Η Ελλάδα καλείται να αντιµετωπίσει τα προβλήµατα και τις εµπλοκές που έρχονται από το παρελθόν και ταυτόχρονα να αντιµετωπίσει τις προκλήσεις του µέλλοντος. Ως προς τα ζητήµατα που έχουν κληρονοµηθεί στη σηµερινή διακυβέρνηση είναι το δηµόσιο χρέος, τα πλεονάσµατα, η αύξηση των επενδύσεων, η δυστοπία στις εργασιακές σχέσεις και τα εισοδήµατα, η υποβάθµιση του κοινωνικού κράτους και των δυνατοτήτων ή των πόρων στην ασφάλεια, την άµυνα και την εξωτερική πολιτική της χώρας. Στο πεδίο αυτό οι κυβερνήσεις Μητσοτάκη έχουν να επιδείξουν αποτελέσµατα, πλεονάσµατα, ευστάθεια, ισχυροποίηση του διεθνούς προφίλ της χώρας, ενίσχυση των Ενόπλων ∆υνάµεων µε παραδοσιακά οπλικά συστήµατα ή των µέσων και του προσωπικού των Σωµάτων Ασφαλείας. Σηµαντικές είναι οι προσπάθειες στους τοµείς της υγείας, της παιδείας, του κοινωνικού κράτους.

Όλες αυτές οι θετικές εξελίξεις µε µια έννοια επιστρέφουν την Ελλάδα στο ευρωπαϊκό περιβάλλον που ανήκει, έστω και αν η ευρωπαϊκή οντότητα πλέον βρίσκεται σε απορρύθµιση και αποδροµή ως πόλος ισχύος και συνοχής. Όµως το στοίχηµα για την Ελλάδα του µέλλοντος βρίσκεται στις τεχνολογίες, την καινοτοµία, την έρευνα. Στο πεδίο αυτό η Ελλάδα δεν δείχνει να βρίσκει ρυθµό, ούτε δυναµική. Είναι συχνές οι κυβερνητικές ανακοινώσεις για κέντρα τεχνολογίας στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και την επικράτεια. Επίσης για νέες δοµές αλλά και για πολλαπλά κονδύλια και επενδύσεις στα πανεπιστήµια και διάφορα κέντρα έρευνας και καινοτοµίας τύπου «∆ηµόκριτος». Το δράµα για την προοπτική της Ελλάδας είναι ότι σε αυτό το στοίχηµα του µέλλοντος επαναλαµβάνει τον εαυτό της από το παρελθόν. Πελατειακές σχέσεις, σπατάλη κονδυλίων, λάθος στόχοι, µη µετρήσιµα αποτελέσµατα, παραιτήσεις σηµαντικών επιστηµόνων και ερευνητών που αποχωρούν απογοητευµένοι από την κατάσταση που επικρατεί. Επίσης, έλλειψη στρατηγικής, πολυκερµατισµός ερευνητικών κέντρων, απουσία συνοχής αρµοδιοτήτων.

Πολλοί αποφασίζουν για πολλά, χωρίς όµως να υφίστανται συγκεκριµένα πρόσωπα µε αποφασιστικές αρµοδιότητες για να βάλουν το «νερό στο αυλάκι». Είναι πολύ απογοητευτικό ότι σπουδαίοι Έλληνες επιστήµονες και ερευνητές σε πανεπιστήµια και ιδρύµατα του εξωτερικού, ειδικά στις ΗΠΑ αλλά και την Ευρώπη, κορυφαίοι ως προς τα αντικείµενά τους που τα περισσότερα σχετίζονται µε την καινοτοµία, την τεχνητή νοηµοσύνη, τη ροµποτική, τη βιοτεχνολογία και ούτω καθεξής δηλώνουν απογοητευµένοι επειδή, ενώ θέλουν να βοηθήσουν την Ελλάδα, τα πανεπιστηµιακά κυκλώµατα αλλά και τα πολιτικά περιβάλλοντα δεν τους το επιτρέπουν. Η Ελλάδα είναι φλύαρη και πελατειακά ερµητική για µια ακόµη φορά. Τα ευρωπαϊκά κονδύλια χάνονται σε µελέτες και όχι σε έρευνα που σχετίζεται µε την παραγωγή. Οι µελέτες είναι ευκαιρία προσπορισµού κονδυλίων, ενώ οι φοιτητές και οι παρουσιαζόµενοι ως ερευνητές δοµούν εντυπωσιακά βιογραφικά, χωρίς όµως να έχουν ικανότητες ή εµπειρία παραγωγικής εργασίας και αποτελεσµάτων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι µεγάλες πολυεθνικές αµερικανικής ταυτότητας, που απέκτησαν βάση στην Ελλάδα, αναγκάσθηκαν για να πάρουν προσωπικό στην Ελλάδα να το εκπαιδεύσουν αυτές για να αποκτήσει ικανότητα εµπλοκής στην παραγωγική εργασία. Και όµως, όλοι αυτοί οι άνθρωποι που συµµετείχαν στις συνεντεύξεις για πρόσληψη από πλευράς βιογραφικών εντυπωσίαζαν. Φυσικά στην Ελλάδα εµφανίζονται κατά καιρούς πολύ επιτυχηµένες start ups, µε κάποιες σπουδαίες ιδέες και εφαρµογές, αλλά αυτές πολύ γρήγορα εξαγοράζονται από ξένες και ειδικά αµερικανικές πολυεθνικές που τους προσφέρουν σηµαντικά κονδύλια και σπουδαίες ευκαιρίες να αναπτυχθούν. Με τον τρόπο αυτό τις στερείται η Ελλάδα, στην οποία όµως αν παρέµεναν απλώς δεν θα είχαν κάποιο µέλλον.

Για να δούµε την πραγµατικότητα, µας αρκεί να τεθεί ένα ερώτηµα: Αµερικανός αξιωµατούχος υψηλού επιπέδου διερευνά την περίπτωση στρατηγικής συνεργασίας µε την Ελλάδα στους τοµείς των τεχνολογιών και της καινοτοµίας µαζί µε τον εκσυγχρονισµό των στρατιωτικών εξοπλισµών και της βιοµηχανίας σε αυτήν την κατεύθυνση. Ποιος θα είναι ο συνοµιλητής του και η δοµή συνεργασίας; Άγνωστο! Μήπως θα πρέπει να οργανωθεί ένα υπουργείο Έρευνας και Τεχνολογίας µε πλήρεις αρµοδιότητες σε αυτόν τον τοµέα αιχµής;


Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή