Ένας νευρικός χειρισµός από την προεδρία Τραµπ για δευτερογενείς επιπτώσεις σε χώρες που προµηθεύονται ρωσικό πετρέλαιο, προκειµένου να πιέσει για διαδικασίες ειρηνευτικής συµφωνίας στην Ουκρανία, έφερε νέα δεδοµένα στην εχθρική σχέση Ινδίας - Κίνας. Η Ουάσινγκτον µίλησε για δασµούς της τάξης του 50% σε βάρος της εισαγωγής ινδικών προϊόντων στις ΗΠΑ και η προεδρία Μόντι στο ∆ελχί επέδειξε άµεσα µια οξεία αντίδραση σε τέτοιες µεθοδεύσεις.

Η αντίδραση προέκυψε εξαιτίας της απόλυτης εξάρτησης που έχει η Ινδία από τις ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου. Με την ευκαιρία της Συνόδου του Οργανισµού Συνεργασίας της Σανγκάης (SCO), που µέλη της είναι µεταξύ άλλων η Κίνα, η Ινδία και η Ρωσία, σε µια συνάντηση κορυφής Σι Τζινπίνγκ - Ναρέντρα Μόντι προβλήθηκε ένα σλόγκαν που δείχνει µια αλλαγή ατµόσφαιρας στη διµερή τους σχέση.

«Ο δράκος και ο ελέφαντας µπορούν να χορέψουν µαζί». Στην ουσία οι δύο πρόεδροι, οι αποφάσεις και οι επιλογές των οποίων αφορούν 2,8 δισεκατοµµύρια ανθρώπους στην Ασία, συνέκλιναν σε αναβάθµιση των σχέσεών τους, προκειµένου αυτές να διαµορφωθούν στη «βάση αµοιβαίας εµπιστοσύνης και σεβασµού», ανατρέποντας τα δεδοµένα της σύγκρουσης µεταξύ τους, µε νεκρούς στρατιωτικούς στα Ιµαλάια το 2020. Οι δηλώσεις που έγιναν σχετικά προϊδεάζουν για µια «θετική ατζέντα» σε θέµατα που σχετίζονται µε συνοριακές διαφορές και στην αποφυγή εντάσεων στο πεδίο. Στον Οργανισµό Συνεργασίας της Σανγκάης συµµετέχουν, εκτός των τριών προαναφερθέντων υπερδυνάµεων της Ασίας, επτά ακόµη χώρες -Πακιστάν, Ιράν, Καζακστάν, Κιργιστάν, Τατζικιστάν, Ουζµπεκιστάν, Λευκορωσία- ενώ εµπλέκονται και 16 χώρες, µεταξύ αυτών η Τουρκία, µε την ιδιότητα του εταίρου-παρατηρητή. Η εν γένει αντίληψη που διακατέχει τις δυνάµεις αυτές, µε ηγετική παρέµβαση της Κίνας, είναι η µετάβαση σε ένα παγκόσµιο πολυ-πολισµό επιρροής.

Με δεδοµένο ότι η ∆ύση βρίσκεται εγκλωβισµένη σε ατυχή ή τακτικιστικά µοντέλα ανάπτυξης και οικονοµισµού της απληστίας, όπως αυτό του ακραίου, νεοταξικού φιλελευθερισµού της παγκοσµιοποίησης που ακολουθήθηκε µετά το τέλος του Ψυχρού Πολέµου και την απώλεια της δυνατότητας των ΗΠΑ να λειτουργούν ως παγκόσµια ηγεµονία στο πεδίο της ισχύος και της επιρροής, όλα τώρα είναι ανοιχτά. Βρισκόµαστε σε µια ενδιάµεση περίοδο παγκόσµιας µετάβασης από µια εποχή που έχει τελειώσει σε µια εποχή που δεν έχει ακόµη συγκροτηθεί ως προς τους κανόνες και τους συσχετισµούς της. ∆υνάµεις δυτικές, ευρωπαϊκές και µεσογειακές, όπως η συστηµική πλέον Ελλάδα, νιώθουν ως σύστηµα διοίκησης αλλά και ελίτ εξουσίας αµηχανία µπροστά στην αναταραχή και την αναδιάταξη της παγκόσµιας ιεραρχίας.

Έτσι, αναζητούν ως σωσίβιο την αδράνεια µέχρι οι «µεγάλοι» να οργανώσουν τις µεταξύ τους σχέσεις αλλά και τις ζώνες επιρροής τους. Στην προκειµένη όµως περίπτωση και χωρίς να λογίζεται τι κάνει ή ποια στρατηγική θα ακολουθήσει η Τουρκία, που είναι επί της ουσίας µια ασιατική δύναµη µε άλλα χαρακτηριστικά και όγκο, το ζητούµενο µπορεί να είναι η κίνηση στη βάση της ευκαιρίας που δίνει η αναταραχή στην Αθήνα. Εν προκειµένω, µε µια επιλογή της προεδρίας Τραµπ διαταράχθηκε επί του παρόντος η σχέση σύγκλισης της Ινδίας µε τις ΗΠΑ και τη ∆ύση.

Ταυτόχρονα δεν έχει επιτευχθεί µια «νέα τάξη», οικονοµική, γεωπολιτική, ενεργειακή, της Ρωσίας µε τις ΗΠΑ. Επίπτωση υπάρχει στην εξέλιξη των «συµφωνιών του Αβραάµ», που συνδέουν γεωστρατηγικά την Ευρώπη µέσω Μεσογείου -Ελλάδα-Κύπρος κρίσιµοι κρίκοι στην αλυσίδα- µε τη Μέση Ανατολή και τη µακρινή Ανατολή του Ινδικού. Τι µπορεί να κάνει η Ελλάδα στη διεθνή της πολιτική; Το ένα να µην κάνει τίποτα περιµένοντας τις επόµενες εξελίξεις . Το άλλο να αξιοποιήσει την ευκαιρία της κρίσης και να δηµιουργήσει δυναµική από την πλευρά της ∆ύσης, σε συνεννόηση µε τις ΗΠΑ, στον διάδροµο Ελλάδα, Κύπρος, Εµιράτα, Σαουδική Αραβία, Ινδία, προκαταλαµβάνοντας το µέλλον και αποκτώντας δυναµική θέση στις εξελίξεις, µε δεδοµένο ότι σχετικά σύντοµα το Ισραήλ θα απεµπλακεί από τις συγκρούσεις στη Γάζα.

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή