Καθισµένος στο γραφείο του στο πρώην παλάτι της Ηρώδου Αττικού, ο Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας παρακολουθώντας τα µίντια, διαβάζοντας τις δηµοσκοπήσεις και αναλύοντας τις ανακοινώσεις και τις τακτικές των κοµµάτων µπορεί να ανησυχεί. Το ζήτηµα όµως, κ. Τασούλα, ξεκινά από το σηµείο που ο Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας συζητώντας µε δηµοσιογράφους ή πιο συγκεκριµένα µε τον έγκριτο και σοβαρό σύµβουλο έκδοσης της εφηµερίδας «Το Βήµα», κ. Καρακούση, αποφασίζει να δηµοσιοποιήσει αυτές τις ανησυχίες του. Γιατί στην περίπτωση αυτή δεν έχουµε µια φιλική ιδιωτική συζήτηση, αλλά ουσιαστικά µια παρέµβαση. Ή µια λογιζόµενη παρέµβαση. Πολύ περισσότερο, όπως στην περίπτωσή µας, όταν ο κ. Καρακούσης δεν έσπασε κανένα off the record αλλά είχε την άδεια του κ. Τασούλα να γράψει στην κυριακάτικη έκδοση το αποτύπωµα της συζήτησης αυτής.

Σίγουρα δεν είµαστε στην εποχή της «γάτας των Ιµαλαΐων» και καλό είναι να µην επιστρέψουµε σε εκείνες τις εποχές. Στο πολιτειακό επίπεδο µάλιστα. Πέραν των άλλων, είµαστε αρκετά µακριά από τις εκλογές, που σύµφωνα µε τον πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη θα διενεργηθούν την άνοιξη του 2027. Πέριξ της περιόδου του τότε Πάσχα. Άρα ούτε οι δηµοσκοπήσεις ούτε η πολιτική ανάλυση του παρόντος είναι σίγουρα ακριβείς για το ποιες θα είναι οι συνθήκες το 2027. ∆εν εµπεριέχει ρίσκο να υπογραµµίσουµε ότι ούτε καν τα κόµµατα που θα συµµετάσχουν στις εθνικές εκλογές και πολύ περισσότερο ποια δυναµική και προφίλ θα έχουν δεν µπορούµε µε ασφάλεια να περιγράψουµε. Για παράδειγµα, είµαστε σε αναµονή ενός κόµµατος στην Κεντροαριστερά από τον πρώην πρωθυπουργό κ. Τσίπρα. ∆εν γνωρίζουµε καν το µανιφέστο, τα πρόσωπα-πρωταγωνιστές και την εκλογική λίστα του νέου αυτού κόµµατος. Οι δηµοσκοπήσεις που βλέπουµε είναι µε την έννοια αυτή πολλαπλά θεωρητικές για να τις λάβουµε αυστηρά υπόψη.

Πέραν αυτού, υπάρχει ενδεχόµενο να έχουµε και έναν έτερο νέο σχηµατισµό στα δεξιά της Νέας ∆ηµοκρατίας από τον επίσης πρώην πρωθυπουργό κ. Σαµαρά. Ούτε γι’ αυτό το κόµµα έχουµε επαρκή στοιχεία για να κρίνουµε τις επιπτώσεις και την επιρροή που θα δηµιουργήσει στο υπάρχον κοµµατικό σύστηµα, ή την επίδραση στους πολιτικούς συσχετισµούς στις παραµονές των εκλογών του 2027. Το κρίσιµο που σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να λάβει υπόψη του προκειµένου να ανακτήσει την ψυχραιµία του σε σχέση µε τις ανησυχίες που διατυπώνει ο Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας είναι ότι τον λόγο στις εκλογές έχουν οι πολίτες-ψηφοφόροι. Αυτοί θα κρίνουν -και µάλιστα όσοι από αυτούς θα προσέλθουν στις κάλπες- πόση είναι η φθορά της κυβέρνησης και αν κάποιο κόµµα της αντιπολίτευσης δικαιούται την ψήφο τους. Στην περίπτωση που έχουµε διπλές ή και τριπλές εκλογές µέχρι να σχηµατισθεί κυβερνητική πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο, και πάλι οι πολίτες-ψηφοφόροι θα αποφασίσουν.

Ο Πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας σε όλες τις περιπτώσεις δεν θα κάνει κάτι διαφορετικό από ό,τι οι προκάτοχοί του στη βάση της δικαιοδοσίας του άρθρου 37 του Συντάγµατος. Έχουν προηγηθεί ανάλογες διαδικασίες στο παρελθόν. Τόσο το ταραγµένο 2012 όσο και πολύ πιο πρόσφατα, στις εθνικές εκλογές του 2023. Τίποτε από όσα συνέβησαν, τα οποία ήταν επαρκώς εύρυθµα και συνταγµατικά, δεν δικαιολογεί τις ανησυχίες του σηµερινού Προέδρου της ∆ηµοκρατίας για κάποια αναταραχή µεταξύ των πρώτων και δεύτερων εκλογών. Και µπορεί ο κ. Τασούλας να υιοθετεί ή να παρακολουθεί τις διατυπώσεις που εκφράζει, για παράδειγµα, ο καθηγητής κ. Ευ. Βενιζέλος περί µη κυβερνησιµότητας του τόπου, αλλά ο δικός του ρόλος είναι να περιµένει τις εξελίξεις και να µην επιχειρεί να τις προκαταλάβει, φορτίζοντας το κλίµα. Τόσο οι Έλληνες ψηφοφόροι όσο και ο πλέον δηµοφιλής και εν ενεργεία πρωθυπουργός της χώρας, κ. Μητσοτάκης, έχουν αποδείξει ότι και µπορούν και θέλουν σταθερή διακυβέρνηση στην Ελλάδα. Ο αξιότιµος κ. Τασούλας το καλύτερο είναι να διατηρήσει την πολιτική ψυχραιµία του και να ασκήσει όταν έρθει η ώρα το πολιτειακό καθήκον του που επιτάσσει το Σύνταγµα. Μέχρι εκεί…


Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή