Η εκλογή Κασσελάκη στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα µπορούσε να αποτελέσει µια συστηµική συνέχεια για το κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης. Αυτό ήταν και είναι «ηλίου φαεινότερο».

Αν υπήρχε µια πιο ευθύγραµµη εξέλιξη για το κόµµα, τα µέλη, παλιά αλλά και νέα, που συµµετείχαν στην ψηφοφορία θα επέλεγαν την Εφη Αχτσιόγλου από τη νεότερη γενιά ή τον Ε. Τσακαλώτο από την παλαιότερη ή και τον Ν. Παππά στην κεντροαριστερή οπτική. Τίποτα από όλα αυτά δεν συνέβη. Αρα µιλάµε από την αρχή, από τη δεύτερη Κυριακή της εσωκοµµατικής εκλογής νέας ηγεσίας στη µετα-Τσίπρα εποχή, για συνολική ανατροπή και άλµα στο µέλλον για τον ΣΥΡΙΖΑ. Εστω κι αν αυτό, επί του παρόντος, είναι οµιχλώδες ή για κάποιους ανύπαρκτο. Ο Στ. Κασσελάκης βρέθηκε στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ χάρη στη νέα ρύθµιση του εκλογικού νόµου, που προβλέπει και συµµετοχή υποψηφίων, δύο τον αριθµό, εξ αποδήµων. Σύµφωνα µε συγκεκριµένες πληροφορίες, υπήρξε και κάποια συζήτηση πριν από περίπου έξι µήνες για να θέσει υποψηφιότητα για τον ∆ήµο Αθηναίων, απέναντι τότε στον Κώστα Μπακογιάννη. Αυτή θα ήταν µια ενδιαφέρουσα και πολύ πιο εύλογη εξέλιξη από αυτήν που τελικά ακολουθήθηκε.

Οµως οι συνθήκες τον προηγούµενο Ιούνιο ήταν τέτοιες, που πολλοί από αυτούς που δεν συνηθίζουν να κάνουν εµφανίσεις στο προσκήνιο των µίντια ενεθάρρυναν µια συνολική ανατροπή στην «τάξη πραγµάτων» της αξιωµατικής αντιπολίτευσης. Μήπως και του συνόλου του κοµµατικού συστήµατος; Αλλωστε, και ο τρόπος που αντιµετώπισαν, «τιµώρησαν» είναι το πιο σωστό, τον ΣΥΡΙΖΑ οι πολίτες και στις δύο τελευταίες εκλογές, για την ανυπαρξία του, την αστοχία και τις παλιοµοδίτικες εµµονές του στην αντιπολίτευση την τετραετία 2019-2023, ήταν τόσο αρνητικά καταιγιστικός, που ενεθάρρυνε υποψηφιότητα πέραν κάθε πρόβλεψης. Το περιβάλλον που αντιµετώπισε και αντιµετωπίζει ο Στ. Κασσελάκης την επόµενη ηµέρα της εκλογής του δεν είναι συνηθισµένο σε σχέση µε την επόµενη ηµέρα µιας νέας ηγεσίας σε οποιοδήποτε κόµµα, δεξιό, κεντρώο, αριστερό. Κι αυτό είναι κάτι λογικό. Μιλάµε για ένα τέλος εποχής για τον ΣΥΡΙΖΑ και την ανανεωτική, ριζοσπαστική Αριστερά, µε την πολιτική παράδοση της διάσπασης του ΚΚΕ και του παλιού Συνασπισµού της Αριστεράς.

Η αποχώρηση της «αριστερής φρουράς» από το κόµµα είναι από τη µια φυσιολογική αντίδραση, αλλά από την άλλη εκπλήσσει η δριµύτητα µε την οποία εξελίσσεται σε επίπεδο δηλώσεων και ύφους. Ερώτηµα φυσικά παραµένει τι θα κάνει η «οµάδα Αχτσιόγλου». Θα στριµωχθεί στην «αριστερή φρουρά» ως νεότερη γενιά ή θα «ρισκάρει» την εποχή Κασσελάκη, ενισχύοντας µια συνέχεια «κυβερνώσας Αριστεράς» για τον επόµενο ΣΥΡΙΖΑ σε έναν συσχετισµό µε τους σοσιαλιστές ή σοσιαλδηµοκράτες τους προερχόµενους από το ΠΑΣΟΚ; Αυτό πάντως που επί του παρόντος δεν µπορεί να υπολογισθεί είναι αν η εποχή Κασσελάκη έχει πολιτική προοπτική κυριαρχίας στους «∆ηµοκρατικούς» ή αποτελεί από τις προδιαγραφές της ένα άλµα τόσο µακρύ για το πολιτικό σύστηµα της Ελλάδας, που θα πέσει στο κενό. Ολα θα κριθούν στην πορεία, που προβλέπεται µακρά και σίγουρα δεν µπορεί να αποκρυπτογραφηθεί στις «επισπεύδουσες» δηµοσκοπήσεις του παρόντος, που απλώς καταγράφουν τις εντυπώσεις από ένα κόµµα σε διάλυση και από την παρουσία ενός προέδρου σε εσωκοµµατική τρικυµία. Πέραν αυτών, τι εκφράζει ο κ. Κασσελάκης µε τη µέχρι σήµερα, πρώιµη πολιτικά και «θυελλώδη» επικοινωνιακή παρουσία του; Εναν «τραµπισµό» ελληνικού τύπου; Μια αµερικανική σχολή Αριστεράς, που δεν εκπροσωπεί ούτε την κλασική σχολή δικαιωµατισµού, τύπου Κούλογλου, και µεταεθνικής παγκοσµιοποίησης;

Ο νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ µιλά, κινείται και φωτογραφίζεται µε όρους και εκφράσεις του απόδηµου Ελληνισµού. Χρησιµοποιεί απλές λέξεις, µε βαθιές έννοιες και εθνική στρατηγική, αναδεικνύοντας κοφτές, αταξικές ως προς τον ελιτισµό τους, συνδέσεις. Κινείται στη βάση ενός έντονου κοινωνικού ακτιβισµού, που θα µπορούσε να θυµίζει καµπάνιες αµερικανικού τύπου, αλλά τελικά παραπέµπει κάπου αλλού. Ο Στ. Κασσελάκης εκφράζει και κινείται στη βάση ενός ελληνικού τύπου «περονισµού». Είναι ταυτόχρονα σταρ, υπερασπιστής των φτωχών και των αδικηµένων, αλλά και προπάτορας µιας νέας κοινωνικής συγκρότησης και ηγεσίας, που απευθύνεται στις πολύ νεότερες γενιές, κάτω των 30. Αυτές που καλεί να γίνουν η αφετηριακή βάση µιας νέας πραγµατικότητας, µε αριστερό πρόσηµο, αλλά και εθνική ταυτότητα. Οι νεότερες γενιές δεν µιλούν περίπλοκα ελληνικά, δεν ενδιαφέρονται για κοµµατικές συνελεύσεις και συνδικάτα, δεν γνωρίζουν σε βάθος Ιστορία, έχουν ως µέσο έκφρασης τα κινητά τους τηλέφωνα και τις ψηφιακές εφαρµογές.

O Στ. Κασσελάκης, ως «εικονοκλαστική» πολιτική ηγετική περσόνα, στην περίπτωση που δοµηθεί ένα κόµµα µε πρόγραµµα και επιτελείο διακυβέρνησης, θα µπορούσε να πετύχει την εναλλακτική στη δεσπόζουσα, συστηµική και συγκροτηµένη διακυβέρνηση της Κεντροδεξιάς, µετά την εποχή Μητσοτάκη που εξελίσσεται. Αυτό σηµαίνει φυσικά ότι το «Αµερικανάκι» (φρασεολογία Θ. Καρτερού) θα πρέπει να είναι στη θέση του και τον επόµενο Νοέµβριο…

Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 18/11