Η Ελλάδα, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, κατέθεσε Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασµό, στον οποίο προδιαγράφει τα απώτατα όρια της υφαλοκρηπίδας και των ΑΟΖ, των ζωνών, δηλαδή, οικονοµικής εκµετάλλευσης, πέραν εκείνων της εθνικής της κυριαρχίας. Στον χωροταξικό αυτόν θαλάσσιο χάρτη, η Ελλάδα, όπως ήταν υποχρεωµένη από τις κοινοτικές ρυθµίσεις, προβλέπει και θαλάσσια πάρκα και προστατευµένες περιβαλλοντολογικές περιοχές, ζώνες ενεργειακής έρευνας και εκµετάλλευσης ή αιολικών πάρκων και άλλων ανανεώσιµων πηγών, στρατιωτικών ασκήσεων, ναυσιπλοΐας και ούτω καθεξής.

Ως προς το εύρος των ζωνών πλήρους δικαιοδοσίας, η Ελλάδα καταγράφει το εύρος τους στα 6 ν.µ. και όχι στα 12 ν.µ. που δικαιούται από το εφαρµοζόµενο ∆ιεθνές ∆ίκαιο της Θάλασσας. Αντίθετα, ως προς το δικαίωµα των νησιών να διαθέτουν ζώνες οικονοµικής εκµετάλλευσης πέραν της αιγιαλίτιδας, η Ελλάδα ακολουθεί το νέο ∆ιεθνές ∆ίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτηµένο εφαρµογής του, προβλέποντας στον χάρτη της τέτοιες ζώνες, που σε σχέση µε την Τουρκία χαράσσονται µε τη µέθοδο της «µέσης γραµµής».  Ελάχιστους µήνες µετά, η Τουρκία, από την πλευρά της, ανακοινώνει, πριν από ελάχιστα 24ωρα, τον δικό της Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασµό, που τον αποστέλλει ως επίσηµο έγγραφο αρχικά στην UNESCO και στη συνέχεια θα τον προωθήσει µε προβλεπόµενη διαδικασία στον ΟΗΕ. Και στην περίπτωση αυτή ακολουθείται ανάλογο πρότυπο και προδιαγραφές ως προς τη χάραξη και τον υπολογισµό των ζωνών, των περιβαλλοντολογικών περιοχών, των διαδρόµων ναυσιπλοΐας και ούτω καθεξής. Οι δύο Θαλάσσιοι Χωροταξικοί Σχεδιασµοί δεν συµφωνούν, όπως ήταν αναµενόµενο.

Η Τουρκία αρνείται να ακολουθήσει το νέο ∆ιεθνές ∆ίκαιο της Θάλασσας, που βρίσκεται σε ισχύ από τη δεκαετία του 1990 διεθνώς. Ο δικός της Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασµός ακολουθεί επίσης τη µέθοδο της «µέσης γραµµής», αλλά δεν αναγνωρίζει ζώνες στα νησιά πέραν της αιγιαλίτιδας των 6 ν.µ. Η Τουρκία έτσι υπολογίζει τις ζώνες δικαιοδοσίας ή οικονοµικών δικαιωµάτων από τις ηπειρωτικές ζώνες των δύο χωρών. Με τη µεθοδολογία της Τουρκίας, µέρος των ∆ωδεκανήσων, ειδικά το Καστελλόριζο, αλλά ακόµα και µέρος της Ανατολικής Κρήτης «πολιορκούνται» από την τουρκική δικαιοδοσία.

Οι βασικές παραδοχές της Ελλάδας στη χάραξη του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασµού της βασίζεται στις προβλέψεις της 3ης Συνδιάσκεψης για το ∆ίκαιο της Θάλασσας του 1982. Η βασική αιρεσιµότητα της Τουρκίας στον δικό της Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασµό βρίσκει ερείσµατα στις προβλέψεις του παλαιότερου ∆ιεθνούς ∆ικαίου της Θάλασσας, που προέκυψε από τη 2η ∆ιεθνή Συνδιάσκεψη το 1959. Οι παλαιές ρυθµίσεις διαφέρουν από τις νεότερες σε βασικά σηµεία. Κύριο µεταξύ αυτών, ότι το 1959 τα νησιά δεν δικαιούντο ζώνες και ο υπολογισµός γινόταν από τα ηπειρωτικά εδάφη. Επίσης, ότι οι ζώνες εθνικής δικαιοδοσίας έφθαναν στα 6 ν.µ. και όχι στα 12 ν.µ. και δεν προβλεπόταν ΑΟΖ (Αποκλειστική Οικονοµική Ζώνη) και συνορεύουσα ζώνη.

Η Τουρκία δείχνει τον καιροσκοπισµό της, αφού, χωρίς να έχει επικυρώσει το ∆ιεθνές ∆ίκαιο του 1982, έχει αξιοποιήσει τις ρυθµίσεις επεκτείνοντας τις ζώνες πλήρους δικαιοδοσίας της από τα 6 ν.µ. στα 12 ν.µ. στον Εύξεινο Πόντο και στη Μεσόγειο στο ύψος της Αλεξανδρέττας. Αλλα στην περίπτωση της Ελλάδας, που έχει επικυρώσει το νέο ∆ιεθνές ∆ίκαιο της Θάλασσας, αρνείται να συναινέσει στην επέκταση στα 12 ν.µ. στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο. Προβάλλει, µάλιστα, σε µια τέτοια περίπτωση το επιχείρηµα του πολέµου (casus belli).

Η Ελλάδα, από την πλευρά της, στον δικό της  Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασµό δίστασε να παρουσιάσει τις ζώνες εθνικής δικαιοδοσίας της στο απώτατο όριο των 12 ν.µ., όπως δικαιούται, αποφεύγοντας µάλιστα ακόµα και την προβολή στα 10 ν.µ., όση είναι η έκταση του εναέριου χώρου της. Ο εναέριος, όµως, και ο θαλάσσιος χώρος κυριαρχίας, σύµφωνα µε το νέο ∆ίκαιο της Θάλασσας, θα πρέπει να είναι ανάλογου εύρους. Στη φάση όπου βρισκόµαστε, πάντως, και µε τους Θαλάσσιους Χωροταξικούς Σχεδιασµούς στο τραπέζι, χωρίς να τίθενται προκλητικά ζητήµατα, όπως η ελληνική κυριαρχία στα νησιά ή το δικαίωµα εθνικής άµυνας επί αυτών, η απόκλιση που καταγράφεται στους υπολογισµούς θα µπορούσε να οριοθετηθεί ως µια επί της ουσίας «νοµική διαφορά». Με δεδοµένη την επερχόµενη συνάντηση σε επίπεδο ηγεσιών κρατών και όχι µόνον υπουργών, Μητσοτάκης και Ερντογάν θα µπορούσαν να συµφωνήσουν µεταξύ τους και να ανακοινώσουν και στους δύο λαούς ταυτόχρονα ότι οι Θαλάσσιοι Χωροταξικοί Σχεδιασµοί θα πάνε προς διεθνή διαιτησία. ∆ηλαδή, ότι θα υπάρξει προσφυγή στο ∆ιεθνές ∆ικαστήριο της Χάγης ή του Αµβούργου, µε τη δέσµευση Ελλάδας και Τουρκίας ότι, όποια κι αν είναι η απόφαση, θα προσαρµόσουν τα χωροταξικά τους σε αυτήν.

Μέχρι να υπάρξει απόφαση του δικαστηρίου, θα κωδικοποιήσουν σε αµοιβαία βάση τη δέσµευση «µη πολέµου», υπογραµµίζοντας την προσωρινότητα της συγκυρίας µέχρι την τελική λύση. Η στρατηγική των «ήρεµων νερών», για να έχει ουσία και να προδιαγράψει µια διαφορετική επόµενη ηµέρα σε διµερές επίπεδο, θα πρέπει να δώσει διέξοδο στο δοµικό αυτό ζήτηµα, απελευθερώνοντας δυνάµεις και ευκαιρίες για ασφάλεια και οικονοµική ανάπτυξη. ∆ιαφορετικά, οι δύο χώρες µπορούν να επιλύσουν τη διαφορά τους µε πόλεµο στο εγγύς µέλλον. Μεταξύ αυτών και των συµµάχων τους.

Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά