Γιατί οι διαχειριστές δηµόσιας εξουσίας δικαιούνται προνόµια;
Γνώμη
Η ελληνική ∆ηµοκρατία µισό αιώνα µετά τη µεταπολίτευση παραµένει ελλειπτική και στρεβλή ως προς τη λογοδοσία
Η σιδηροδροµική τραγωδία των Τεµπών µε τους 57 νεκρούς παραµένει ζωντανή στη µνήµη των πολιτών, και όχι µόνον των συγγενών των θυµάτων ή των παραγόντων που εµπλέκονται στην υπόθεση. Αυτό έγινε φανερό, ως δεσπόζουσα εικόνα, έναν χρόνο µετά, µε τις εκδηλώσεις µνήµης και τις µαζικές διαδηλώσεις διαµαρτυρίας για τις συνθήκες µέσα στις οποίες έγινε το δυστύχηµα. Πολύ ενδιαφέρον ήταν το µήνυµα που εξέπεµψαν µέσα από το θεσµικό τους όργανο οι δικαστές και οι εισαγγελείς σχετικά µε την έρευνα που εξελίσσεται από την πλευρά της τακτικής ∆ικαιοσύνης. Σε αυτό διακηρύσσουν µεν ότι θα πρέπει να υπάρχει απόλυτη εµπιστοσύνη στην ελληνική ∆ικαιοσύνη και τους λειτουργούς της, αλλά κάνουν µια υπόµνηση: «Έρευνα των τυχόν ευθυνών πολιτικών προσώπων, όπως είναι ήδη γνωστό, και η ποινική δίωξη σε µια τέτοια περίπτωση δεν ανήκει στην αρµοδιότητα της δικαστικής εξουσίας αλλά της Βουλής. Η ανάθεση της άνω αρµοδιότητας (έρευνας και ποινικής δίωξης πολιτικών προσώπων) στη δικαστική εξουσία προϋποθέτει αναγκαίως την αναθεώρηση του άρθρου 86 του Συντάγµατος».
Τι σηµάνει αυτό; Όχι µόνον στην υπόθεση της έρευνας των ευθυνών αλλά σε καθετί που ακουµπά την ποινική ευθύνη υπουργών, των πολιτικών προϊσταµένων δηλαδή στην εκτελεστική εξουσία, η τακτική ∆ικαιοσύνη δεν έχει αρµοδιότητα. Ποιος έχει; Το Κοινοβούλιο. ∆ηλαδή οι κυβερνητικοί βουλευτές, που έχουν πλειοψηφία, για να είναι κυβερνητικοί, και οι συνάδελφοι τους των άλλων κοµµάτων -το πιο ισχυρό σε αναµονή ή προηγούµενη κυβέρνηση- θα κρίνουν κατά πόσον θα εξελιχθεί µια έρευνα που θα αφορά υπουργούς, ξέχωρα τελικά αν θα τους καταλογισθούν ευθύνες.
Στην περίπτωση του σιδηροδροµικού δυστυχήµατος των Τεµπών το Κοινοβούλιο έχει ήδη λάβει αρνητική απόφαση για τη σύσταση προανακριτικής (έχει δικαστικές αρµοδιότητες) για την περίφηµη σύµβαση 717 - για πολλούς έχει ουσιώδη σύνδεση µε το ατύχηµα και τα έργα που δεν έγιναν, ενώ αφορά πολλούς αρµόδιους υπουργούς διαφορετικών κυβερνήσεων. Άρα ξεχνάµε τη διερεύνηση ευθυνών σχετικά. Ταυτόχρονα επέλεξε τη συγκρότηση Εξεταστικής (πολιτικές ευθύνες) για το δυστύχηµα. Η εν λόγω Εξεταστική πάει άσχηµα, αφού κινείται στη βάση των κοµµατικών προτεραιοτήτων και του µπρα ντε φερ κυβέρνησης - αντιπολίτευσης και το πιθανότερο είναι να καταλήξει σε διαφορετικά πορίσµατα από κάθε κόµµα, που µάλιστα θα συγκρούονται µεταξύ τους. Σαν να λέµε, αποτελέσµατα φοιτητικών εκλογών…
Το καθεστώς στην ουσία ασυλίας περιορίζεται µόνον στους υπουργούς ή τους βουλευτές; Ανάλογα καθεστώτα, πλήρους µάλιστα ασυλίας και όχι ευνοϊκής µεταχείρισης όπως µε τους υπουργούς, αφορούν τους τραπεζίτες, κρατικούς αξιωµατούχους, δικαστικούς λειτουργούς. Υπάρχουν µάλιστα πέραν από τις µόνιµες προβλέψεις και έκτακτες, όπως συνέβη ειδικά τα χρόνια των µνηµονίων. Οι πολίτες είναι πολύ δυσαρεστηµένοι και απογοητευµένοι µε αυτά τα καθεστώτα προνοµίων. Όχι τώρα, µε την υπόθεση των Τεµπών, αλλά και σε κάθε περίπτωση εξέτασης ευθυνών ιστορικά τραγωδίας -χαρακτηριστική η περίπτωση, για παράδειγµα, του ναυαγίου του «Σάµινα»-, οικονοµικού σκανδάλου, αλλά ακόµη και αυτής της «φούσκας» του Χρηµατιστήριου το 2000 ή της δηµοσιονοµικής χρεοκοπίας της ελληνικής Οικονοµίας δέκα χρόνια µετά.
Το καθεστώς προνοµίων αφορά συγκεκριµένες ελίτ εξουσίας. Η ελληνική δηµοκρατία, µισό αιώνα µετά τη µεταπολίτευση, παρά τη σταθερότητά της παραµένει ελλειπτική και στρεβλή ως προς τη λογοδοσία. Υπάρχει ένα ερώτηµα αξεπέραστο. Γατί όλοι αυτοί οι διαχειριζόµενοι δηµόσια εξουσία δικαιούνται καθεστώς προνοµίων και ασυλίας για τις αποφάσεις και τις πράξεις τους; Και από πού προκύπτει η νοµιµότητα αυτού του καθεστώτος; Γιατί νοµιµοποίηση δεν υπάρχει. Ο πρωθυπουργός για τα Τέµπη προχώρησε σε µια δήλωση που έχει τη συµφωνία όλων: «Μόνο η ∆ικαιοσύνη είναι εκείνη που θα ρίξει φως στην υπόθεση, όπως το θέλουµε όλοι»…
*Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή»
Τι σηµάνει αυτό; Όχι µόνον στην υπόθεση της έρευνας των ευθυνών αλλά σε καθετί που ακουµπά την ποινική ευθύνη υπουργών, των πολιτικών προϊσταµένων δηλαδή στην εκτελεστική εξουσία, η τακτική ∆ικαιοσύνη δεν έχει αρµοδιότητα. Ποιος έχει; Το Κοινοβούλιο. ∆ηλαδή οι κυβερνητικοί βουλευτές, που έχουν πλειοψηφία, για να είναι κυβερνητικοί, και οι συνάδελφοι τους των άλλων κοµµάτων -το πιο ισχυρό σε αναµονή ή προηγούµενη κυβέρνηση- θα κρίνουν κατά πόσον θα εξελιχθεί µια έρευνα που θα αφορά υπουργούς, ξέχωρα τελικά αν θα τους καταλογισθούν ευθύνες.
Στην περίπτωση του σιδηροδροµικού δυστυχήµατος των Τεµπών το Κοινοβούλιο έχει ήδη λάβει αρνητική απόφαση για τη σύσταση προανακριτικής (έχει δικαστικές αρµοδιότητες) για την περίφηµη σύµβαση 717 - για πολλούς έχει ουσιώδη σύνδεση µε το ατύχηµα και τα έργα που δεν έγιναν, ενώ αφορά πολλούς αρµόδιους υπουργούς διαφορετικών κυβερνήσεων. Άρα ξεχνάµε τη διερεύνηση ευθυνών σχετικά. Ταυτόχρονα επέλεξε τη συγκρότηση Εξεταστικής (πολιτικές ευθύνες) για το δυστύχηµα. Η εν λόγω Εξεταστική πάει άσχηµα, αφού κινείται στη βάση των κοµµατικών προτεραιοτήτων και του µπρα ντε φερ κυβέρνησης - αντιπολίτευσης και το πιθανότερο είναι να καταλήξει σε διαφορετικά πορίσµατα από κάθε κόµµα, που µάλιστα θα συγκρούονται µεταξύ τους. Σαν να λέµε, αποτελέσµατα φοιτητικών εκλογών…
Το καθεστώς στην ουσία ασυλίας περιορίζεται µόνον στους υπουργούς ή τους βουλευτές; Ανάλογα καθεστώτα, πλήρους µάλιστα ασυλίας και όχι ευνοϊκής µεταχείρισης όπως µε τους υπουργούς, αφορούν τους τραπεζίτες, κρατικούς αξιωµατούχους, δικαστικούς λειτουργούς. Υπάρχουν µάλιστα πέραν από τις µόνιµες προβλέψεις και έκτακτες, όπως συνέβη ειδικά τα χρόνια των µνηµονίων. Οι πολίτες είναι πολύ δυσαρεστηµένοι και απογοητευµένοι µε αυτά τα καθεστώτα προνοµίων. Όχι τώρα, µε την υπόθεση των Τεµπών, αλλά και σε κάθε περίπτωση εξέτασης ευθυνών ιστορικά τραγωδίας -χαρακτηριστική η περίπτωση, για παράδειγµα, του ναυαγίου του «Σάµινα»-, οικονοµικού σκανδάλου, αλλά ακόµη και αυτής της «φούσκας» του Χρηµατιστήριου το 2000 ή της δηµοσιονοµικής χρεοκοπίας της ελληνικής Οικονοµίας δέκα χρόνια µετά.
Το καθεστώς προνοµίων αφορά συγκεκριµένες ελίτ εξουσίας. Η ελληνική δηµοκρατία, µισό αιώνα µετά τη µεταπολίτευση, παρά τη σταθερότητά της παραµένει ελλειπτική και στρεβλή ως προς τη λογοδοσία. Υπάρχει ένα ερώτηµα αξεπέραστο. Γατί όλοι αυτοί οι διαχειριζόµενοι δηµόσια εξουσία δικαιούνται καθεστώς προνοµίων και ασυλίας για τις αποφάσεις και τις πράξεις τους; Και από πού προκύπτει η νοµιµότητα αυτού του καθεστώτος; Γιατί νοµιµοποίηση δεν υπάρχει. Ο πρωθυπουργός για τα Τέµπη προχώρησε σε µια δήλωση που έχει τη συµφωνία όλων: «Μόνο η ∆ικαιοσύνη είναι εκείνη που θα ρίξει φως στην υπόθεση, όπως το θέλουµε όλοι»…
*Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή»