Διεσπασμένη κεντροαριστερά και συνεκτική κεντροδεξιά
Η ΝΔ υπό την ηγεσία Μητσοτάκη δεν διασφαλίζει μόνον τη σταθερότητα της διακυβέρνησης αλλά και τη «βιωσιμότητα» του πολιτικού συστήματος
Η μακρά συνεδρίαση των 40ρηδων του ΣΥΡΙΖΑ υπό Χαρίτση, Αχτσιόγλου, Ηλιόπουλο, Τζανακόπουλο με στελέχη από όλη την Ελλάδα δείχνει ότι και αυτή η ομάδα θα πάρει τον δρόμο της διάσπασης από τον ΣΥΡΙΖΑ υπό Κασσελάκη παρά τις προσπάθειες της νέας ηγεσίας να διασφαλίσει την παραμονή τους.
Και αυτή η εξέλιξη πιστοποιεί ένα γεγονός μάλλον πρωτόγνωρο για την εποχή της Μεταπολίτευσης, τον τελευταίο δηλαδή μισό αιώνα. Το νέο χαρακτηριστικό είναι ότι σε ένα Κοινοβούλιο που προέκυψε από τις τελικές εκλογές του Ιουνίου με 8 κόμματα, μεγαλύτερος αριθμός από τον συνήθη, συνεχίζονται οι διασπάσεις με «κορμό» τον ΣΥΡΙΖΑ, αντί να δημιουργούνται συσπειρώσεις. Το πολύ ενδιαφέρον και, επίσης, κύριο γνώρισμα είναι ότι συνεχίζεται η πανσπερμία κομμάτων και κινήσεων κατά βάση στον χώρο της Κεντροαριστεράς - Αριστεράς, όπου σε αντίθεση με την Κεντροδεξιά - Δεξιά δεν υπάρχει δεσπόζουσα δύναμη, κατ’ αναλογία έστω με τη Νέα Δημοκρατία, αλλά μια πανσπερμία κομμάτων, κινήσεων και «μορφωμάτων», με όλα τα κόμματα όμως κάτω από 15% και μικρές σχετικά ομάδες βουλευτών.
Το όλο σκηνικό θυμίζει εν πολλοίς Μεσοπόλεμο και θα αποτελούσε μια μεγάλη πολιτική και πολιτειακή περιπέτεια αστάθειας για την Ελλάδα, όπως και τότε που είχαμε κυβερνητικούς σχηματισμούς ευκαιριακούς και βραχύβιους, αν οι Έλληνες δεν είχαν ψηφίσει στις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου με πολύ σαφή, κατηγορηματικό και συγκεκριμένο τρόπο τη διακυβέρνησή τους. Η ψήφος εμπιστοσύνης στον πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη και στον πολιτικό σχηματισμό της πλειοψηφίας, τη Νέα Δημοκρατία, ήταν τέτοιας έντασης που διασφάλισε και διασφαλίζει με ορίζοντα τετραετίας την πολιτική σταθερότητα στη χώρα. Σε μια συγκυρία που η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και η διεθνοποίηση της οικονομίας μέσα από την ταυτόχρονη προσέλκυση ξένων επενδύσεων και την ενίσχυση της εγχώριας επιχειρηματικότητας δημιουργούν συνθήκες τελικά «success story» για την ελληνική οικονομία, χωρίς μάλιστα τον κίνδυνο δημιουργίας «φούσκας», χρηματιστηριακής ή συστημικής.
Είναι προαπαιτούμενο άλλωστε στο σύστημα κανονικότητας και ανάκαμψης της χώρας, σύμφωνα με τη στρατηγική και το όραμα Μητσοτάκη για τον εκσυγχρονισμό των δομών και τη μεταρρύθμιση των δυνάμεων παραγωγής, η κυβερνητική ευστάθεια σε συνάρτηση με τον χρονικό ορίζοντα. Ομοίως και για τον διεθνή παράγοντα. Αυτό, όμως, που είναι επιπλέον ενδιαφέρον είναι ότι ακόμη και η πολυδιάσπαση στην Κεντροαριστερά - Αριστερά τελικά αποτελεί σταθεροποιητικό παράγοντα ότι εκλογές θα έχουμε τον Ιούνιο του 2027. Γιατί η αντιπολίτευση χρειάζεται χρόνο για τον εαυτό της. Αν δούμε την πραγματικότητα του κομματικού συστήματος πιο αναλυτικά, αξίζει να υπογραμμισθεί ότι η Νέα Δημοκρατία δεν είναι μόνον ισχυρή σε αριθμό βουλευτών στο Κοινοβούλιο αλλά και συνεκτική ως προς τη δομή του κόμματος και την πειθαρχία της. Επίσης, τα πολιτικά σχήματα δεξιά της είτε πρόκειται για την Ελληνική Λύση του Βελόπουλου είτε για «μορφώματα» όπως οι Σπαρτιάτες ή η Νίκη είναι περιορισμένης εμβέλειας ή σεχταριστικά.
Στην αντίθετη πλευρά, η πολυδιάσπαση στην Κεντροαριστερά είναι δομική, αφού για παράδειγμα οι εντυπωσιακά φυγόκεντρες δυνάμεις στον ΣΥΡΙΖΑ δεν δίνουν «διέξοδο ευκαιρίας» στο ΠΑΣΟΚ για έναν νέο διπολισμό εξουσίας ή οι «αριστερές» συνιστώσες που αυτονομούνται από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν σημαίνει, τουλάχιστον όπως προκύπτει από αρχικές δημοσκοπήσεις, ότι σηματοδοτούν νέα πολιτικά σχήματα ισχυρά που μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτικό δίπολο στην Κεντροδεξιά. Ομοίως, προσωποπαγή σχήματα όπως το ΜέΡΑ25 του Βαρουφάκη ή η Πλεύση Ελευθερίας της Κωνσταντοπούλου δεν δείχνουν να διαφεύγουν από τις αρχικές προδιαγραφές τους. Το όλο περιβάλλον όπως διαμορφώνεται θυμίζει, όπως προαναφέραμε, Μεσοπόλεμο ή την πολυδιάσπαση που επικρατούσε στον αντι-δεξιό χώρο, πριν από τη συγκρότηση της Ένωσης Κέντρου μεταπολεμικά.
Έτσι η Νέα Δημοκρατία υπό την ηγεσία Μητσοτάκη δεν διασφαλίζει μόνον τη σταθερότητα της διακυβέρνησης αλλά και τη «βιωσιμότητα» του πολιτικού συστήματος.
Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή στις 21/11
Και αυτή η εξέλιξη πιστοποιεί ένα γεγονός μάλλον πρωτόγνωρο για την εποχή της Μεταπολίτευσης, τον τελευταίο δηλαδή μισό αιώνα. Το νέο χαρακτηριστικό είναι ότι σε ένα Κοινοβούλιο που προέκυψε από τις τελικές εκλογές του Ιουνίου με 8 κόμματα, μεγαλύτερος αριθμός από τον συνήθη, συνεχίζονται οι διασπάσεις με «κορμό» τον ΣΥΡΙΖΑ, αντί να δημιουργούνται συσπειρώσεις. Το πολύ ενδιαφέρον και, επίσης, κύριο γνώρισμα είναι ότι συνεχίζεται η πανσπερμία κομμάτων και κινήσεων κατά βάση στον χώρο της Κεντροαριστεράς - Αριστεράς, όπου σε αντίθεση με την Κεντροδεξιά - Δεξιά δεν υπάρχει δεσπόζουσα δύναμη, κατ’ αναλογία έστω με τη Νέα Δημοκρατία, αλλά μια πανσπερμία κομμάτων, κινήσεων και «μορφωμάτων», με όλα τα κόμματα όμως κάτω από 15% και μικρές σχετικά ομάδες βουλευτών.
Το όλο σκηνικό θυμίζει εν πολλοίς Μεσοπόλεμο και θα αποτελούσε μια μεγάλη πολιτική και πολιτειακή περιπέτεια αστάθειας για την Ελλάδα, όπως και τότε που είχαμε κυβερνητικούς σχηματισμούς ευκαιριακούς και βραχύβιους, αν οι Έλληνες δεν είχαν ψηφίσει στις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου με πολύ σαφή, κατηγορηματικό και συγκεκριμένο τρόπο τη διακυβέρνησή τους. Η ψήφος εμπιστοσύνης στον πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη και στον πολιτικό σχηματισμό της πλειοψηφίας, τη Νέα Δημοκρατία, ήταν τέτοιας έντασης που διασφάλισε και διασφαλίζει με ορίζοντα τετραετίας την πολιτική σταθερότητα στη χώρα. Σε μια συγκυρία που η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και η διεθνοποίηση της οικονομίας μέσα από την ταυτόχρονη προσέλκυση ξένων επενδύσεων και την ενίσχυση της εγχώριας επιχειρηματικότητας δημιουργούν συνθήκες τελικά «success story» για την ελληνική οικονομία, χωρίς μάλιστα τον κίνδυνο δημιουργίας «φούσκας», χρηματιστηριακής ή συστημικής.
Είναι προαπαιτούμενο άλλωστε στο σύστημα κανονικότητας και ανάκαμψης της χώρας, σύμφωνα με τη στρατηγική και το όραμα Μητσοτάκη για τον εκσυγχρονισμό των δομών και τη μεταρρύθμιση των δυνάμεων παραγωγής, η κυβερνητική ευστάθεια σε συνάρτηση με τον χρονικό ορίζοντα. Ομοίως και για τον διεθνή παράγοντα. Αυτό, όμως, που είναι επιπλέον ενδιαφέρον είναι ότι ακόμη και η πολυδιάσπαση στην Κεντροαριστερά - Αριστερά τελικά αποτελεί σταθεροποιητικό παράγοντα ότι εκλογές θα έχουμε τον Ιούνιο του 2027. Γιατί η αντιπολίτευση χρειάζεται χρόνο για τον εαυτό της. Αν δούμε την πραγματικότητα του κομματικού συστήματος πιο αναλυτικά, αξίζει να υπογραμμισθεί ότι η Νέα Δημοκρατία δεν είναι μόνον ισχυρή σε αριθμό βουλευτών στο Κοινοβούλιο αλλά και συνεκτική ως προς τη δομή του κόμματος και την πειθαρχία της. Επίσης, τα πολιτικά σχήματα δεξιά της είτε πρόκειται για την Ελληνική Λύση του Βελόπουλου είτε για «μορφώματα» όπως οι Σπαρτιάτες ή η Νίκη είναι περιορισμένης εμβέλειας ή σεχταριστικά.
Στην αντίθετη πλευρά, η πολυδιάσπαση στην Κεντροαριστερά είναι δομική, αφού για παράδειγμα οι εντυπωσιακά φυγόκεντρες δυνάμεις στον ΣΥΡΙΖΑ δεν δίνουν «διέξοδο ευκαιρίας» στο ΠΑΣΟΚ για έναν νέο διπολισμό εξουσίας ή οι «αριστερές» συνιστώσες που αυτονομούνται από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν σημαίνει, τουλάχιστον όπως προκύπτει από αρχικές δημοσκοπήσεις, ότι σηματοδοτούν νέα πολιτικά σχήματα ισχυρά που μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτικό δίπολο στην Κεντροδεξιά. Ομοίως, προσωποπαγή σχήματα όπως το ΜέΡΑ25 του Βαρουφάκη ή η Πλεύση Ελευθερίας της Κωνσταντοπούλου δεν δείχνουν να διαφεύγουν από τις αρχικές προδιαγραφές τους. Το όλο περιβάλλον όπως διαμορφώνεται θυμίζει, όπως προαναφέραμε, Μεσοπόλεμο ή την πολυδιάσπαση που επικρατούσε στον αντι-δεξιό χώρο, πριν από τη συγκρότηση της Ένωσης Κέντρου μεταπολεμικά.
Έτσι η Νέα Δημοκρατία υπό την ηγεσία Μητσοτάκη δεν διασφαλίζει μόνον τη σταθερότητα της διακυβέρνησης αλλά και τη «βιωσιμότητα» του πολιτικού συστήματος.
Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή στις 21/11