΣΟΚ /ΚΙΝΑΛ, για παράδειγμα, ως «εγγύηση κανονικότητας» για το σύστημα Βερολίνου-Βρυξελλών- άρα νομιμοποιήθηκε από τους πολίτες η στρατηγική στροφή προς την Ευρώπη.

Η «προίκα» που του έδωσαν οι πολίτες στην αξιωματική αντιπολίτευση, της τάξης του 31,57% με 86 έδρες στο νέο Κοινοβούλιο, δεν ήταν καθόλου ευκαταφρόνητη και η προσδοκία ήταν να εξελιχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, με σύγκλιση Αριστεράς-Κεντροαριστεράς, σε ένα νέο δημοκρατικό-προοδευτικό κόμμα, έτερος πόλος διακυβέρνησης απέναντι στην Κεντροδεξιά-Δεξιά, που είχε κάνει ήδη από το 2015-2016 το βήμα στο μέλλον με την εκλογή στην ηγεσία του Κ. Μητσοτάκη, ο οποίος αναλάμβανε τότε τη διακυβέρνηση. Και τι έκαναν από τότε οι του ΣΥΡΙΖΑ; Το ακριβώς αντίθετο από αυτό που όλοι, ακόμη και αυτοί που δεν τους είχαν ψηφίσει, προϋπέθεταν. Χάθηκε μέσα στις κομματικές «καντρίλιες» μεταξύ της Αριστεράς του 3% και των στελεχών της Κεντροαριστεράς των προερχόμενων από το ΠΑΣΟΚ, χωρίς μέχρι σήμερα να έχουν κατορθώσει να πετύχουν μια δημιουργική κομματική συγκρότηση που να κοιτά το μέλλον. Ακολούθησαν μια αντιπολίτευση των «τρολ» του διαδικτύου, μηδενιστική, ισοπεδωτική, περιθωριακή, υβριστική απέναντι στον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση.

Καταψήφισαν βασικές συμφωνίες και εξοπλισμούς που οι ίδιοι επί διακυβέρνησής τους είχαν προδιαγράψει και δομήσει. Καταψήφισαν δηλαδή μέσα στο μένος τους και τη στρατηγική αμηχανία τους μέχρι και τον εαυτό τους. Αντί να πάρουν «μοντέλα» από τους Δημοκρατικούς των ΗΠΑ, τους Εργατικούς της Βρετανίας ή και του Μακρόν, που αποτελεί νεωτερικό πολιτικό σχηματισμό από τη Γαλλία, επέστρεψαν στο να «μιμηθούν» και να «αντιγράψουν», με γελοίο μάλιστα τρόπο, το ΠΑΣΟΚ και τη δομική αντιπολίτευση της «καμένης γης». Μα αν ήθελε ο κόσμος ΠΑΣΟΚ θα ψήφιζε το ΠΑΣΟΚ. Όχι τον ΣΥΡΙΖΑ! Οι απώλειες την Κυριακή ήταν δραματικές. Ας ξεκινήσουν από δύο διαπιστώσεις του Κ. Μητσοτάκη στην πρώτη μετεκλογική συνέντευξή του. Πρώτον, το 2023 δεν είναι 1980. Δεύτερον, ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε 12 μονάδες και η «φράξια» Ανδρουλάκη, ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, πήρε δύο.

Έχουν λοιπόν πιθανότητες για μια δεύτερη ευκαιρία στην αξιωματική αντιπολίτευση …

Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 26/5