Η σκέψη στη βάση της είναι απλή και λειτουργική. Αν υπάρξει ένα πολιτικό σχήµα υπό την ηγεσία Σαµαρά στα δεξιά της Νέας ∆ηµοκρατίας και στις επόµενες εκλογές η Κεντροδεξιά κινηθεί στη ζώνη του 35%-36% µαζί µε το κόµµα Σαµαρά θα µπορούσαν να σχηµατίσουν κυβέρνηση συνασπισµού για την περίοδο 2027-2031. Στην προοπτική αυτή δεν θα ήταν δυνατόν να νοµιµοποιηθεί µια κυβέρνηση συνασπισµού Ν∆ - ΠΑΣΟΚ, αφού οι ψηφοφόροι της Νέας ∆ηµοκρατίας στην πλειοψηφία τους θα έβλεπαν και θα αντιµετώπιζαν το πιο δεξιό κόµµα Σαµαρά πολύ πιο συγγενικό από το ΠΑΣΟΚ. Άλλωστε, η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, ο κ. Ανδρουλάκης, αρνείται κάθε ενδεχόµενο συγκρότησης κυβέρνησης συνασπισµού µε πρωθυπουργία Μητσοτάκη. Αντίθετα, ο κ. Σαµαράς θα προτιµούσε να διαπραγµατευθεί κάποια υπουργεία, όπως το υπουργείο Εξωτερικών, το Μετανάστευσης, κάποια του οικονοµικού κύκλου, αποδεχόµενος και την αντιπροεδρία της κυβέρνησης ή τον ορισµό κοινών προσώπων για την αντιπροεδρία της κυβέρνησης, µε τον κ. Μητσοτάκη στην πρωθυπουργία.

Η Νέα ∆ηµοκρατία εκ παραδόσεως µπορεί να µην είναι κόµµα συνιστωσών, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ για παράδειγµα, είναι όµως ένα φεουδαρχικό κόµµα «προεστών». Η κυριαρχική παρουσία του κ. Μητσοτάκη στην ηγεσία του κόµµατος από το 2015, µε τις δηµοσκοπήσεις και το µιντιακό προφίλ της Κεντροδεξιάς να µην επιδέχονται κανενός τύπου αµφισβήτηση από κάποιο από τα κόµµατα της αντιπολίτευσης, αριστερής και δεξιάς, έχει επιβεβαιωθεί στον µέγιστο βαθµό και από τα εκλογικά αποτελέσµατα από το 2019 και µετά. Αυτή η πραγµατικότητα βαθµηδόν συνετέλεσε στο να µη διαθέτει πλέον τα τελευταία χρόνια καµία επιρροή το άτυπο «συµβούλιο των Γερόντων» του κόµµατος. Καµιά επιρροή ούτε στις στρατηγικές ούτε στις επιµέρους πολιτικές, ούτε στη συγκρότηση της κυβέρνησης και των βασικών δοµών του κεντρικού κράτους ή του περιφερειακού ή ακόµη και σε κρίσιµες ανεξάρτητες Αρχές.

Το ρίσκο για τον Μεσσήνιο «προεστό» µιας µη αναστρέψιµης αποτυχίας αυξάνεται. Καλύτερα λοιπόν think tank παρά νέα… Πολιτική Άνοιξη. Ο κίνδυνος της «φάρσας» είναι ορατός

Στους «προεστούς» του κόµµατος και στο άτυπο «συµβούλιο των Γερόντων» δύο είναι οι ηγετικές προσωπικότητες πλέον, µε δεδοµένο το πέρασµα των ετών που είναι υπολογίσιµο: ο κ. Α. Σαµαράς και ο κ. Κ. Καραµανλής. Και οι δύο πρώην πρωθυπουργοί. Θα µπορούσε κάποιος, και σωστά, να συµπεριλάβει και την Ντόρα Μπακογιάννη, αλλά η πολύπειρη πολιτικός ως µέλος της οικογένειας Μητσοτάκη «δεσµεύεται» και θα κρινόταν ανοίκειο να συµµετάσχει σε τέτοιου τύπου παρασκήνια.

Οι κοινές παρουσίες ως επί το πλείστον σε παρουσιάσεις βιβλίων των Σαµαρά - Καραµανλή και οι ενστάσεις ή οι εκδηλωµένες ανησυχίες τους ειδικά σε θέµατα εξωτερικής πολιτικής ή διάχυσης πλούτου στη µεσαία τάξη έδωσαν το κοινό µήνυµα που και οι δύο ήθελαν να παρουσιάσουν. «Παίζουµε µαζί» παρά τις µεταξύ µας διαφοροποιήσεις στο ύφος και στην αντίληψη των πραγµάτων. ∆εν είναι καθόλου τυχαίο ότι συχνά πυκνά πλέον ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του κόµµατος επί µια δεκαετία πλέον κ. Μητσοτάκης στοχοποιείται από τους δύο ότι η διακυβέρνηση δεν είναι της Νέας ∆ηµοκρατίας, του ιστορικού αυτού «συλλογικού» φορέα δηλαδή της Κεντροδεξιάς, αλλά κατέληξε µια διακυβέρνηση ενός ηγέτη: του Κυριάκου Μητσοτάκη. Τι λένε δηλαδή; ∆εν έχουµε ισχυρό λόγο και παρέµβαση στις επιλογές, στις στρατηγικές και τις πολιτικές ή τους συσχετισµούς, εγχώριους και διεθνείς, του κυβερνώντος κόµµατος. Η απάντηση του πρωθυπουργού µέσω της ραδιοφωνικής συνέντευξής του καθαρή. Είναι ο πρόεδρος του κόµµατος και ο πρωθυπουργός. ∆ηµοκρατικά εκλεγµένος. ∆εν είναι δηλαδή κάποιος εκτροπέας, ούτε κάποιος αυθαίρετος που βρέθηκε στην ηγεσία του κόµµατος. Πόσο µάλλον αν υπολογίσουµε σε τι κατάσταση παρέλαβε το κόµµα και σε πόσο κρίσιµη συγκυρία για τη χώρα, µε αντικειµενικά µια πολύ θετική πορεία στη συνέχεια παρά τις γκρίνιες των «προεστών».

Στην παρούσα φάση ο κ. Σαµαράς πιέζεται από τον κύκλο του για συγκρότηση κόµµατος. Τον «ναρκοθετεί» όµως το παρελθόν της Πολιτικής Άνοιξης. Ακόµη και αν δεν αποχωρήσουν βουλευτές της Νέας ∆ηµοκρατίας προς το δικό του σχήµα. Πέραν των άλλων, από τον Φεβρουάριο µε τοποθέτηση του πρωθυπουργού η woke περίοδος για τη χώρα έχει ξεπερασθεί. Ο τελευταίος ανασχηµατισµός, µε σαφώς κεντροδεξιό προφίλ, έχει φέρει αποτελέσµατα. Το ρίσκο για τον κ. Α. Σαµαρά µιας µη αναστρέψιµης αποτυχίας αυξάνεται. Και ο πρώην πρωθυπουργός γνωρίζει εκλογικά µαθηµατικά σε πολύ καλό επίπεδο. Καλύτερα λοιπόν think tank παρά νέα… Πολιτική Άνοιξη. Ο κίνδυνος της «φάρσας» είναι ορατός.

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή