Η έλλειψη στρατηγικής και οι χαµένες ευκαιρίες µε τα ευρωπαϊκά κονδύλια
Άρθρο γνώμης
45 χρόνια µικροπολιτικής και ευνοιοκρατίας και στο τέλος επιστρέφουµε τα µη αξιοποιηµένα κεφάλαια. Τι Ελλάδα θα είχαµε, αν ξέραµε τι να κάνουµε τα λεφτά;

Αν θελήσουµε να υπολογίσουµε το ύψος των εκατοντάδων δισεκατοµµυρίων -δραχµών αρχικά και ευρώ στη συνέχεια- που έχουν εισρεύσει στην Ελλάδα από ευρωπαϊκά ταµεία κάθε τύπου τα τελευταία 45 χρόνια, θα νιώσουµε πολύ δυστυχισµένοι για το αποτέλεσµα που έχουµε πετύχει ως εθνική διακυβέρνηση. Αν παράλληλα υπολογίσουµε σωρευτικά πόσα δισ. δραχµές ή ευρώ έχουµε απολέσει εξαιτίας της µειωµένης δυνατότητας απορρόφησής τους, θα νιώθαµε τουλάχιστον ταπεινωµένοι ως Έλληνες για την εθνική µας πραγµατικότητα. Στην παρούσα φάση υπάρχει ένας υπολογισµός για το ποσοστό που θα κινηθεί η απορροφητικότητα από τα κεφάλαια που προορίζονταν για τη χώρα µας από το Ταµείο Ανάκαµψης. Σύµφωνα µε τις εκτιµήσεις αυτές και µε δεδοµένο ότι το πρόγραµµα οδεύει προς τη λήξη του, η απορροφητικότητα αυτή θα κινηθεί στο 65% (όπως ανέφερε και η στήλη «Big Mouth» της ιστοσελίδας powergame.gr). Σηµειωτέον ότι άλλοτε είχαµε κινηθεί και στο 25%.
Πολύ ενδιαφέρον όµως θα έχει να δούµε -για παράδειγµα σε αυτήν την τελευταία περίπτωση του Ταµείου Ανάκαµψης- την κατανοµή των κονδυλίων. ∆ηλαδή πώς αξιοποιήθηκαν τα κεφάλαια σε δηµόσιες δράσεις, αλλά και από ποιες και πόσες ιδιωτικές εταιρείες-οµίλους. Η απογοήτευση και τα ερωτήµατα καταλήγουν σωρευτικά. Όλες οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα -ασχέτως εποχής, σύνθεσης και συγκυρίας- δήλωναν και δηλώνουν περήφανες για τις διαπραγµατεύσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και για τα κονδύλια που εξασφάλισαν για τη χώρα µας. Όµως, σε όλες αυτές τις δεκαετίες µετά το 1981, οπότε και ενταχθήκαµε στην ευρωπαϊκή κοινότητα (ΕΟΚ τότε), δεν υπήρξε απολογία από τους κυβερνώντες και τους ιθύνοντες για τα κονδύλια που δεν απορροφήθηκαν αλλά και για τη σπάταλη χρήση που συνόδευσε όσα απορροφήθηκαν.
Έκπληκτοι είναι οι δηµοσιογράφοι, εφόσον δεν «έχουν υποκύψει στον εθνικό µας κυνισµό», κάθε φορά που µιλούν µέσα στις δεκαετίες µε τους εκάστοτε κυβερνητικούς ή τεχνοκράτες των κυβερνήσεων και των τραπεζών για την αντίληψη που κυριαρχεί σχετικά µε τη διεκδίκηση των κονδυλίων κάθε τύπου από τα ευρωπαϊκά ταµεία. Ο στρατηγικός στόχος των κυβερνήσεων -ασχέτως εποχής- είναι να διεκδικήσουν όσο το δυνατόν µεγαλύτερα ποσά. Αλλά υπάρχει πλήρης αδιαφορία, ακόµη και απαξία, στο να συγκροτηθεί στρατηγικό πλάνο -βραχυπρόθεσµο, µεσοπρόθεσµο και µακροπρόθεσµο για την αξιοποίηση αυτών των κονδυλίων, προκειµένου η χώρα να αναβαθµίζεται επί της ουσίας και να υπερβαίνει τα δοµικά της προβλήµατα ή να ικανοποιεί αναπτυξιακά στοιχήµατα που έχουν τεθεί. Ποτέ δεν υπήρξε επί της ουσίας κάτι τέτοιο. Μόνον συνθήµατα του τύπου «η Ελλάδα γίνεται Ευρώπη» και ούτω καθεξής. Σε σχέση µε την απορροφητικότητα είναι εξόχως εξοργιστικό ότι οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα δεν ενδιαφέρθηκαν να εξετάσουν αρχικά, πριν από τη διεκδίκηση αυτών των κονδυλίων, τη δυνατότητα της απορρόφησής τους σε συνάρτηση µε τις δηµόσιες επενδύσεις από τον κρατικό Προϋπολογισµό, όσο και σε σχέση µε τη δοµή και τη διάρθρωση των ιδιωτικών επιχειρήσεων και της παράγωγής στην Ελλάδα.
Αντίθετα, ως αιώνια «πεινασµένοι», κυβερνώντες-κυβερνώµενοι (που σηµειωτέον ποτέ δεν κατάλαβαν ανά τις δεκαετίες τον στόχο αυτών των χρηµατοδοτήσεων από την Ευρώπη, πέρα από τα επιδόµατα) και επιχειρήσεις ορµούσαν µε σύνθηµα «γιούρια στον ταβλά µε τα κουλούρια». Η κυβερνητική προπαγάνδα στην Ελλάδα όλων αυτών των εποχών µιλά για ιστορική ευκαιρία και επιτυχία. Οι αντιπολιτεύσεις για χαµένες ευκαιρίες και κακοδιαχείριση. Οι επιχειρήσεις για µια Ευρώπη πολύ ξένη από πλευράς προδιαγραφών και όγκων σε σχέση µε την ελληνική πραγµατικότητα. Ακριβώς επειδή στη χώρα δεν υπάρχει στρατηγική, οι κυβερνήσεις επιχειρούν -στην πελατειακή λογική που έχουν συνηθίσει- να διοχετεύσουν ευρωπαϊκά κονδύλια σε επιχειρήσεις που τους στηρίζουν και σε κοινωνικές οµάδες, των οποίων την ψήφο έχουν ή διεκδικούν. Μικροπολιτική και ευνοιοκρατία δηλαδή. Στο τέλος, επιστρέφουµε τα µη αξιοποιηµένα κεφάλαια στην Ευρώπη. Φυσικά, έγιναν πολλά στα χρόνια αυτά στην Ελλάδα. Αλλά το ερώτηµα παραµένει: Τι Ελλάδα θα είχαµε, αν ξέραµε τι να κάνουµε τα λεφτά;
Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή
Πολύ ενδιαφέρον όµως θα έχει να δούµε -για παράδειγµα σε αυτήν την τελευταία περίπτωση του Ταµείου Ανάκαµψης- την κατανοµή των κονδυλίων. ∆ηλαδή πώς αξιοποιήθηκαν τα κεφάλαια σε δηµόσιες δράσεις, αλλά και από ποιες και πόσες ιδιωτικές εταιρείες-οµίλους. Η απογοήτευση και τα ερωτήµατα καταλήγουν σωρευτικά. Όλες οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα -ασχέτως εποχής, σύνθεσης και συγκυρίας- δήλωναν και δηλώνουν περήφανες για τις διαπραγµατεύσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και για τα κονδύλια που εξασφάλισαν για τη χώρα µας. Όµως, σε όλες αυτές τις δεκαετίες µετά το 1981, οπότε και ενταχθήκαµε στην ευρωπαϊκή κοινότητα (ΕΟΚ τότε), δεν υπήρξε απολογία από τους κυβερνώντες και τους ιθύνοντες για τα κονδύλια που δεν απορροφήθηκαν αλλά και για τη σπάταλη χρήση που συνόδευσε όσα απορροφήθηκαν.
Έκπληκτοι είναι οι δηµοσιογράφοι, εφόσον δεν «έχουν υποκύψει στον εθνικό µας κυνισµό», κάθε φορά που µιλούν µέσα στις δεκαετίες µε τους εκάστοτε κυβερνητικούς ή τεχνοκράτες των κυβερνήσεων και των τραπεζών για την αντίληψη που κυριαρχεί σχετικά µε τη διεκδίκηση των κονδυλίων κάθε τύπου από τα ευρωπαϊκά ταµεία. Ο στρατηγικός στόχος των κυβερνήσεων -ασχέτως εποχής- είναι να διεκδικήσουν όσο το δυνατόν µεγαλύτερα ποσά. Αλλά υπάρχει πλήρης αδιαφορία, ακόµη και απαξία, στο να συγκροτηθεί στρατηγικό πλάνο -βραχυπρόθεσµο, µεσοπρόθεσµο και µακροπρόθεσµο για την αξιοποίηση αυτών των κονδυλίων, προκειµένου η χώρα να αναβαθµίζεται επί της ουσίας και να υπερβαίνει τα δοµικά της προβλήµατα ή να ικανοποιεί αναπτυξιακά στοιχήµατα που έχουν τεθεί. Ποτέ δεν υπήρξε επί της ουσίας κάτι τέτοιο. Μόνον συνθήµατα του τύπου «η Ελλάδα γίνεται Ευρώπη» και ούτω καθεξής. Σε σχέση µε την απορροφητικότητα είναι εξόχως εξοργιστικό ότι οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα δεν ενδιαφέρθηκαν να εξετάσουν αρχικά, πριν από τη διεκδίκηση αυτών των κονδυλίων, τη δυνατότητα της απορρόφησής τους σε συνάρτηση µε τις δηµόσιες επενδύσεις από τον κρατικό Προϋπολογισµό, όσο και σε σχέση µε τη δοµή και τη διάρθρωση των ιδιωτικών επιχειρήσεων και της παράγωγής στην Ελλάδα.
Αντίθετα, ως αιώνια «πεινασµένοι», κυβερνώντες-κυβερνώµενοι (που σηµειωτέον ποτέ δεν κατάλαβαν ανά τις δεκαετίες τον στόχο αυτών των χρηµατοδοτήσεων από την Ευρώπη, πέρα από τα επιδόµατα) και επιχειρήσεις ορµούσαν µε σύνθηµα «γιούρια στον ταβλά µε τα κουλούρια». Η κυβερνητική προπαγάνδα στην Ελλάδα όλων αυτών των εποχών µιλά για ιστορική ευκαιρία και επιτυχία. Οι αντιπολιτεύσεις για χαµένες ευκαιρίες και κακοδιαχείριση. Οι επιχειρήσεις για µια Ευρώπη πολύ ξένη από πλευράς προδιαγραφών και όγκων σε σχέση µε την ελληνική πραγµατικότητα. Ακριβώς επειδή στη χώρα δεν υπάρχει στρατηγική, οι κυβερνήσεις επιχειρούν -στην πελατειακή λογική που έχουν συνηθίσει- να διοχετεύσουν ευρωπαϊκά κονδύλια σε επιχειρήσεις που τους στηρίζουν και σε κοινωνικές οµάδες, των οποίων την ψήφο έχουν ή διεκδικούν. Μικροπολιτική και ευνοιοκρατία δηλαδή. Στο τέλος, επιστρέφουµε τα µη αξιοποιηµένα κεφάλαια στην Ευρώπη. Φυσικά, έγιναν πολλά στα χρόνια αυτά στην Ελλάδα. Αλλά το ερώτηµα παραµένει: Τι Ελλάδα θα είχαµε, αν ξέραµε τι να κάνουµε τα λεφτά;
Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή