Η Ευρώπη ως οντότητα, ως δοµή και ως λειτουργία αναφέρεται στο παρελθόν. Στο τέλος της εποχής του Ψυχρού Πολέµου και στην αφετηρία της παγκοσµιοποίησης, µε απόλυτη κυριαρχία της ∆ύσης, του χρηµατιστηριακού καπιταλισµού και των αυτορρυθµιζόµενων αγορών.

Ουσιαστικά, ο λόγος για τη διεθνή συγκυρία 30 χρόνια πριν. Επίσης, για µια Κοινότητα των 12 µελών τότε, 27 σήµερα, µετά την αποχώρηση της Βρετανίας, µε προοπτική να φθάσει, αν υπολογίσουµε και τις χώρες που είναι σε προενταξιακή διαδικασία, στα 35-36 µέλη. Πέραν αυτού και πριν ακόµη από την εξέγερση των αγροτών που εξελίσσεται αυτές τις ηµέρες, αναγκάζοντας την κεντρική δοµή να σκεφθεί εκ νέου την επόµενη Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), λειτουργεί σαν µεγάλη πολυεθνική και όχι ως διακυβερνητική συνέλευση των εθνικών κρατών που τη συγκροτούν. Οι υπερεξουσίες της Κοµισιόν και ο περιορισµένος ρόλος του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου, των πολιτικών ηγετών και των εκλεγµένων εθνικών κυβερνήσεων δείχνουν παράταιρα µε την επιστροφή στα έθνη και τον έλεγχο των αγορών, προκειµένου να περιορισθούν οι ανισότητες στον πλούτο και να προφυλαχθεί η καταναλωτική δεινότητα των πολιτών, άρα ο καπιταλισµός στη βασική του λειτουργία σε σχέση µε την παραγωγή.

Η επικεφαλής της Κοµισιόν, Φον ντερ Λάιεν, για παράδειγµα, την Τετάρτη, επιχειρώντας να υπερασπιστεί τη νέα ΚΑΠ και ταυτόχρονα να «αµυνθεί» στη συγκροτηµένη διαµαρτυρία των αγροτών-κτηνοτρόφων σχεδόν σε όλο το εύρος της Ευρώπης, δήλωνε ότι ο προϋπολογισµός της νέας ΚΑΠ φθάνει σε ύψος τα 386,7 δισ. ευρώ, επιδεικνύοντας τη γενναιοδωρία των επιλογών που έχουν γίνει, λες και τα λειτουργικά ποσά της Ενωσης, του «γκρουπ», όπως συνηθίζεται πλέον να ονοµάζεται, προέρχεται από κάποιο κοινό ταµείο που αυτοχρηµατοδοτείται και όχι από την εθνική συµµετοχή των µελών, άρα από τους φορολογουµένους των κρατών-µελών. Η Ευρώπη του Μάαστριχτ, άλλωστε, είχε οργανωθεί στη βάση της «ανατέλλουσας» ηγεµονίας τότε του γερµανογαλλικού άξονα, θεωρώντας ότι θα υπάρξει µια εσωτερική αγορά συγκροτηµένη, όπου η βιοµηχανική κατεξοχήν παραγωγή των Βορείων θα καταναλώνεται από τον Νότο, ενώ η παραγωγή των Νοτίων, αγροτικά και άλλα, θα φθάνει µε προνοµιακούς όρους στην αγορά των Βορείων - των βιοµηχανικών χωρών. Αλλωστε, µια Ευρώπη των 12, όπως ήταν τότε, είχε συνεκτικό προσανατολισµό πολύ πιο σηµαντικό σε σχέση µε τη διεύρυνση στη συνέχεια προς την Ανατολική Ευρώπη και πολύ περισσότερο τη Βαλκανική, για να φθάσουµε σήµερα να µιλάµε και για καυκάσιες χώρες, µε τεράστια δοµικά προβλήµατα και διευρ υµένη διαφθορά.

Η Ευρώπη, εξάλλου, από το 2000 και µετά, πέραν της αλµατώδους αύξησης των µελών της, έχασε κάθε ευχέρεια εµβάθυνσης και συνοχής, ενώ µετά την εισαγωγή του ευρώ συνίσταται ουσιαστικά σε δύο ζώνες. Τη µία µε το κοινό νόµισµα και την άλλη µε τις εµπορικές και συνεκτικές οικονοµικές σχέσεις. Η δε Ευρώπη του κοινού νοµίσµατος εξελίχθηκε στη βάση του τραπεζικοκεντρισµού και όχι της ανάπτυξης, µε ένα νόµισµα απαγορευτικά µη πληθωριστικό, εµπέδωση στην ουσία του ευρω-µάρκου και της γερµανικής αντίληψης περί «αυτοκρατορίας». Φθάνουµε σε ένα κλειστό σύνολο απολύτως συσχετισµένο ως προς την ασφάλειά του από τους αµερικανικούς πόρους στον ενεργειακό τοµέα, µέχρι την εισβολή στην Ουκρανία εξαρτηµένο από τη Ρωσία, και στο εξωτερικό εµπόριο από την Κίνα. Ταυτόχρονα, στην εσωτερική λειτουργία υπάρχει ένα εποικοδόµηµα, της «φωτισµένης δεσποτείας» των τεχνοκρατών και των λόµπι, κρατικών ή ιδιωτικών, που επηρεάζουν είτε µε χρήµατα είτε µε επιρροή τις στρατηγικές αποφάσεις του «γκρουπ». Οπως, για παράδειγµα, στη νέα ΚΑΠ ενσωµατώνεται συµφωνία για εισαγωγή προϊόντων αγροτικών και κτηνοτροφικών από την αχανή παραγωγή των χωρών της Λατινικής Αµερικής, µέσω συγκεκριµένου καρτέλ, µε ανταλλαγή την εξαγωγή βιοµηχανικών προϊόντων από την Ευρώπη, στη βάση δηλαδή των συµφερόντων των κεντρικών εταιρειών στη Γερµανία και τη Γαλλία και του δικτύου τους εντός Ευρώπης.

Οι αγρότες ταυτόχρονα στην Ευρώπη επιβαρύνονται µε όλο και πιο απαιτητικές και κοστοβόρες «πράσινες» προϋποθέσεις για την παραγωγή τους, που κάνουν τα προϊόντα τους πιο ακριβά και λιγότερο ανταγωνιστικά για τις όλο και πιο δοκιµαζόµενες εισοδηµατικά µεσαίες τάξεις στην Ευρώπη. Τα προϊόντα από τις τρίτες χώρες µε πολύ πιο χαµηλού επιπέδου προδιαγραφές πληµµυρίζουν τις αγορές στην Ευρώπη, πιέζοντας τις τιµές προς τα κάτω και χρεοκοπώντας την πρωτογενή παραγωγή εντός της Eνωσης. Η Ευρώπη του Μάαστριχτ ούτως ή άλλως τελειώνει, γιατί άλλαξαν οι παγκόσµιοι συσχετισµοί και οι πόλοι ισχύος. Η Ευρώπη στην ενιαία δοµή της έχει να αποφασίσει: Πρώτον, αν θα τοποθετηθεί στη ∆ύση µαζί µε τις ΗΠΑ ή θα ψάξει την τύχη της στη νέα Ανατολή, µε κυρίαρχη δύναµη την Κίνα, όπως θα ήθελε το Φόρουµ του Νταβός, αν κρίνουµε από τις ντιρεκτίβες του. ∆εύτερον, αν θα συνεχίσει να διοικείται από την ανώνυµη και µη υποκείµενη σε δηµοκρατικό έλεγχο Κοµισιόν ή θα εξελιχθεί σε µια Κοινότητα των Εθνών που την αποτελούν, µε την Κοµισιόν να διατηρεί τον εκτελεστικό, αλλά όχι τον στρατηγικό ρόλο της.

Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά