Για να γίνει κατανοητή η στάση της Ρωσίας στις διαπραγµατεύσεις για το τέλος του πολέµου, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη κάποιοι σηµαντικοί παράγοντες. Ο πλέον σηµαντικός ότι οι Ρώσοι -τουλάχιστον της µέσης ηλικίας και άνω- θεωρούν ως ήττα για τη Ρωσία και τον Πούτιν οποιαδήποτε απώλεια ελέγχου στην Ουκρανία, αφού τα ιστορικά δεδοµένα για τους ίδιους είναι ότι η Ουκρανία αποτελεί µέρος της Ρωσίας και όχι µία άλλη χώρα. Από το σηµείο αυτό ξεκινά µια σειρά τοποθετήσεων του ισχυρού άνδρα του Κρεµλίνου ως προς τους όρους που τίθενται στις διαπραγµατεύσεις.

Για παράδειγµα, να υπάρξουν εγγυήσεις για πρόσβαση της Ρωσίας και στη δυτική Ουκρανία. Για την αναγνώριση της ρωσικής γλώσσας ως επίσηµης και για τη δυτική Ουκρανία. Για την αναγνώριση των συµφωνιών και από βασικούς διεθνείς παίκτες - ο λόγος για τις κεντρικές δυνάµεις της Ευρώπης. Για τους περιορισµούς των στρατιωτικών δυνάµεων του Κιέβου καθώς και για τον περιορισµό στην προµήθεια όπλων που µπορούν να απειλήσουν την επικράτεια της Ρωσίας. Όλο δηλαδή το πλέγµα ρυθµίσεων ενός κράτους ελεγχόµενης κυριαρχίας για τη δυτική Ουκρανία. ς προς τις κεντρικές διεκδικήσεις της Ρωσίας, στο προσκήνιο αλλά -όπως όλα δείχνουν- και στο παρασκήνιο είναι η ξεκάθαρη αντίληψη ότι ειρηνευτική συµφωνία θα προκύψει, εφόσον υπάρξει σύµπτωση απόψεων για την πλήρη παραχώρηση αλλά και τη νοµική αναγνώριση της κυριαρχίας της Ρωσίας στην Κριµαία και στο Ντονµπάς (de jure).

Από εκεί και πέρα, το πρόσωπο του Ζελένσκι είναι απολύτως ανεπιθύµητο για τη Μόσχα. Είναι ο επικεφαλής των «ναζιστών» και των εθνικιστών του δυτικού τοµέα, φιλικών και συνδεόµενων µε τη Γερµανία, που ύστερα από όσα έχει δηλώσει προσωπικά εναντίον του η Μόσχα είναι παράταιρο να έχει θέση στην υπογραφή της συµφωνίας. Η Ρωσία διευκολύνεται από το γεγονός ότι η θητεία του έχει λήξει και παραµένει στην προεδρία της χώρας, εν µέσω σκανδάλων διαφθοράς, εξαιτίας του στρατιωτικού νόµου εν ισχύι, αφού η Ουκρανία βρίσκεται σε εµπόλεµη κατάσταση.

Η Μόσχα στην παρούσα φάση επιθυµεί ένα πλήγµα στο προφίλ των ευρωπαϊκών ηγεσιών, ενώ συνεχίζει να προτιµά -πάγια τακτική της- να θεωρεί σοβαρές συνοµιλίες µόνον αυτές που εξελίσσονται µε τους Αµερικανούς από την πλευρά της ύσης. Η εµπειρία άλλωστε από τις συνοµιλίες και τις συµφωνίες του Μινσκ, µε πρωταγωνίστριες τις κεντρικές ευρωπαϊκές δυνάµεις, αποτελεί ισχυρό επιχείρηµα για τη στάση της αυτή.

Η σχετική υπεροψία και η παγωµένη ψυχραιµία της Ρωσίας για την εκεχειρία, παρά το γεγονός ότι οι χιλιάδες νεκροί και τραυµατίες και από τη δική της πλευρά πολλαπλασιάζονται, είναι ότι ο ουκρανικός στρατός δεν έχει πλέον επαρκείς δυνάµεις να κρατήσει το µέτωπο. Ακόµη και αν θεωρηθεί υπερβολικός ο αριθµός των νεκρών που προβάλλει ο Πούτιν για τις απώλειες από την πλευρά των ουκρανικών δυνάµεων τον µήνα Οκτώβριο (47.000 νεκροί), η αλήθεια δεν έχει σηµαντικές αποκλίσεις από αυτόν. Επίσης, τα φαινόµενα λιποταξίας στην Ουκρανία πολλαπλασιάζονται, όπως και οι εκτελέσεις για να διατηρηθεί η πειθαρχία απέναντι στον βέβαιο θάνατο. Στις συνθήκες αυτές ο πρόεδρος της Ρωσίας και οι στρατηγοί του νιώθουν πολύ ασφαλείς στην εκτίµηση ότι, αν δεν υπάρξει εκεχειρία µε υποχώρηση ουσιαστικά των ουκρανικών δυνάµεων από τα µέτωπα του πολέµου, τα εδάφη που δεν γίνεται αποδεκτό να παραχωρηθούν µε συνοµιλίες θα κατακτηθούν µέσα στους επόµενους µήνες στο πεδίο της µάχης.

Ταυτόχρονα το πολεµικό κλίµα που καλλιεργείται στην Ευρώπη φέρνει «σχίσµα» των κοινωνιών -και ειδικά των νεότερων γενιών του πασιφισµού, που κινδυνεύουν να κληθούν στα όπλα για µάχιµη στρατιωτική θητεία- µε τις ούτως ή άλλως πολύ ασταθείς πολιτικά ηγεσίες των χωρών τους. Το πού το πάει η Ευρώπη -ως συλλογική οντότητα και σε απόκλιση µε τις παραδοχές των ΗΠΑ και της προεδρίας Τραµπ- ως ερωτήµατα όλο και πολλαπλασιάζονται. Η λογική της ανάγκης µετάβασης από την πράσινη οικονοµία στην πολεµική ως εξήγηση έχει τα όριά της, ενώ η Κίνα φυσικά επιχαίρει για την υστερική αυτή προσπάθεια αποξένωσης της Ρωσίας από την ευρωπαϊκή -τουλάχιστον- ύση.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή