Γιατί δεν αναθεωρείται η Συνθήκη της Λωζάνης
Ο κ. Συρίγος μίλησε ως ειδικός σε μια επιστημονική ανάλυση και η κυβέρνηση με τον πλέον επίσημο τρόπο ξεκαθάρισε τη θέση της
Ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας και αξιότιμος καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Α. Συρίγος, δεν λογίζεται στον κύκλο των «ενδοτικών» ως προς την ελληνοτουρκική προσέγγιση πανεπιστημιακών, ούτε εντάσσεται στον κύκλο του γνωστού για τις υποχωρητικές απόψεις και τις στρατηγικές του «εξωχώριου ρεαλισμού» απέναντι στις θέσεις της Άγκυρας πριν και κατά τη μακρά διάρκεια της παρουσίας Ερντογάν στην ηγεσία της χώρας.
Επίσης στο πολιτικό σκέλος, ως βουλευτής της Α΄ Αθήνας, ακολουθεί πάντα προσεγγίσεις πολύ μετρημένες, με επιστημονικό υπόβαθρο και καθόλου επιπόλαιες. Υπό την έννοια αυτή πολύ λογικά δημιούργησε έκπληξη, πολιτικό αιφνιδιασμό και δημόσιο σχολιασμό από την πλευρά των κομμάτων της αντιπολίτευσης και γενικότερα η αιφνιδιαστική σε κάθε περίπτωση τοποθέτησή του στην πρωινή ζώνη του Σκάι, την πρώτη εργάσιμη ημέρα, περί ορίζοντα αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάννης, αφού στο συντριπτικό της περιεχόμενο την έκρινε ως παρωχημένη.
Η διατύπωση του που σχολιάσθηκε περισσότερο ήταν αυτή που ανέφερε ότι «είναι μια βασική συμφωνία, έχει άλλες 14 συμφωνίες, παραρτήματα κλ.π. Το 97% όλων αυτών στο σήμερα είναι παρωχημένο». Επιχειρηματολογώντας σχετικά μίλησε για παράδειγμα για τα «συμμαχικά νεκροταφεία», για την «ανταλλαγή αιχμαλώτων» ή για τον εξοπλισμό που αποτελούσε τη στρατιωτικοποίηση της εποχής, τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που πράγματι είναι διατάξεις ανούσιες για τα σημερινά δεδομένα.
Ο κ. Συρίγος όμως είναι πολύ έμπειρος άνθρωπος σε αυτή τη θεματολογία και κάνει εντύπωση ότι απέφυγε κάθε αναφορά σε αυτήν την προ αιώνος, στην κυριολεξία, υπογραφείσα συνθήκη, για την οποία -ενώ έχει καταπατηθεί επανειλημμένα και σε πολύ σοβαρές προβλέψεις της από την Τουρκία- ουδέποτε τέθηκε σοβαρά ζήτημα αναθεώρησής της, ακόμη και από την Άγκυρα, που σε διαφορετικές χρονικές περιόδους χρησιμοποιεί συνθηματολογικά και ως πρόκληση την επαναδιατύπωσή της. Για παράδειγμα καταπατήθηκε στην περίπτωση της εισβολής και κατοχής από την Τουρκία της βόρειας Κύπρου. Σε σχέση με τους Ρωμιούς της νομαρχίας Κωσταντινούπολης, που διώχθησαν, όπως και σχετικά με τα δικαιώματα προστασίας των Ρωμιών σε Ίμβρο και Τένεδο. Ως προς το καθεστώς διεθνούς νομιμότητας του Οικουμενικού Πατριαρχείου -και όχι Εθναρχίας-, που υποτιμάται συστηματικά από τις τουρκικές Αρχές.
Ακόμη και στο πεδίο της στρατιωτικοποίησης των νησιών του Αιγαίου ή της εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδας στα Δωδεκάνησα, που ανέλαβε ως νικήτρια του Β΄ ΠΠ από την Ιταλία, οι θέσεις της Τουρκίας είναι έκθετες σε σχέση με τις προβλέψεις της Λωζάννης (1923) αλλά και της συνδεόμενης με αυτήν συνθήκης ή πρωτοκόλλου του Μοντρέ (1936), που καθορίζει το καθεστώς των στενών του Βοσπόρου επιτρέποντας στην Τουρκία να έχει έλεγχο αλλά και στην Ελλάδα να στρατιωτικοποιήσει τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη.
Η Συνθήκη της Λωζάννης κατά κύριο λόγο καθορίζει τα σύνορα της Τουρκίας και αποτελεί αναθεώρηση της Συνθήκης των Σεβρών (1920). Ταυτόχρονα δημιουργεί συνθήκες σταθερότητας για όλη την περιοχή. Είναι μια ιδιαίτερα πολυμερής διεθνής συνθήκη που υπογράφεται από όλους τους συμμετέχοντες στον Α΄ ΠΠ, και όχι διμερώς από Ελλάδα και Τουρκία. Σημειωτέον ότι αναγνωρίζει ως Έλληνες τη μειονότητα της Πόλης, και για τον λόγο αυτό τους εδίωξε η τουρκική ηγεσία, και ως μουσουλμάνους τους μειονοτικούς στη δυτική Θράκη και όχι ως Τούρκους. Η κυβέρνηση με τον πλέον επίσημο τρόπο, διά του κυβερνητικού εκπροσώπου, κ. Μαρινάκη, στην ίδια τηλεοπτική εκπομπή το επόμενο πρωινό ξεκαθάρισε τη θέση της. Ο κ. Συρίγος μίλησε (ενδεχομένως) ως ειδικός σε μια επιστημονική ανάλυση (on air) σε επιμέρους σημεία της Συνθήκης της Λωζάννης, αφού και ο ίδιος αναγνώρισε ότι στο πεδίο των συνόρων και των μειονοτήτων τίποτα δεν παρωχημένο.
Για την κυβέρνηση της χώρας και την Ελλάδα δεν τίθεται ζήτημα αναθεώρησης . Ακόμη και για την Τουρκία, ούτως ή άλλως, κάτι τέτοιο θα ήταν εξόχως επικίνδυνο...
Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή στις 4/1
Επίσης στο πολιτικό σκέλος, ως βουλευτής της Α΄ Αθήνας, ακολουθεί πάντα προσεγγίσεις πολύ μετρημένες, με επιστημονικό υπόβαθρο και καθόλου επιπόλαιες. Υπό την έννοια αυτή πολύ λογικά δημιούργησε έκπληξη, πολιτικό αιφνιδιασμό και δημόσιο σχολιασμό από την πλευρά των κομμάτων της αντιπολίτευσης και γενικότερα η αιφνιδιαστική σε κάθε περίπτωση τοποθέτησή του στην πρωινή ζώνη του Σκάι, την πρώτη εργάσιμη ημέρα, περί ορίζοντα αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάννης, αφού στο συντριπτικό της περιεχόμενο την έκρινε ως παρωχημένη.
Η διατύπωση του που σχολιάσθηκε περισσότερο ήταν αυτή που ανέφερε ότι «είναι μια βασική συμφωνία, έχει άλλες 14 συμφωνίες, παραρτήματα κλ.π. Το 97% όλων αυτών στο σήμερα είναι παρωχημένο». Επιχειρηματολογώντας σχετικά μίλησε για παράδειγμα για τα «συμμαχικά νεκροταφεία», για την «ανταλλαγή αιχμαλώτων» ή για τον εξοπλισμό που αποτελούσε τη στρατιωτικοποίηση της εποχής, τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που πράγματι είναι διατάξεις ανούσιες για τα σημερινά δεδομένα.
Ο κ. Συρίγος όμως είναι πολύ έμπειρος άνθρωπος σε αυτή τη θεματολογία και κάνει εντύπωση ότι απέφυγε κάθε αναφορά σε αυτήν την προ αιώνος, στην κυριολεξία, υπογραφείσα συνθήκη, για την οποία -ενώ έχει καταπατηθεί επανειλημμένα και σε πολύ σοβαρές προβλέψεις της από την Τουρκία- ουδέποτε τέθηκε σοβαρά ζήτημα αναθεώρησής της, ακόμη και από την Άγκυρα, που σε διαφορετικές χρονικές περιόδους χρησιμοποιεί συνθηματολογικά και ως πρόκληση την επαναδιατύπωσή της. Για παράδειγμα καταπατήθηκε στην περίπτωση της εισβολής και κατοχής από την Τουρκία της βόρειας Κύπρου. Σε σχέση με τους Ρωμιούς της νομαρχίας Κωσταντινούπολης, που διώχθησαν, όπως και σχετικά με τα δικαιώματα προστασίας των Ρωμιών σε Ίμβρο και Τένεδο. Ως προς το καθεστώς διεθνούς νομιμότητας του Οικουμενικού Πατριαρχείου -και όχι Εθναρχίας-, που υποτιμάται συστηματικά από τις τουρκικές Αρχές.
Ακόμη και στο πεδίο της στρατιωτικοποίησης των νησιών του Αιγαίου ή της εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδας στα Δωδεκάνησα, που ανέλαβε ως νικήτρια του Β΄ ΠΠ από την Ιταλία, οι θέσεις της Τουρκίας είναι έκθετες σε σχέση με τις προβλέψεις της Λωζάννης (1923) αλλά και της συνδεόμενης με αυτήν συνθήκης ή πρωτοκόλλου του Μοντρέ (1936), που καθορίζει το καθεστώς των στενών του Βοσπόρου επιτρέποντας στην Τουρκία να έχει έλεγχο αλλά και στην Ελλάδα να στρατιωτικοποιήσει τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη.
Η Συνθήκη της Λωζάννης κατά κύριο λόγο καθορίζει τα σύνορα της Τουρκίας και αποτελεί αναθεώρηση της Συνθήκης των Σεβρών (1920). Ταυτόχρονα δημιουργεί συνθήκες σταθερότητας για όλη την περιοχή. Είναι μια ιδιαίτερα πολυμερής διεθνής συνθήκη που υπογράφεται από όλους τους συμμετέχοντες στον Α΄ ΠΠ, και όχι διμερώς από Ελλάδα και Τουρκία. Σημειωτέον ότι αναγνωρίζει ως Έλληνες τη μειονότητα της Πόλης, και για τον λόγο αυτό τους εδίωξε η τουρκική ηγεσία, και ως μουσουλμάνους τους μειονοτικούς στη δυτική Θράκη και όχι ως Τούρκους. Η κυβέρνηση με τον πλέον επίσημο τρόπο, διά του κυβερνητικού εκπροσώπου, κ. Μαρινάκη, στην ίδια τηλεοπτική εκπομπή το επόμενο πρωινό ξεκαθάρισε τη θέση της. Ο κ. Συρίγος μίλησε (ενδεχομένως) ως ειδικός σε μια επιστημονική ανάλυση (on air) σε επιμέρους σημεία της Συνθήκης της Λωζάννης, αφού και ο ίδιος αναγνώρισε ότι στο πεδίο των συνόρων και των μειονοτήτων τίποτα δεν παρωχημένο.
Για την κυβέρνηση της χώρας και την Ελλάδα δεν τίθεται ζήτημα αναθεώρησης . Ακόμη και για την Τουρκία, ούτως ή άλλως, κάτι τέτοιο θα ήταν εξόχως επικίνδυνο...
Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή στις 4/1