Γιατί μας... κάνει εντύπωση;
Λοιπόν, η PISA, όσον αφορά τους Έλληνες μαθητές, για άλλη μία χρονιά έγειρε επικίνδυνα
Η PISA, για όσους δεν το γνωρίζουν, δεν έχει καμία σχέση με την Πίζα που γέρνει.
Είναι ένας αναγνωρισμένος διεθνής διαγωνισμός που μετράει τις επιδόσεις των μαθητών χωρών του ΟΟΣΑ. Δηλαδή, αν πιάνουν οι μαθητές από πλευράς συγκεκριμένων γνώσεων πουλιά στον αέρα ή είναι, όπως έλεγαν οι παλαιότεροι, «ξύλα απελέκητα». Ή τούβλα. Λοιπόν, η PISA, όσον αφορά τους Έλληνες μαθητές, για άλλη μία χρονιά έγειρε επικίνδυνα. Με άλλα λόγια, όχι μόνο βρέθηκαν σε χαμηλές θέσεις, ξεπερνώντας μόνο τις άλλες βαλκανικές χώρες, αλλά σημείωσαν και επιδόσεις χαμηλότερες από μία χρονιά προηγούμενη. Χαμηλά, λόγου χάρη, είναι στην κατανόηση κειμένου. Αλλά τι να περιμένεις από παιδιά που μιλάνε με 300 λέξεις το πολύ. Φαντάζομαι ότι με βάση τις τελευταίες ειδήσεις θα είναι σε υψηλή θέση στην οργάνωση συμμοριών.
Κάνοντας μία αναδρομή στο παρελθόν μπορούμε τελικώς να δούμε τι είναι συντηρητικό και τι προοδευτικό. Κάποτε ο μαθητής υφίστατο εξετάσεις ακόμη και για να περάσει από το νηπιαγωγείο στην πρώτη τάξη του δημοτικού. Και, μέχρι να τελειώσει τις εγκύκλιες σπουδές του, σε κάθε τάξη υφίστατο εξετάσεις σε κάθε εξάμηνο, χώρια τα πρόχειρα διαγωνίσματα. Όμως, τότε που εφαρμοζόταν αυτό το σύστημα των συχνών εξετάσεων όλοι θυμούνται ότι και τα ιδιαίτερα ήταν περιορισμένα και τα φροντιστήρια γέμιζαν μόνο με τους τελειόφοιτους που ετοιμάζονταν για τις εισαγωγικές εξετάσεις. Από την άλλη πλευρά, οι τακτικές αυτές εξετάσεις συνέβαλλαν ώστε η γνώση του μαθητή να είναι επαρκέστερη και εγκυκλοπαιδικότερη. Η γενική δε αυτή μόρφωση συνέβαλλε σε ένα ευρύτερο μορφωτικό επίπεδο και όχι στη μονομέρεια του γνωστικού αντικειμένου.
Το συμπέρασμα είναι ότι η εγκατάλειψη παλαιομοδίτικων συστημάτων, είτε ως προς τις εξετάσεις μαθητών είτε ως προς τη λειτουργία των σχολείων, στο όνομα της προόδου και των μεταρρυθμίσεων, μάλλον δεν ωφέλησε τις γενιές που υπέστησαν τις αλλαγές αυτές. Ας θυμηθούμε, επίσης, πώς ήταν κάποτε οι δάσκαλοι και οι καθηγητές. Και πώς συμπεριφέρονταν. Αν, πράγματι, ήταν αυθεντικοί παιδαγωγοί ή έμποροι της γνώσης. Αν ήταν συμβιβασμένοι με τις προοπτικές του λειτουργήματος που συνειδητώς επέλεγαν ή είχαν στόχο να πλουτίσουν με ιδιαίτερα μαθήματα, ακριβοπληρωμένα και φοροδιαφεύγοντα…
Στη σημερινή εποχή, μάλλον, αυτές οι συγκρίσεις διακρίνονται για τον βλακώδη ρομαντισμό τους. Διότι, απλώς, οι σημερινοί δάσκαλοι και καθηγητές δεν έκαναν τίποτε άλλο παρά να προσαρμοσθούν στις γενικές παρηκμασμένες αντιλήψεις που έχουν επικρατήσει.
Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή στις 12/12
Είναι ένας αναγνωρισμένος διεθνής διαγωνισμός που μετράει τις επιδόσεις των μαθητών χωρών του ΟΟΣΑ. Δηλαδή, αν πιάνουν οι μαθητές από πλευράς συγκεκριμένων γνώσεων πουλιά στον αέρα ή είναι, όπως έλεγαν οι παλαιότεροι, «ξύλα απελέκητα». Ή τούβλα. Λοιπόν, η PISA, όσον αφορά τους Έλληνες μαθητές, για άλλη μία χρονιά έγειρε επικίνδυνα. Με άλλα λόγια, όχι μόνο βρέθηκαν σε χαμηλές θέσεις, ξεπερνώντας μόνο τις άλλες βαλκανικές χώρες, αλλά σημείωσαν και επιδόσεις χαμηλότερες από μία χρονιά προηγούμενη. Χαμηλά, λόγου χάρη, είναι στην κατανόηση κειμένου. Αλλά τι να περιμένεις από παιδιά που μιλάνε με 300 λέξεις το πολύ. Φαντάζομαι ότι με βάση τις τελευταίες ειδήσεις θα είναι σε υψηλή θέση στην οργάνωση συμμοριών.
Κάνοντας μία αναδρομή στο παρελθόν μπορούμε τελικώς να δούμε τι είναι συντηρητικό και τι προοδευτικό. Κάποτε ο μαθητής υφίστατο εξετάσεις ακόμη και για να περάσει από το νηπιαγωγείο στην πρώτη τάξη του δημοτικού. Και, μέχρι να τελειώσει τις εγκύκλιες σπουδές του, σε κάθε τάξη υφίστατο εξετάσεις σε κάθε εξάμηνο, χώρια τα πρόχειρα διαγωνίσματα. Όμως, τότε που εφαρμοζόταν αυτό το σύστημα των συχνών εξετάσεων όλοι θυμούνται ότι και τα ιδιαίτερα ήταν περιορισμένα και τα φροντιστήρια γέμιζαν μόνο με τους τελειόφοιτους που ετοιμάζονταν για τις εισαγωγικές εξετάσεις. Από την άλλη πλευρά, οι τακτικές αυτές εξετάσεις συνέβαλλαν ώστε η γνώση του μαθητή να είναι επαρκέστερη και εγκυκλοπαιδικότερη. Η γενική δε αυτή μόρφωση συνέβαλλε σε ένα ευρύτερο μορφωτικό επίπεδο και όχι στη μονομέρεια του γνωστικού αντικειμένου.
Το συμπέρασμα είναι ότι η εγκατάλειψη παλαιομοδίτικων συστημάτων, είτε ως προς τις εξετάσεις μαθητών είτε ως προς τη λειτουργία των σχολείων, στο όνομα της προόδου και των μεταρρυθμίσεων, μάλλον δεν ωφέλησε τις γενιές που υπέστησαν τις αλλαγές αυτές. Ας θυμηθούμε, επίσης, πώς ήταν κάποτε οι δάσκαλοι και οι καθηγητές. Και πώς συμπεριφέρονταν. Αν, πράγματι, ήταν αυθεντικοί παιδαγωγοί ή έμποροι της γνώσης. Αν ήταν συμβιβασμένοι με τις προοπτικές του λειτουργήματος που συνειδητώς επέλεγαν ή είχαν στόχο να πλουτίσουν με ιδιαίτερα μαθήματα, ακριβοπληρωμένα και φοροδιαφεύγοντα…
Στη σημερινή εποχή, μάλλον, αυτές οι συγκρίσεις διακρίνονται για τον βλακώδη ρομαντισμό τους. Διότι, απλώς, οι σημερινοί δάσκαλοι και καθηγητές δεν έκαναν τίποτε άλλο παρά να προσαρμοσθούν στις γενικές παρηκμασμένες αντιλήψεις που έχουν επικρατήσει.
Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή στις 12/12