Mπορεί να έχουμε μια ισχυρή κυβέρνηση, αλλά τα προβλήματα -όπως έδειξαν και οι δραματικές εξελίξεις το φετινό καλοκαίρι- δεν δίνουν πίστωση χρόνου. Είτε η οπαδική βία είτε οι πυρκαγιές, είτε η σιδηροδρομική τραγωδία στα Τέμπη την άνοιξη δίνουν ανάγλυφα την αναγκαιότητα της συγκρότησης ενός νέου κράτους. Ανάγλυφα αλλά και δραματικά, με νεκρούς και εκτεταμένες καταστροφές.

Το πιο απλοϊκό είναι να ισχυρισθεί κάποιος αυτό που επιχειρούν να εκφράσουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης ή το πλήθος της «μόνιμης οργής» των κοινωνικών δικτύων. Για όλα φταίει ο Μητσοτάκης. Τι προϋποθέτει κάτι τέτοιο; Εμπιστευτήκαμε στον Μητσοτάκη μια απαστράπτουσα Ferrari και αυτός μην έχοντας εμπειρία σε τέτοια σούπερ αυτοκίνητα τη «στούκαρε» και την κατέστρεψε; Συμβαίνει κάτι τέτοιο; Ας είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας και την πραγματικότητα. Φυσικά, όχι. Η εικόνα είναι απολύτως ανάστροφη.

Το κράτος και η διοίκηση είναι «αποσυναρμολογημένα». Οι περισσότεροι δημόσιοι υπάλληλοι και κρατικοί αξιωματούχοι έχουν στο μυαλό τους από νεαρή ηλικία το ύψος και το χρονοδιάγραμμα της συνταξιοδότησής τους. Τα επιδόματα, τα «παράθυρα» αποφυγής της εργασίας, το «ρουσφέτι» για το σε ποια υπηρεσία και πόστο θα τοποθετηθούν για να «λουφάρουν». Ουσιαστικά, πάνε στην εργασία τους -ως προαπαιτούμενο- για να μπει στον λογαριασμό τους στο τέλος του μήνα η «αποζημίωση» για τη θέση που κατέχουν. Είναι όλοι έτσι; Όχι, αλλά οι περισσότεροι. Φταίνε αυτοί; Όχι - το σύστημα που τους προσέλαβε με «ρουσφέτι», η εκπαίδευση που δεν υπήρξε για να αναλάβουν τα καθήκοντά τους, η αξιολόγηση που δεν έγινε για την προαγωγή τους, οι έλεγχοι περί διαφθοράς που δεν υπήρξαν και ούτω καθεξής. Τα πάντα είναι ζήτημα μηχανισμού και λειτουργίας, κανόνων και προαπαιτούμενων. Τελικά, ο λόγος για τη λειτουργική τάξη των πραγμάτων.

Ομοίως με τους δημοσίους υπαλλήλους και οι επιχειρήσεις. Άλλου τύπου «ρουσφέτι» και διαπλοκές εκεί. Για να κάνει κάποιος λεφτά στην Ελλάδα, θα πρέπει ακόμη να έχει έναν «μπάρμπα στην Κορώνη». Στον ιδιωτικό τομέα υπάρχει μια βαθιά διαφθορά στη νοοτροπία, τη βιαιότητα των εργασιακών σχέσεων, την απαξία του ανθρώπου. Εκεί, το ζήτημα δεν είναι λειτουργικό αλλά ηθικό. Άλλωστε, η Ελλάδα εδώ και πολλές δεκαετίες έχει απολέσει τον «παλαιό πλούτο» και τις αρχές που αυτός εξέπεμπε. Περισσεύουν άξεστοι «νεόπλουτοι», που, ακριβώς επειδή δεν έχουν μια ανώτερη αστική τάξη για να παρακολουθήσουν τον πολιτισμό της, χάσκουν και αναπαράγονται μέσα από τα «συμπλέγματά» τους.

Όλα αυτά μαζί, μας κάνουν μια Ελλάδα. Αυτή που ξέρουμε και φοβόμαστε τις περισσότερες φορές να το ομολογήσουμε. Ελλάδα είμαστε εμείς, οι Έλληνες. Ένας λαός ικανός για το καλύτερο και το χειρότερο, με την ίδια άνεση. Έχουμε όμως ένα χαρακτηριστικό που μας κάνει διακριτούς. Είμαστε ένας λαός «survivor». Μπορεί να είμαστε χαμένοι στο πουθενά. Άβουλοι και μοιραίοι. Και μέσα σε λίγα χρόνια να συγκροτηθούμε, να αλλάξουμε, να αναβαθμισθούμε, να εξελιχθούμε.

Είμαστε, ταυτόχρονα, ένα έθνος που για να προχωρά χρειάζεται ηγεσία, ψυχραιμία, παρρησία, συνέπεια και προπάντων: μεθοδολογία. Η ευκαιρία. Έχουμε τέτοια ηγεσία. Εμείς την αναδείξαμε και εκφράσαμε την εμπιστοσύνη μας στις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου. Γι’ αυτόν τον λόγο, θα ακούσουμε τον πρωθυπουργό μας, κ. Μητσοτάκη, και τις ανακοινώσεις του από τη ΔΕΘ. Χρειαζόμαστε δομική ανασυγκρότηση και αυτός, ο πλέον αρμόδιος, θα μας πει το πλάνο για την κοινή μας πορεία προς ένα νέο εθνικό… imperium.