Το πολιτικό περιβάλλον στην Ελλάδα βρίθει µικροπολιτικής και κοµµατικών ανταγωνισµών στην αντιπολίτευση. Είναι ένας αγώνας επιβίωσης ή τουλάχιστον επάρκειας για µια σειρά κοµµάτων, ειδικά στον χώρο της Κεντροαριστεράς. Ταυτόχρονα εξελίσσεται από πολλά κέντρα επιρροής ένας πόλεµος αποδόµησης στο πρόσωπο του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη προκειµένου αυτός να αποσυρθεί από την κούρσα των επερχόµενων εκλογών του 2027 και τη διεκδίκηση µιας τρίτης θητείας στη διοίκηση της χώρας.

Η ένταση και οι µαταιοδοξίες που επικρατούσαν σε κάποια κλειστά γραφεία -κατά βάση πέριξ της πλατείας Κολωνακίου και των βορείων προαστίων- µεταφέρθηκαν στους δρόµους µε τα µπλόκα των αγροτών, όπου µεταξύ των παραγωγών βρήκαν καταφύγιο και σηµείο αντίστασης δοµηµένα συµφέροντα δεκαετιών, που κινούσαν τη διαφθορά µέσω των µηχανισµών του ΟΠΕΚΕΠΕ. Φυσικά, πέραν των αγροτών ή των κτηνοτρόφων που αναζητούν λύσεις στα ζητήµατα αιχµής τα οποία τους απασχολούν, και άλλες επαγγελµατικές κατηγορίες δοκίµασαν µέσω κινητοποιήσεων να ευαισθητοποιήσουν την κυβέρνηση αλλά και την κοινή γνώµη για τα προβλήµατα που έχουν. Αποτέλεσµα, σε µια περίοδο κατά την οποία εξελίχθηκε η συζήτηση του Προϋπολογισµού του 2026 αλλά και µια σειρά από κορυφαίες εξελίξεις στο πεδίο της γεωπολιτικής για τη θέση της Ελλάδας, έχει χαθεί η συνοχή στον δηµόσιο διάλογο αλλά και η επικέντρωση στα µεγάλα, υπέρ των ειδικών θεµάτων. Οι διεθνείς και περιφερειακές συνθήκες ευνοούν την Ελλάδα. Αυτό δεν είναι ένα ζήτηµα συγκυρίας ή καλής τύχης αλλά το αποτέλεσµα µιας στρατηγικής που έχει ακολουθηθεί από τις τελευταίες κυβερνήσεις σε βάθος χρόνου πέραν της δεκαετίας. Παρά τους φόβους που υπήρχαν από τις εγχώριες ελίτ για την επικράτηση του Ντόναλντ Τραµπ στην ηγεσία των ΗΠΑ και τη σωρεία ανατροπών που επέφερε η προεδρία του στα διεθνή δεδοµένα µέσα στον πρώτο χρόνο της δεύτερης θητείας του στον Λευκό Οίκο, η Ελλάδα -για µία ακόµη φορά, όπως και στην πρώτη θητεία του, επί του παρόντος τουλάχιστον- λογίζεται στους κερδισµένους στον ευρωπαϊκό και µεσογειακό συσχετισµό.

Η Ελλάδα αποτελεί πλέον κύρια πύλη εισόδου για το αµερικανικό LNG στην Ευρώπη προς αντικατάσταση του ρωσικού ενεργειακού αποτυπώµατος. Οι συµφωνίες που συνοµολογήθηκαν στην Αθήνα µε πανηγυρικό τρόπο και παρουσία υψηλόβαθµων αξιωµατούχων και υπουργών της προεδρίας Τραµπ, στη βάση της ενεργοποίησης του επονοµαζόµενου «Κάθετου ∆ιαδρόµου» µέχρι την Ουκρανία και την Κεντρική Ευρώπη, αποτελούν µια µεγάλη γεωστρατηγική επιτυχία. Πολύ περισσότερο γιατί µε την έντονη κινητικότητα της διακυβέρνησης Μητσοτάκη η αναβάθµιση της θέσης και του ρόλου της χώρας στον άξονα προς Βορρά, µέσω της παρευξείνιας Βαλκανικής, συνοδεύθηκε και µε συµβατική συνεργασία µε δύο από τις πολυεθνικές ενεργειακές εταιρείες των ΗΠΑ για έρευνα και εξόρυξη εγχώριων υδρογονανθράκων σε όλο το δυτικό µέτωπο στη Μεσόγειο µέχρι νότια της Κρήτης. Μαζί µε το καλώδιο ηλεκτρικής ενέργειας Ελλάδας - Αιγύπτου, δηµιουργούνται τα δεδοµένα ενός νότιου άξονα που ορίζει τη γεωπολιτική ισχύ της χώρας.

Στους δυο αυτούς άξονες προστίθεται πλέον και ένας καθοριστικός τρίτος. Αυτός προς Ανατολάς στον «διάδροµο» IMEC που διέρχεται τη Μέση Ανατολή και φθάνει στην Ινδία. Η 10η τριµερής συνάντηση της συµµαχίας «3+1» µε Κύπρο, Ισραήλ και τις ΗΠΑ δίνει ώθηση σε αυτή την εξέλιξη, δηµιουργώντας µάλιστα -µέσω της στρατιωτικής σύµπραξης που αποφασίστηκε- ένα σηµαίνον βάθος στην ανάσχεση της επιθετικότητας της Τουρκίας. Οι τρεις αυτοί άξονες προς Βορρά, Νότο (Αφρική) και προς Ανατολάς (∆υτική Ασία µέχρι Ινδία) δίνουν τις γεωπολιτικές συνιστώσες της ισχύος της χώρας. Η αναβάθµιση της Ελλάδας, τόσο ως περιφερειακής δύναµης κρούσης όσο και ως προς την εσωτερική ανάπτυξή της, επηρεάζεται άµεσα από ταυτόχρονα πλάνα αναβαθµισµένης συνεργασίας µε τις ΗΠΑ. Όχι τόσο σε επίπεδο ΝΑΤΟ αλλά διµερώς. Η Ελλάδα ανακτά την ισχύ και το κύρος ναυτικής δύναµης, όχι µόνο στη βάση του Πολεµικού Ναυτικού αλλά και σε εκείνο των ναυπηγείων, των λιµανιών και των εµπορικών στόλων.

Το ζήτηµα λοιπόν είναι όλα αυτά τα νέα δεδοµένα να αξιοποιηθούν και να αποτελέσουν κεντρικό αφήγηµα για µια χώρα που -αφού ανέκτησε την επενδυτική της βαθµίδα και το διεθνές οικονοµικό προφίλ, µε τον υπουργό Οικονοµικών της πλέον να αναλαµβάνει επικεφαλής του Eurogroupτώρα θα πρέπει να κινήσει την ιστορία υπέρ της αλλά και υπέρ των συµµάχων της για τις επόµενες δεκαετίες. 

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή