∆εν είναι καθόλου παράλογο το άγχος που διακατέχει την τουρκική ηγεσία αυτήν την περίοδο. Αυτή η ένταση δεν σχετίζεται µόνον µε τον αποκλεισµό της από κρίσιµα όπλα αµερικανικής κατασκευής. Αλλά και από το γεγονός ότι για πρώτη φορά η Τουρκία κινδυνεύει να µείνει εκτός νυµφώνος από κρίσιµες συµµαχίες που την ακουµπούν γεωπολιτικά και οικονοµικά, στη σύγχρονη ιστορία της. Σε αντίθεση µε ό,τι συνέβη µεταπολεµικά τη δεκαετία του 1950, µε τη συγκρότηση της Ατλαντικής Συµµαχίας, το ΝΑΤΟ, που καθόρισε τη θέση της Ευρώπης τις προηγούµενες δεκαετίες στο πεδίο της ηπειρωτικής Ευρασίας, στην παρούσα φάση δεν δείχνει καθόλου συµβατή µε την ασιατικών διαδροµών Ευρασία η οποία χαράσσεται στη δοµή Ευρώπη-Μέση Ανατολή-Ινδία και επηρεάζει δραστικά θετικά τις συµµέτοχες χώρες στο µέτωπο της Αφρικής. Η ισλαµική Τουρκία της ηγεσίας Ερντογάν διεκδικεί κυρίαρχη εµπλοκή στη χάραξη της «νέας τάξης πραγµάτων» στη Μέση Ανατολή. Τη βασική ενδοχώρα στη συγκρότηση των «Συµφωνιών του Αβραάµ». Αυτό όµως για να συµβεί θα πρέπει να αποκτήσει κυριαρχία επί Ελλήνων (Ελλαδιτών και Κυπρίων), Εβραίων (Ισραήλ), Αράβων (Αίγυπτος και σωρεία κρατών Βασιλείων και Εµιράτων του Ισλάµ), και τελικά Ινδών.

Κανείς από τους αυτούς τους λαούς και τις ελίτ τους δεν επιθυµεί να παραχωρήσει µια τέτοια ηγεσία στον καθορισµό του µέλλοντος. Ούτε καν χώρες όπως το Ιράν ή το Κατάρ που διατηρούν ζωτική σχέση µε τις εν λόγω περιοχές και ζώνες. Η Τουρκία βλέπει τον ρόλο της και την προοπτική περιφερειακής ισχύος της ως µια συνέχεια της πορείας του Σαλαντίν που, ενώνοντας διαφορικές φυλές υπό τη σηµαία του Ισλάµ, κατέλαβε την εµβληµατική Ιερουσαλήµ από τους Σταυροφόρους κυριαρχώντας στα περάσµατα από την Ασία στη Μεσόγειο της εποχής. Σηµειωτέον ότι ο Σαλαντίν πατούσε επί ηπειρωτικού εδάφους, αλλά είχε σηµαντικό έλεγχο σε κύρια λιµάνια της εποχής. Στην προκειµένη περίπτωση και µιλώντας µε όρους παρόντος, η Τουρκία επιθυµεί να έχει µια ισόρροπη σχέση ισχύος µε τις ΗΠΑ αλλά και τη Ρωσία ως επιτήδειος ουδέτερος και να αξιοποιήσει τη «χαµένη τιµή» των ευρωπαϊκών δυνάµεων που αφοπλισµένες µε δική τους βούληση και σε οικονοµική δυστοκία έναντι τόσο των ΗΠΑ όσο και της Κίνας, σε πόλεµο µε τη Ρωσία στο πεδίο της Ουκρανίας, βλέπουν ως διέξοδο έναν συµµαχικό άξονα µε την Τουρκία, έστω και σε µεσοπρόθεσµο ορίζοντα. Σε έναν τέτοιο διεθνή συσχετισµό υπολογίζει ότι θα µπορούσε να διεκδικήσει κεντρικό ρόλο στη νέα διαδροµή της Ευρασίας που θα καθορίσει το µέλλον της Ανατολής στον νότιο οριζόντιο άξονα από τη Μεσόγειο στον Ινδικό-Ειρηνικό ωκεανό.

Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι να επιβάλει τη βούλησή της στην ηγεσία του Ισραήλ για τη «νέα τάξη» στη Μέση Ανατολή αλλά και να επιβληθεί στην 3+1 συµµαχία (Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ, ΗΠΑ), αλλά και στις συµµαχικές συγκλίσεις στο «κουαρτέτο» Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ, Αίγυπτος έτσι όπως αυτό επηρεάζει τις σχέσεις και τον συντονισµό στο µέτωπο της βορείου Αφρικής και πολύ περισσότερο στη Μέση Ανατολή και τον Αραβικό Κόλπο µέσω Ιορδανίας, Εµιράτων, Σαουδικής Αραβίας, αραβικά κράτη του Κόλπου. Κάτι τέτοιο δεν φαίνεται επί του παρόντος ιδιαίτερα ρεαλιστικό και η προσπάθεια που κάνει η διπλωµατία της Άγκυρας να ελέγξει τις εξελίξεις στη Συρία και το Κουρδιστάν, τη χάραξη των ΑΟΖ στη Μεσόγειο, αλλά και να συνδέσει την Κασπία, όπου έχει σηµαντικό λόγο µε τις «Συµφωνίες του Αβραάµ» δεν δείχνουν να λειτουργούν.

Σήµερα ο πρωθυπουργός βρίσκεται στην Ιερουσαλήµ για την πρώτη τριµερή µε Νετανιάχου και Χριστοδουλίδη µετά την εκτροπή της 7ης Οκτωβρίου 2023. Στις εκεί συζητήσεις βρίσκεται η βάση της συγκρότησης ενός νέου ΝΑΤΟ, µιας στρατιωτικής συµµαχίας µέσω των θαλάσσιων διαδροµών από τη Μεσόγειο στον Ινδικό, στην Ευρασία στον άξονα της Μεσογείου. Η ατζέντα αυτήν τη φορά δεν είναι µόνον ενεργειακή ή εµπορική ούτε αφορά µονοδιάστατα τη Γάζα. Είναι σε σηµαντικό βαθµό γεωπολιτική και στρατιωτική και εκεί κρίνεται η περιφερειακή ισχύς της Ελλάδας στα θέµατα άµυνας και ασφάλειας, πολύ περισσότερο από το Ατλαντικό ΝΑΤΟ που βαθµηδόν απορρυθµίζεται.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή