Η πολιτική των drones, που φαίνεται να επιλέγει ο Πούτιν, δεν υπάρχει αµφιβολία ότι συνιστά ένα εγχείρηµα της Μόσχας που αποβλέπει στο να δοκιµάσει τις αντοχές και τις δυνατότητες αντίδρασης της Ευρώπης κυρίως, και της ∆ύσης γενικότερα. Ειδικότερα όσον αφορά την Ευρώπη, ο Πούτιν θεωρεί ότι µπορεί να εκµεταλλευτεί, για τη δοκιµασία αυτήν, το κενό χρονικό διάστηµα που υπάρχει µεταξύ (α) της διαµόρφωσης του ευρωστρατού, υπό την πίεση µάλιστα και των ΗΠΑ του Τραµπ που εξαναγκάζουν τα ευρωπαϊκά κράτη να αυξήσουν τους αµυντικούς προϋπολογισµούς τους, ως θεσµική υποχρέωση των χωρών τουλάχιστον που αποτελούν και µέλη του ΝΑΤΟ, (β) της περαιτέρω ανάπτυξης της ευρωπαϊκής αµυντικής βιοµηχανίας, µέσω του SAFE, που θα επέτρεπε αντιστοίχως την ευρωπαϊκή αυτοδυναµία σε πολεµικό εξοπλισµό.

Οι αναλυτές των διεθνών εξελίξεων υποστηρίζουν ότι ο Πούτιν δεν πρόκειται να σταµατήσει τις πολεµικές προκλήσεις. Άλλωστε, προ ολίγων ετών είχαν προηγηθεί τα προβοκατόρικα χτυπήµατα του Πούτιν στην Υπερδνειστερία, που είναι βεβαίως φιλορωσική αλλά ενδεχοµένως η πράξη αυτή του Κρεµλίνου να σήµαινε, όπως υποστήριζαν τότε µε αρκετό φόβο στη Μολδαβία, πρόβα εισβολής δυνάµεων στην ανεξάρτητη εκείνη χώρα. Όπως ανέφερε σχετικά ανάλυση του «Politico», «µε αποδεκατισµένη τη φιλελεύθερη αντιπολίτευση στη Ρωσία, έχει µείνει µία µικρή, αλλά µε έντονη ρητορική, οµάδα εθνικιστών που αποτελούν απειλή για την εσωτερική κυριαρχία του Πούτιν. Και αυτός έχει αναγκαστεί να τους υποσχεθεί µια µεγαλειώδη νίκη όχι µόνο στην Ουκρανία αλλά και απέναντι σε ό,τι αποκαλεί το Κρεµλίνο “συλλογική ∆ύση”»! Στο σχετικό δηµοσίευµα του «Politico» γίνεται και ειδική αναφορά στα λεγόµενα ενός Ρώσου πρώην διπλωµάτη που σήµερα είναι µέλος του Κέντρου Κάρνεγκι για τη Ρωσία και την Ευρασία, του Αλεξάντερ Μπαούνοφ: «Επιθυµία µεταξύ των “γερακιών” του στρατιωτικοπολιτικού κατεστηµένου της Μόσχας είναι η καταστροφή του ΝΑΤΟ. Να δείξει η Μόσχα ότι το ΝΑΤΟ δεν έχει πλέον καµία αξία»…

Η παρατήρηση ότι στη Ρωσία έχει αποδεκατιστεί η αντιπολίτευση και έχει επικρατήσει η µικρή έστω αλλά δυναµική οµάδα των «γερακιών» του στρατιωτικοπολιτικού κατεστηµένου αποτελεί µια εξέλιξη που δεν υπήρχε στο παρελθόν και αφορά στο εσωτερικό της χώρας. Πράγµατι, στο παρελθόν ετίθετο το λογικό ερώτηµα, όταν η ∆ύση επέβαλλε ασφυκτικά οικονοµικά µέτρα στη Ρωσία του Πούτιν, πώς θα αντιδρούσε ο κόσµος και το τµήµα της νεόπλουτης ολιγαρχίας που επλήττοντο από εκείνα τα µέτρα. Με άλλα λόγια, εµφανιζόταν τότε µια βασική παράµετρος όσον αφορά τις αντοχές του Πούτιν απέναντι σε λαϊκές αντιδράσεις για το επιδεινούµενο βιοτικό επίπεδο του λαού του, αλλά και απέναντι στην οικονοµική πίεση που ησκείτο στη µερίδα των ολιγαρχών που είχαν µάθει στην προκλητική πολυτέλεια και κινδύνευαν να τη χάσουν. Αυτή η εσωτερική κατάσταση θα µπορούσε να προδικάσει και το µέλλον του Πούτιν, καθώς οι πτώσεις των δικτατόρων είναι αποτελεσµατικές µόνο όταν προέρχονται εκ των έσω. Όµως και αυτός ο κίνδυνος για τον Πούτιν έχει προσώρας εκλείψει.

Η άποψη, εποµένως, περί της προσπάθειας της Μόσχας να δείξει ότι όχι µόνο το ΝΑΤΟ αλλά η «συλλογική ∆ύση» δεν έχει καµία αξία αποτελεί και µια απάντηση, έστω και µε καθυστέρηση, σε εκείνο το ερώτηµα που είχε τεθεί µε τις πρώτες επιθετικές ενέργειες του Κρεµλίνου στην Ουκρανία και στην Υπερδνειστερία. Και το ερώτηµα ήταν αν ο Πούτιν θα κλιµάκωνε σε τέτοιο σηµείο τις στρατιωτικές ενέργειές του, ώστε να προκαλέσει ακόµη περισσότερο τη ∆ύση. Όµως και τότε διατυπωνόταν η εκτίµηση ότι θα κλιµάκωνε τις επιθετικές του ενέργειες για δύο λόγους.

Αφενός δεν θα µπορούσε να ακολουθήσει µια υποχωρητική - συµβιβαστική πολιτική, αρκούµενος µόνο στα ουκρανικά εδάφη τα οποία ελέγχει. Κάτι τέτοιο θα ισοδυναµούσε µε οµολογία ήττας, όταν µάλιστα έχει χάσει πάνω από 15.000 στρατιώτες. Αφετέρου εκτιµάτο ότι θα βασιζόταν στο γεγονός πως η ίδια η ∆ύση, ακολουθώντας τη λογική, δεν ήθελε να εµπλακεί στρατιωτικά, άµεσα, διότι κάτι τέτοιο θα ισοδυναµούσε µε κήρυξη παγκοσµίου πολέµου. Και ούτε η Αµερική ούτε πολύ περισσότερο οι Ευρωπαίοι θα επιθυµούσαν µια τέτοια εξέλιξη, καθώς οι λαοί τους κάθε άλλο παρά θα ήθελαν να αποτελέσουν τα θύµατα µιας τέτοιας περιπέτειας.

Σωστή η λογική αυτή που αφορά τη ∆ύση και την Αµερική, αλλά πολλές φορές τις αντιδράσεις τις διαµορφώνει και η έκταση των προκλήσεων και κυρίως η εκτίµηση µήπως οι προκλήσεις αυτές φτάσουν µέχρι την έµπρακτη -δηλαδή µε πολεµική εµπλοκή- αµφισβήτηση της κυριαρχίας των κρατών. ∆ιότι εξακολουθεί να ισχύει, µε εντυπωσιακή αντοχή στον χρόνο, η αλήθεια της λατινικής θυµοσοφίας, si vis pacem, para bellum. Αν θέλεις ειρήνη, ετοιµάσου για πόλεµο…

∆εν ξέρουµε αν αγνοεί τη φράση αυτή ο Πούτιν. Σίγουρα όµως παραβλέπει ότι, ενώ υπάρχει ΝΑΤΟ, δεν υπάρχει Σύµφωνο της Βαρσοβίας για να «του συµπαρασταθεί». Ίσως και γι’ αυτό, όπως προαναφέρθηκε, θέλει να καταστραφεί η Ατλαντική Συµµαχία, για «να έρθει στα ίσα» µε τη ∆ύση…