Είναι απλό, εθνικές εκλογές θα έχουμε σε τέσσερα χρόνια
Η πολιτική κυριαρχία της Κεντροδεξιάς συνίσταται ουσιαστικά στη σταθερή ψήφο εμπιστοσύνης στη διακυβέρνηση Μητσοτάκη
Ίσως από κεκτημένη ταχύτητα πολιτικοί, κόμματα, μίντια και δημοσιολογούντες δείχνουν μια έφεση στο να συζητούν και να αναλύουν εκλογές, στην περίπτωσή μας τις περιφερειακές που εξελίσσονται με ψυχολογία και ατμόσφαιρα εθνικών εκλογών.
Η αποχή αλλά και η ψηφοφορία για περιφερειάρχες και δημάρχους έδειξαν με τον πλέον απτό τρόπο, ότι οι πολίτες, εν συνόλω, δεν έχουν καμία έφεση ή διάθεση να αντιμετωπίσουν τις ενδιάμεσες εκλογές μέχρι το 2027 σαν «crash test», εθνικών εκλογών. Οι Έλληνες ψήφισαν έπειτα από μια ιδιαίτερα μακρά και περιπετειώδη προεκλογική περίοδο, που ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2022 και έφθασε στις κάλπες του Μάιου και του Ιουνίου 2023, κυβέρνηση και κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αποφάσισαν τον πρωθυπουργό τους για πλήρη θητεία, όπως τους έχει συνηθίσει ο κ. Μητσοτάκης, και επέστρεψαν στις δουλειές και τα προβλήματα της καθημερινότητάς τους. Η ψήφος τους υπήρξε γενναία, αποφασιστική και με ενάργεια. Δεν έδειξαν κανέναν δισταγμό, με δύο διαφορετικά εκλογικά συστήματα, μάλιστα, για τον ποιον επιλέγουν για να τους κυβερνήσει.
Κινούμενοι ταυτόχρονα πολιτικά, αμιγώς και ουσιαστικά, έστειλαν στο περιθώριο τις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς, διασπασμένης πλέον μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, προκειμένου οι ηγεσίες και τα στελέχη τους να σκεφθούν με μια διαδικασία-σοκ, μεγαλύτερη για τη Κουμουνδούρου, ουσιαστική για την Χαριλάου Τρικούπη, τι πρέπει να επιλέξουν και να σχεδιάσουν προκειμένου να ανακτήσουν το δικαίωμα να διεκδικήσουν διακυβέρνηση. Σημειωτέον, άλλωστε, ότι η στρατηγική αμηχανία της Κεντροαριστεράς απέναντι στα ζητήματα των λαών και της επερχόμενης εποχής δεν είναι ελληνικό φαινόμενο, αλλά ευρωπαϊκό.
Η πολιτική κυριαρχία της Κεντροδεξιάς συνίσταται ουσιαστικά στη σταθερή ψήφο εμπιστοσύνης στη διακυβέρνηση Μητσοτάκη. Είναι μια επιλογή της πλειοψηφίας των πολιτών που δεν εξαρτάται, αποσπασματικά, από το κατά πόσον θα χειρισθεί η κυβέρνησή του μια κρίση ή μια απροσδόκητη δυστοκία, αλλά έχει υπόσταση ολιστική. Δηλαδή, βασίζεται στην προσδοκία ότι ο κ. Μητσοτάκης και οι υπουργοί του θα καταφέρουν να αποδώσουν στην αποδρομή τους, στην τελετή παράδοσης-παραλαβής με τους επόμενους, ένα νέο κράτος, μια νέα ευημερία, τηρουμένων των αναλογιών του ρεαλισμού και της προδιαγραφής των συνθηκών, και μια ασφαλή σταθερότητα που θα χαρακτηρίζει την Ελλάδα στη φάση μετάβασης της παγκόσμιας πραγματικότητας και που θα είναι σε εξέλιξη τουλάχιστον ως προς τις προδιαγραφές της, την επόμενη δεκαετία.
Η αποχή και η αδιαφορία που επέδειξαν στον πρώτο γύρο των περιφερειακών εκλογών δεν δείχνει ότι γίνονται κατανοητές ως προς το μήνυμά της από τις πολιτικές και κομματικές ελίτ. Και πιο είναι το μήνυμα; Απλώς ότι δεν υπήρχε πολιτικό μήνυμα που να έφερνε κάποια ανατροπή από την ψήφο στις εθνικές εκλογές. Στα «ρετιρέ» της εξουσίας δείχνουν να αγωνιούν για κάτι που οι πολίτες δεν παρακολουθούν. Δεν έχουν τη διάθεση απ’ ό,τι φαίνεται αλλά και την αιτιολογία να παρακολουθήσουν. Το ζήτημα γι’ αυτούς δεν είναι τι θα καταγραφεί στις περιφερειακές εκλογές που εξελίσσονται και αυτή την εβδομάδα ή τι θα προκύψει από τις ευρωεκλογές του επόμενου Ιουνίου. Για κυβέρνηση θα αποφασίσουν την άνοιξη του 2027, με τις συνθήκες και τους υπολογισμούς τού τότε. Βασική παράμετρος στην αξιολόγησή τους θα είναι το πώς θα έχει διαμορφωθεί και ποιος θα είναι ο απολογισμός της Κεντροδεξιάς τού τότε ή πώς θα έχει διαμορφωθεί από πλευράς επιτελείου, πολιτικών και δομών η Κεντροαριστερά τού τότε. Τα πολιτικά επιτελεία, λοιπόν, αντί να κυνηγούν «ανεμόμυλους», καλύτερα θα ήταν να συγκεντρωθούν στην καλύτερη αντιμετώπιση των κρίσιμων ζητημάτων του παρόντος και την ανάσχεση των επιπτώσεων των «θερμών πολέμων» και των φυσικών καταστροφών που προκύπτουν.
Έτσι, ξαφνικά, μια νύχτα...
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 10/10
Η αποχή αλλά και η ψηφοφορία για περιφερειάρχες και δημάρχους έδειξαν με τον πλέον απτό τρόπο, ότι οι πολίτες, εν συνόλω, δεν έχουν καμία έφεση ή διάθεση να αντιμετωπίσουν τις ενδιάμεσες εκλογές μέχρι το 2027 σαν «crash test», εθνικών εκλογών. Οι Έλληνες ψήφισαν έπειτα από μια ιδιαίτερα μακρά και περιπετειώδη προεκλογική περίοδο, που ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2022 και έφθασε στις κάλπες του Μάιου και του Ιουνίου 2023, κυβέρνηση και κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Αποφάσισαν τον πρωθυπουργό τους για πλήρη θητεία, όπως τους έχει συνηθίσει ο κ. Μητσοτάκης, και επέστρεψαν στις δουλειές και τα προβλήματα της καθημερινότητάς τους. Η ψήφος τους υπήρξε γενναία, αποφασιστική και με ενάργεια. Δεν έδειξαν κανέναν δισταγμό, με δύο διαφορετικά εκλογικά συστήματα, μάλιστα, για τον ποιον επιλέγουν για να τους κυβερνήσει.
Κινούμενοι ταυτόχρονα πολιτικά, αμιγώς και ουσιαστικά, έστειλαν στο περιθώριο τις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς, διασπασμένης πλέον μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, προκειμένου οι ηγεσίες και τα στελέχη τους να σκεφθούν με μια διαδικασία-σοκ, μεγαλύτερη για τη Κουμουνδούρου, ουσιαστική για την Χαριλάου Τρικούπη, τι πρέπει να επιλέξουν και να σχεδιάσουν προκειμένου να ανακτήσουν το δικαίωμα να διεκδικήσουν διακυβέρνηση. Σημειωτέον, άλλωστε, ότι η στρατηγική αμηχανία της Κεντροαριστεράς απέναντι στα ζητήματα των λαών και της επερχόμενης εποχής δεν είναι ελληνικό φαινόμενο, αλλά ευρωπαϊκό.
Η πολιτική κυριαρχία της Κεντροδεξιάς συνίσταται ουσιαστικά στη σταθερή ψήφο εμπιστοσύνης στη διακυβέρνηση Μητσοτάκη. Είναι μια επιλογή της πλειοψηφίας των πολιτών που δεν εξαρτάται, αποσπασματικά, από το κατά πόσον θα χειρισθεί η κυβέρνησή του μια κρίση ή μια απροσδόκητη δυστοκία, αλλά έχει υπόσταση ολιστική. Δηλαδή, βασίζεται στην προσδοκία ότι ο κ. Μητσοτάκης και οι υπουργοί του θα καταφέρουν να αποδώσουν στην αποδρομή τους, στην τελετή παράδοσης-παραλαβής με τους επόμενους, ένα νέο κράτος, μια νέα ευημερία, τηρουμένων των αναλογιών του ρεαλισμού και της προδιαγραφής των συνθηκών, και μια ασφαλή σταθερότητα που θα χαρακτηρίζει την Ελλάδα στη φάση μετάβασης της παγκόσμιας πραγματικότητας και που θα είναι σε εξέλιξη τουλάχιστον ως προς τις προδιαγραφές της, την επόμενη δεκαετία.
Η αποχή και η αδιαφορία που επέδειξαν στον πρώτο γύρο των περιφερειακών εκλογών δεν δείχνει ότι γίνονται κατανοητές ως προς το μήνυμά της από τις πολιτικές και κομματικές ελίτ. Και πιο είναι το μήνυμα; Απλώς ότι δεν υπήρχε πολιτικό μήνυμα που να έφερνε κάποια ανατροπή από την ψήφο στις εθνικές εκλογές. Στα «ρετιρέ» της εξουσίας δείχνουν να αγωνιούν για κάτι που οι πολίτες δεν παρακολουθούν. Δεν έχουν τη διάθεση απ’ ό,τι φαίνεται αλλά και την αιτιολογία να παρακολουθήσουν. Το ζήτημα γι’ αυτούς δεν είναι τι θα καταγραφεί στις περιφερειακές εκλογές που εξελίσσονται και αυτή την εβδομάδα ή τι θα προκύψει από τις ευρωεκλογές του επόμενου Ιουνίου. Για κυβέρνηση θα αποφασίσουν την άνοιξη του 2027, με τις συνθήκες και τους υπολογισμούς τού τότε. Βασική παράμετρος στην αξιολόγησή τους θα είναι το πώς θα έχει διαμορφωθεί και ποιος θα είναι ο απολογισμός της Κεντροδεξιάς τού τότε ή πώς θα έχει διαμορφωθεί από πλευράς επιτελείου, πολιτικών και δομών η Κεντροαριστερά τού τότε. Τα πολιτικά επιτελεία, λοιπόν, αντί να κυνηγούν «ανεμόμυλους», καλύτερα θα ήταν να συγκεντρωθούν στην καλύτερη αντιμετώπιση των κρίσιμων ζητημάτων του παρόντος και την ανάσχεση των επιπτώσεων των «θερμών πολέμων» και των φυσικών καταστροφών που προκύπτουν.
Έτσι, ξαφνικά, μια νύχτα...
Δημοσιεύτηκε στην ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ στις 10/10