Το απόγευμα της Τρίτης θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί πιο φωτεινό από τα συνήθη τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα.

Ακόμη και οι τοποθετήσεις του πρωθυπουργού, από τη μία, στην τηλεοπτική συνέντευξη που παραχώρησε στον ANT1, και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, από την άλλη, στην παρουσίαση του βιβλίου του κ. Καζάκου, με το αγαπημένο θέμα της συστημικής ανάλυσης «γιατί δεν πρέπει να φύγουμε από το ευρώ», προδιαθέτουν για πιο θετικές εξελίξεις από τις συνήθεις της εποχής των μνημονίων.

Δεν είναι ότι ο κ. Τσίπρας ή ο κ. Μητσοτάκης είπαν κάτι διαφορετικό από τις αναμενόμενες προσεγγίσεις τους. Είναι η φρασεολογία και το πνεύμα που εκδήλωσαν. Οι παράλληλοι μονόλογοί τους είχαν ένα πνεύμα διαφορετικό από τη συνήθη μιζέρια, την κακότητα που εκφράζουν οι αποτυχημένοι άνθρωποι, τη μικροπολιτική υστερία που κυριαρχεί την πολιτική ζωή της χώρας. Ο κ. Τσίπρας, για παράδειγμα, απεδέχθη ότι το θέμα του χρέους θα αποσαφηνισθεί επί της ουσίας μετά τις γερμανικές εκλογές. Ο κ. Μητσοτάκης, από την άλλη, άφησε αυτόν τον φρικτό στην απλοϊκότητά του «μανιχαϊσμό» περί «λαϊκισμού» και υπευθυνότητας και μίλησε για ευρωσκεπτικισμό και τα προβλήματα της Ενωσης. Δεν είναι ότι ξυπνήσαμε ξαφνικά σε κάποια άλλη χώρα. Αλλά ότι αρχίζουμε να νιώθουμε πιο ψύχραιμοι, λιγότερο πανικόβλητοι, πιο πολιτισμένοι.

Από εκεί και πέρα, υπάρχει μια σειρά ευνοϊκών εξελίξεων. Η τελευταία συνάντηση μεταξύ οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης και τραπεζιτών κύλησε σε καλό κλίμα και μάλλον δημιουργικό σε σχέση με την επίλυση του γόρδιου δεσμού των «κόκκινων» δανείων. Μετά το τέλος της καμία από τις δύο πλευρές δεν έκανε εκείνες τις χυδαίες συνήθεις διαρροές ότι η άλλη είναι τόσο ανίκανη ή κερδοσκοπική που στερεί τη χώρα από την έξοδο από τα μνημόνια. Ταυτόχρονα, οι συζητήσεις για το τελικό στάδιο της αξιολόγησης εξελίσσονται απολύτως κανονικά, ενώ οι απεθνικοποιήσεις και οι ιδιωτικοποιήσεις προχωρούν. Τέλος, το κλίμα για την Ελλάδα στην Αμερική του Ντ. Τραμπ και στη Γαλλία δεν δείχνει να αλλάζει. Οι συμμαχίες και η στήριξη δεν χάνονται από την αλλαγή ηγεσιών.
Το κρίσιμο ερώτημα παραμένει, φυσικά, αναπάντητο: Ποια θα είναι η επόμενη Ελλάδα; Αν πάψουμε να βριζόμαστε, θα μπορέσουμε να το συζητήσουμε…

Απο την «Ελευθερία του Τύπου»