Η κοινωνία ποτέ δεν ήταν µε τον χαµένο
Άρθρο γνώμης
Όταν δεν εµφανίζεται στον ορίζοντα αξιόπιστη εναλλακτική, τότε η λύση που προτιµούν οι πολίτες είναι αυτή του κόµµατος που εγγυάται την κυβερνητική σταθερότητα

Oι δηµοσκοπικές ενδείξεις έχουν αρχίσει να δείχνουν τη φυσιολογική φθορά που µπορεί να έχει µια κυβέρνηση η οποία διανύει τον έκτο χρόνο στην εξουσία, και που στη φθορά της αυτή έχουν συµβάλει και άλλοι παράγοντες, καθώς έχουν σκάσει στα χέρια της παθογένειες πολλών παρελθόντων ετών. Παρ’ όλ’ αυτά, ακόµη και µε µειώσεις των ποσοστών του, που κάθε άλλο παρά αµελητέες είναι και που δοκιµάζουν την προοπτική της αυτοδυναµίας, το κυβερνών κόµµα αντέχει περισσότερο από κάθε άλλο, δεδοµένου µάλιστα ότι «παίζει χωρίς αντίπαλο».
Ένας βασικός παράγοντας που ευνοεί τη Ν∆ -όσο κανένα κόµµα από τα υπόλοιπα δεν µπορεί να διευρύνει την απήχησή του στην ελληνική κοινωνία- είναι η ψυχολογία της «χαµένης ψήφου». Αυτή η αντίληψη περί χαµένης ψήφου, ειδικώς όταν µιλάµε για µια νέα Βουλή -όποτε γίνουν εκλογές, ειδικά δε αν γίνουν στο τέλος της τετραετίας, όπως έχει δεσµευθεί ο πρωθυπουργός-, µπορεί να παίξει ρόλο στο πού θα κατευθυνθούν οι ψήφοι των αναποφάσιστων, αλλά και του τµήµατος εκείνου της κοινωνίας που επιζητεί την κυβερνητική σταθερότητα και όχι τα πειράµατα αποτυχηµένων συνήθως συνεργασιών. Και µιλάµε για συνεργασίες ουσίας και όχι σκοπιµότητας, όπως εκείνη που είχε συνάψει ο ΣΥΡΙΖΑ µε το ακραίο δεξιό κόµµα του Καµµένου.
Η ελληνική κοινωνία επίσης θυµάται -πάντα µέσα στο πλαίσιο της ψυχολογίας της χαµένης ψήφουτο νόηµα της αντίδρασης των αγορών µετά την εντυπωσιακή νίκη της Ν∆ στις εκλογές του Ιουλίου του 2019, όταν το Χρηµατιστήριο είχε εκτοξευθεί και το επιτόκιο του δεκαετούς οµολόγου είχε πέσει. Ήταν ενδείξεις περί επιστροφής στην κανονικότητα που είχε διαταραχθεί και η οποία η µεγάλη πλειοψηφία της κοινής γνώµης επιθυµεί να διατηρηθεί, παρά τη δυσφορία της για ζητήµατα της καθηµερινότητας, κυρίως. Μπορεί µε τα δεδοµένα αυτά να διατυπωθεί κάποιο συµπέρασµα; Κατ’ αρχάς, διαχρονικά, τα µικρά κόµµατα στη χώρα µας αποδείχθηκε ότι διαδραµατίζουν απλώς έναν ευκαιριακό ρόλο, και αυτόν λόγω των περιστασιακών κρίσεων που εµφανίζονται κάθε φορά, και µπορεί να προσελκύουν ως κόµµατα διαµαρτυρίας µερίδα, µικρή πάντως, του εκλογικού σώµατος. Από την άλλη πλευρά, όταν δεν εµφανίζε ται στον ορίζοντα αξιόπιστη εναλλακτική λύση -ή απλώς µια τέτοια λύση αργεί, ενδεχοµένως επειδή βρίσκεται σε διαδικασία ανάδειξης-, τότε η λύση που προτιµούν οι πολίτες είναι αυτή του κόµµατος που εγγυάται την κυβερνητική σταθερότητα. Άλλωστε, όταν µιλάµε για διαδικασία ανάδειξης εναλλακτικής λύσης, εννοούµε τις διεργασίες που επιχειρείται να συντελεστούν µε κάποιες συνεργασίες στον αριστερά της Ν∆ χώρο.
Όµως δεν πρέπει να παραγνωρίζεται και το γεγονός ότι οι ηγούµενοι κοµµάτων που δυνητικώς θα ήταν σε θέση να συνεργαστούν δεν τυγχάνουν της επιλογής της κοινωνίας ως πιθανοί κυβερνήτες, οπότε το µειονέκτηµά τους αυτό είναι φυσικό να δρα αρνητικά και επί της ελκυστικότητας των κοµµάτων τους. Βεβαίως δεν πρέπει επίσης να παραγνωρίζεται ότι σε περίοδο που το ποσοστό των αναποφάσιστων παραµένει υψηλό -και αυτό συµβαίνει τώρα τουλάχιστον, χωρίς να είναι σίγουρο και ότι θα διατηρηθεί µέχρι τις εκλογές- αυξάνονται και οι προοπτικές της αποχής, που αφορούν κυρίως ψηφοφόρους προερχόµενους από το εκάστοτε κυβερνών κόµµα.
Μπορεί αυτό να αλλάξει µέχρι τον χρόνο των εκλογών, αλλά ασφαλώς οι εκτιµήσεις πρέπει να γίνονται µε τα σηµερινά στοιχεία και όχι «µε µαντεψιές». Το είδαµε άλλωστε αυτό να συµβαίνει µε τους απογοητευµένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ. Αν επιχειρούσε πάντως κανείς µια πρόβλεψη µε τα σηµερινά δεδοµένα -που δεν επιτρέπουν εκτιµήσεις για µια αυτοδυναµία-, θα µπορούσε να εικάσει ότι αν το εκλογικό σώµα επιµείνει στις σηµερινές του διαθέσεις, η χώρα θα περάσει µια φουρτούνα ακυβερνησίας και πολιτικής αστάθειας, που θα έχει όµως θετικό αποτέλεσµα. Θα φέρει στη µνήµη της κοινωνίας -η οποία παρά τις όποιες δυσανεξίες της θα έχει εθιστεί σε µια κανονικότητα που την είχε επί χρόνια απολέσει- τους κινδύνους της πολιτικής αστάθειας ή της αναποτελεσµατικής κυβερνησιµότητας.
Μια τέτοια κατάσταση δρα… εκπαιδευτικά, ασφαλώς, γεγονός που επιτρέπει να αισιοδοξούν στο κυβερνών κόµµα ότι έστω και σε δεύτερη φάση θα αποκατασταθεί η πολιτική σταθερότητα µέσω της αυτοδυναµίας. ∆εδοµένου µάλιστα ότι, όπως προαναφέρθηκε, η ψυχολογία της χαµένης ψήφου λειτουργεί υπέρ της Ν∆, συντελούσης και της αναξιοπιστίας των υπολοίπων.
Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή
Ένας βασικός παράγοντας που ευνοεί τη Ν∆ -όσο κανένα κόµµα από τα υπόλοιπα δεν µπορεί να διευρύνει την απήχησή του στην ελληνική κοινωνία- είναι η ψυχολογία της «χαµένης ψήφου». Αυτή η αντίληψη περί χαµένης ψήφου, ειδικώς όταν µιλάµε για µια νέα Βουλή -όποτε γίνουν εκλογές, ειδικά δε αν γίνουν στο τέλος της τετραετίας, όπως έχει δεσµευθεί ο πρωθυπουργός-, µπορεί να παίξει ρόλο στο πού θα κατευθυνθούν οι ψήφοι των αναποφάσιστων, αλλά και του τµήµατος εκείνου της κοινωνίας που επιζητεί την κυβερνητική σταθερότητα και όχι τα πειράµατα αποτυχηµένων συνήθως συνεργασιών. Και µιλάµε για συνεργασίες ουσίας και όχι σκοπιµότητας, όπως εκείνη που είχε συνάψει ο ΣΥΡΙΖΑ µε το ακραίο δεξιό κόµµα του Καµµένου.
Η ελληνική κοινωνία επίσης θυµάται -πάντα µέσα στο πλαίσιο της ψυχολογίας της χαµένης ψήφουτο νόηµα της αντίδρασης των αγορών µετά την εντυπωσιακή νίκη της Ν∆ στις εκλογές του Ιουλίου του 2019, όταν το Χρηµατιστήριο είχε εκτοξευθεί και το επιτόκιο του δεκαετούς οµολόγου είχε πέσει. Ήταν ενδείξεις περί επιστροφής στην κανονικότητα που είχε διαταραχθεί και η οποία η µεγάλη πλειοψηφία της κοινής γνώµης επιθυµεί να διατηρηθεί, παρά τη δυσφορία της για ζητήµατα της καθηµερινότητας, κυρίως. Μπορεί µε τα δεδοµένα αυτά να διατυπωθεί κάποιο συµπέρασµα; Κατ’ αρχάς, διαχρονικά, τα µικρά κόµµατα στη χώρα µας αποδείχθηκε ότι διαδραµατίζουν απλώς έναν ευκαιριακό ρόλο, και αυτόν λόγω των περιστασιακών κρίσεων που εµφανίζονται κάθε φορά, και µπορεί να προσελκύουν ως κόµµατα διαµαρτυρίας µερίδα, µικρή πάντως, του εκλογικού σώµατος. Από την άλλη πλευρά, όταν δεν εµφανίζε ται στον ορίζοντα αξιόπιστη εναλλακτική λύση -ή απλώς µια τέτοια λύση αργεί, ενδεχοµένως επειδή βρίσκεται σε διαδικασία ανάδειξης-, τότε η λύση που προτιµούν οι πολίτες είναι αυτή του κόµµατος που εγγυάται την κυβερνητική σταθερότητα. Άλλωστε, όταν µιλάµε για διαδικασία ανάδειξης εναλλακτικής λύσης, εννοούµε τις διεργασίες που επιχειρείται να συντελεστούν µε κάποιες συνεργασίες στον αριστερά της Ν∆ χώρο.
Όµως δεν πρέπει να παραγνωρίζεται και το γεγονός ότι οι ηγούµενοι κοµµάτων που δυνητικώς θα ήταν σε θέση να συνεργαστούν δεν τυγχάνουν της επιλογής της κοινωνίας ως πιθανοί κυβερνήτες, οπότε το µειονέκτηµά τους αυτό είναι φυσικό να δρα αρνητικά και επί της ελκυστικότητας των κοµµάτων τους. Βεβαίως δεν πρέπει επίσης να παραγνωρίζεται ότι σε περίοδο που το ποσοστό των αναποφάσιστων παραµένει υψηλό -και αυτό συµβαίνει τώρα τουλάχιστον, χωρίς να είναι σίγουρο και ότι θα διατηρηθεί µέχρι τις εκλογές- αυξάνονται και οι προοπτικές της αποχής, που αφορούν κυρίως ψηφοφόρους προερχόµενους από το εκάστοτε κυβερνών κόµµα.
Μπορεί αυτό να αλλάξει µέχρι τον χρόνο των εκλογών, αλλά ασφαλώς οι εκτιµήσεις πρέπει να γίνονται µε τα σηµερινά στοιχεία και όχι «µε µαντεψιές». Το είδαµε άλλωστε αυτό να συµβαίνει µε τους απογοητευµένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ. Αν επιχειρούσε πάντως κανείς µια πρόβλεψη µε τα σηµερινά δεδοµένα -που δεν επιτρέπουν εκτιµήσεις για µια αυτοδυναµία-, θα µπορούσε να εικάσει ότι αν το εκλογικό σώµα επιµείνει στις σηµερινές του διαθέσεις, η χώρα θα περάσει µια φουρτούνα ακυβερνησίας και πολιτικής αστάθειας, που θα έχει όµως θετικό αποτέλεσµα. Θα φέρει στη µνήµη της κοινωνίας -η οποία παρά τις όποιες δυσανεξίες της θα έχει εθιστεί σε µια κανονικότητα που την είχε επί χρόνια απολέσει- τους κινδύνους της πολιτικής αστάθειας ή της αναποτελεσµατικής κυβερνησιµότητας.
Μια τέτοια κατάσταση δρα… εκπαιδευτικά, ασφαλώς, γεγονός που επιτρέπει να αισιοδοξούν στο κυβερνών κόµµα ότι έστω και σε δεύτερη φάση θα αποκατασταθεί η πολιτική σταθερότητα µέσω της αυτοδυναµίας. ∆εδοµένου µάλιστα ότι, όπως προαναφέρθηκε, η ψυχολογία της χαµένης ψήφου λειτουργεί υπέρ της Ν∆, συντελούσης και της αναξιοπιστίας των υπολοίπων.
Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή