Φεύγοντας για το αεροδρόµιο στην Ουάσινγκτον οι ηγέτες της Ευρώπης και του ΝΑΤΟ, προφανώς είχαν καταλάβει ποια θα ήταν τα όρια συµµετοχής των ΗΠΑ στις ξένες εγγυήσεις ασφαλείας της ∆υτικής Ουκρανίας στην περίπτωση που προκύψει αρχική συµφωνία Κιέβου - Μόσχας. Και µε ποιους όρους.

Ο πρόεδρος Τραµπ, τόσο µπροστά στους δηµοσιογράφους και σε κάθε περίπτωση πίσω από τις κλειστές πόρτες, ήταν ξεκάθαρος. Οι ΗΠΑ θα συµµετείχαν στην αεροπορική επιτήρηση του εναερίου χώρου της ∆υτικής Ουκρανίας, στο πεδίο των πληροφοριών -µε την αξιοποίηση των δορυφόρων- αλλά και στον συντονισµό διεθνικής δύναµης την οποία οραµατίζεται ή τουλάχιστον διακηρύσσει η «συµµαχία των προθύµων» που εδράζεται στην Ευρώπη. Οι αντιδράσεις των εκεί ηγετών από την Ευρώπη παρέπεµπαν σε ανακούφιση για την αµερικανική συµµετοχή. Ταυτόχρονα έγινε γνωστό, µέσω διαρροών στους «Financial Times», ότι υπήρξε συµφωνία Τραµπ - Ζελένσκι στις µεταξύ τους συνοµιλίες για παροχή πακέτου εξοπλισµών από τις ΗΠΑ στην Ουκρανία ύψους 100 δισ. δολαρίων που θα χρηµατοδοτήσουν από το δικό τους κοινό ταµείο οι Ευρωπαίοι.

Οι Αµερικανοί εξάλλου προφανώς ως ανταπόδοση στην Ουκρανία θα κατασκευάσουν µε σύµπραξη drones αξίας 50 δισ. δολαρίων. Προφανώς τέτοια µεγάλης αξίας συµπαραγωγή τη στερούνται πολεµικά εργοστάσια άλλων χωρών της Ευρώπης ή µελών του ΝΑΤΟ, τύπου Τουρκίας στην Ασία. Οι αντιδράσεις των εκεί ηγετών από την Ευρώπη παρέπεµπαν σε ανακούφιση για την αµερικανική συµµετοχή. Επιστρέφοντας στις χώρες τους ή στη βάση τους και µιλώντας προς τους δηµοσιογράφους που τους συνόδευαν, άρχισαν η γκρίνια και οι περιπλοκές σε σχέση µε τις συζητήσεις στην Ουάσινγκτον. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό της ευρωπαϊκής ηγεσίας που ευρισκόµενη σε στρατηγική αµηχανία και ταυτόχρονα σε κατάσταση µεγαλοϊδεατισµού εκφράζει την πικρία της για την ύπαρξη του Ντ. Τραµπ στον Λευκό Οίκο και για την πλήρη ανατροπή που έχει επιφέρει σε αυτό το οποίο χαρακτήριζαν κανονικότητα και διεθνή τάξη. Αυτή όµως η στάση τους δεν αλλάζει την πραγµατικότητα της Ευρώπης.

Οι κύριες χώρες της, άλλοτε «αυτοκρατορίες», σήµερα είναι χωρίς στρατούς, χωρίς τεχνολογίες αιχµής και χωρίς οικονοµικά αποθέµατα που θα έφερναν ένα «θαύµα» στη γεωπολιτική τους θέση στον κόσµο. Οι ηγεσίες της Γαλλίας, της Γερµανίας, ακόµη και της Βρετανίας, που θέλουν να ανακτήσουν πρώτο ρόλο στα πεδία των µαχών, έχουν διαλύσει τους στρατούς τους και έχουν περιορισθεί σε σώµατα ειδικών δυνάµεων, αεροπορίας -ειδικά η Βρετανία που έχει συµµετάσχει σε πεδία πολέµων τις τελευταίες δεκαετίες στο πλευρό των Αµερικανών- και εν πολλοίς το πολεµικό τους ναυτικό για να χρηµατοδοτήσουν την «πράσινη ανάπτυξη», τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και άλλες εκτός τόπου και χρόνου στρατηγικές πλέον. Οι πολιτικές ηγεσίες επίσης είναι απολύτως «άκαπνες», τα υπουργεία Οικονοµικών και η Κοµισιόν, ούτε καν καταλαβαίνουν την παραµετροποίηση της «πολεµικής οικονοµίας» αφού οι περισσότεροι αξιωµατούχοι από την εποχή που ήταν ακόµη φοιτητές ήταν πεπεισµένοι ότι δεν θα υπάρξει πλέον ανάγκη «πολεµικής οικονοµίας» στην Ευρώπη και τον «πολιτισµένο» κόσµο. Πέραν των πολιτικών, των τεχνοκρατών, των τραπεζιτών και των διανοούµενων, αίσθηση πολέµου στο πεδίο έχουν από τους στρατιωτικούς µόνον όσοι φορούν αµερικανικές και βρετανικές στολές. Ενδεχοµένως και κάποιοι µε στολές Αυστραλίας, Καναδά ή Νέας Ζηλανδίας. Πάντως όχι οι προερχόµενοι από τα µέλη της ΕΕ.

Οι ασκήσεις επί χάρτου, οι επιτελικές δοµές, οι υπηρεσίες πληροφοριών του ΝΑΤΟ είναι κρίσιµης σηµασίας, αλλά δεν υποκαθιστούν την επιχειρησιακή δεινότητα που λείπει στην Ευρώπη και δεν µπορεί να αποκτηθεί αύριο το πρωί. Μπορεί η Ελλάδα ως ιδιαιτερότητα να έχει επιχειρησιακές ένοπλες δυνάµεις, αλλά αυτό δεν αλλάζει την όλη πραγµατικότητα. Αποτέλεσµα. ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν δεν ένιωσε καταισχύνη για το γεγονός ότι υποστήριξε πως η Τουρκία, τόσο στο έδαφος όσο και στη θάλασσα (!), είναι η κρίσιµη δύναµη να εφαρµόσει αυτή στο πεδίο τις εγγυήσεις ασφαλείας της Ευρώπης. Ένα «βατερλό» έρχεται για τις Βρυξέλλες στην Ουκρανία και µάλιστα χωρίς πόλεµο…

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή