Πάνε οι πολιτικοί στην κηδεία του… δηµοσιογράφου;
Άρθρο γνώμης
Η εξουσία αρέσκεται µόνο σε επιδαψιλεύσεις επαίνων προς αυτήν και απεχθάνεται οποιαδήποτε κριτική. Αρνείται να αντιληφθεί ότι οι αποκαλύψεις από τον Τύπο είναι µέσα στις υποχρεώσεις του

Iδιαίτερα επιθετικός εµφανίζεται ο Αµερικανός πρόεδρος απέναντι στα Μέσα Ενηµέρωσης απειλώντας να κλείσει όσα του κάνουν κριτική και, γενικώς δεν του αρέσουν αυτά που αναφέρουν. Ήδη µε τους δικούς του µηχανισµούς και µε ιδιοκτήτες που ελέγχει ή τον φοβούνται έχει καταφέρει να επιβάλει τη σιωπή που τον βολεύει ακόµη και στα µέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Πάντοτε βεβαίως το θέµα των σχέσεων των ΜΜΕ και της εκάστοτε εξουσίας, παγκοσµίως, ήταν κρίσιµο και ισορροπούσε επικίνδυνα. Σε ένα εξαιρετικό αµερικανικό βιβλίο που έχει γράψει ο Stephen Bates και φέρει τον τίτλο «Αν δεν υπάρχουν νέα, στείλε φήµες» («If No News, Send Rumors») περιγράφονται µε τον πιο ανάγλυφο τρόπο όχι µόνο δηµοσιογραφικές αθλιότητες στο όνοµα µιας επιτυχίας ή µιας αποκλειστικότητας, αλλά, κυρίως, οι σχέσεις απέχθειας, αν όχι και µίσους,
που η εκάστοτε εξουσία, απ’ όπου κι αν αυτή ασκείται, καλλιεργεί σε βάρος του Τύπου.
Ο λόγος προφανής. Η εξουσία αρέσκεται µόνο σε επιδαψιλεύσεις επαίνων προς αυτήν και απεχθάνεται οποιαδήποτε κριτική. Η κά θε εξουσία αρνείται να αντιληφθεί ότι οι αποκαλύψεις από τον Τύπο και η κριτική που αυτός ασκεί (όταν βεβαίως είναι καλόπιστη και θεµελιωµένη σε πραγµατικά στοιχεία) είναι µέσα στις υποχρεώσεις του, που απορρέουν και από τον συνταγµατικά κατοχυρωµένο ρόλο του. Ρόλο που θεσµοθετεί, κατά τ’ άλλα, στον Καταστατικό Χάρτη,
η ίδια η εξουσία! Το αποκορύφωµα της παράνοιας στην πράξη…
Αλλά και στη χώρα µας πρώην κυβερνητικός παράγων -το όνοµα του οποίου δεν θα αποκαλύψω- είχε αξιολογήσει, στο παρελθόν, ως εξής τα ΜΜΕ:
α) Τα Μέσα Ενηµέρωσης αρέσκονται στο να προβάλλουν µόνο τα θέµατα τα οποία προκαλούν το ενδιαφέρον της κοινής γνώµης.
β) Παγκοσµίως τα ΜΜΕ δεν επικροτούν επιλογές των κυβερνήσεων και, γενικώς, επιλογές της πολιτικής εξουσίας. Αν το κάνουν, το κάνουν σπανίως, ενώ µε πολύ εύκολο τρόπο ασκούν κριτική για όλα τα θέµατα, επειδή, ασφαλώς, πάντοτε για κάθε θέµα είναι εύκολο να βρεις στοιχεία ή πλευρές του θέµατος που επιδέχονται τέτοια κριτική.
γ) Αλλά ακόµη και αν δεν επιδέχονται κριτική (τα θέµατα αυτά), προβάλλεται η αρνητική τοποθέτηση από τα ΜΜΕ µε έναν τέτοιο τρόπο, ώστε να δηµιουργείται πολλές φορές θέµα εκ του µη όντος. Όµως συχνά και οι πολιτικοί αρχηγοί (θα έλεγα σε όλο τον κόσµο) καλούν τα στελέχη τους να αντιπαρατεθούν «στην αγοραία έκδοση της πολιτικής», την οποία προωθούν κυρίως τα ηλεκτρονικά µέσα ενηµέρωσης.
Μπορεί οι πολιτικοί ορισµένες φορές να έχουν δίκιο ως προς την αγοραία θεµατογραφία των ΜΜΕ, αλλά από την άλλη πλευρά είναι προφανές ότι για kάθε κυβέρνηση ο Τύπος και τα ηλεκτρονικά Μέσα, αποτελούν µια δυσάρεστη πραγµατικότητα. Κυρίως διότι βγαίνει στο φως ό,τι δεν συµφέρει µια κυβέρνηση, αλλά και τον πολιτικό κόσµο γενικότερα, µολονότι, εµµέσως τουλάχιστον, ο αποκαλυπτικός ρόλος του Τύπου θα έπρεπε να διευκολύνεται και όχι να καταδικάζεται σε µία ευνοµούµενη και δηµοκρατική Πολιτεία. Για τον εξής λόγο: Αφού ο λαός θεωρείται κατά το Σύνταγµα κυρίαρχος, διότι διά της ψήφου του αναδεικνύει τις κυβερνήσεις, είναι αναγκαίο να πληροφορείται την πραγµατικότητα προκειµένου να διαµορφώσει αναλόγως την άποψή του για συγκεκριµένους πολιτικούς και κόµµατα και τελικώς και την εκλογική του απόφαση.
Και είναι αναγκαίο να γνωρίζουν την πραγµατικότητα οι πολίτες, πολύ περισσότερο µάλιστα αφού η µεν κυβέρνηση την πραγµατικότητα αυτήν φροντίζει, για λόγους αυτονόητους, να την εξωραΐζει, η δε αντιπολίτευση να την παρουσιάζει µε τα πιο µελανά χρώµατα. Άρα, στο πολιτικό αυτό παιγνίδι ο ρόλος του Τύπου -υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι τηρεί τους στοιχειώδεις κανόνες της αντικειµενικότητας και ότι υπηρετεί κατά το µάλλον ή ήττον την αλήθεια- είναι καταλυτικός.
∆υσφορώντας η κάθε εξουσία µε τον ρόλο των ΜΜΕ (υπό την αυστηρή προϋπόθεση της καλόπιστης άσκησης του ελεγκτικού τους ρόλου), εµµέσως αποδέχεται -αν δεν επιδιώκει κιόλας- µια κολοβωµένη λαϊκή κυριαρχία. ∆ιότι ο λαός δεν είναι δυνατόν να θεωρείται κυρίαρχος (και να απορρέουν όλες οι εξουσίες
εξ αυτού και να ασκούνται χάριν αυτού) όταν έχει άγνοια των όσων συµβαίνουν στο πολιτικό προσκήνιο και παρασκήνιο. Προφανώς, κάθε εξουσία έχει κάθε
ισχυρό λόγο να κρατά τα κατορθώµατά της εν κρυπτώ και παραβύστω… Ας θυµηθούµε στο σηµείο αυτό τον ορισµό της είδησης που είχε δώσει ο λόρδος
Νόρθκλιφ, ιδιοκτήτης των «Times του Λονδίνου». «Είδηση είναι αυτό που κάποιος, σε κάποιο µέρος θέλει να αποκρύψει, να εξαφανίσει. Όλα τα υπόλοιπα είναι διαφήµιση».
Χαρακτηριστική πάντως της αντιπάθειας µε την οποία η εξουσία βλέπει τα Μέσα είναι φράση του Φουσέ, υπουργού Εσωτερικών του Ναπολέοντα (από τότε οι σχέσεις ΜΜΕ και κυβερνώντων ήταν εχθρικές, για ευνόητους λόγους βεβαίως), ο οποίος µιλώντας σε φίλο του για τις «ελευθεροστοµίες» και τις «φλυαρίες» των δηµοσιογράφων, του λέει: «Όταν µε µία µόνο λέξη τους προσβάλλουν έναν υπουργό, αυτός χρειάζεται δέκα σελίδες για να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Με µία φράση τους προκαλούν τέτοια αναταραχή και σύγχυση, που χρειάζεται κανείς πολύ χρόνο για να τους συγκρατεί. Όταν είναι κανείς υπουργός, έχει άλλα πράγµατα να κάνει».
Πάντοτε βεβαίως το θέµα των σχέσεων των ΜΜΕ και της εκάστοτε εξουσίας, παγκοσµίως, ήταν κρίσιµο και ισορροπούσε επικίνδυνα. Σε ένα εξαιρετικό αµερικανικό βιβλίο που έχει γράψει ο Stephen Bates και φέρει τον τίτλο «Αν δεν υπάρχουν νέα, στείλε φήµες» («If No News, Send Rumors») περιγράφονται µε τον πιο ανάγλυφο τρόπο όχι µόνο δηµοσιογραφικές αθλιότητες στο όνοµα µιας επιτυχίας ή µιας αποκλειστικότητας, αλλά, κυρίως, οι σχέσεις απέχθειας, αν όχι και µίσους,
που η εκάστοτε εξουσία, απ’ όπου κι αν αυτή ασκείται, καλλιεργεί σε βάρος του Τύπου.
Ο λόγος προφανής. Η εξουσία αρέσκεται µόνο σε επιδαψιλεύσεις επαίνων προς αυτήν και απεχθάνεται οποιαδήποτε κριτική. Η κά θε εξουσία αρνείται να αντιληφθεί ότι οι αποκαλύψεις από τον Τύπο και η κριτική που αυτός ασκεί (όταν βεβαίως είναι καλόπιστη και θεµελιωµένη σε πραγµατικά στοιχεία) είναι µέσα στις υποχρεώσεις του, που απορρέουν και από τον συνταγµατικά κατοχυρωµένο ρόλο του. Ρόλο που θεσµοθετεί, κατά τ’ άλλα, στον Καταστατικό Χάρτη,
η ίδια η εξουσία! Το αποκορύφωµα της παράνοιας στην πράξη…
Αλλά και στη χώρα µας πρώην κυβερνητικός παράγων -το όνοµα του οποίου δεν θα αποκαλύψω- είχε αξιολογήσει, στο παρελθόν, ως εξής τα ΜΜΕ:
α) Τα Μέσα Ενηµέρωσης αρέσκονται στο να προβάλλουν µόνο τα θέµατα τα οποία προκαλούν το ενδιαφέρον της κοινής γνώµης.
β) Παγκοσµίως τα ΜΜΕ δεν επικροτούν επιλογές των κυβερνήσεων και, γενικώς, επιλογές της πολιτικής εξουσίας. Αν το κάνουν, το κάνουν σπανίως, ενώ µε πολύ εύκολο τρόπο ασκούν κριτική για όλα τα θέµατα, επειδή, ασφαλώς, πάντοτε για κάθε θέµα είναι εύκολο να βρεις στοιχεία ή πλευρές του θέµατος που επιδέχονται τέτοια κριτική.
γ) Αλλά ακόµη και αν δεν επιδέχονται κριτική (τα θέµατα αυτά), προβάλλεται η αρνητική τοποθέτηση από τα ΜΜΕ µε έναν τέτοιο τρόπο, ώστε να δηµιουργείται πολλές φορές θέµα εκ του µη όντος. Όµως συχνά και οι πολιτικοί αρχηγοί (θα έλεγα σε όλο τον κόσµο) καλούν τα στελέχη τους να αντιπαρατεθούν «στην αγοραία έκδοση της πολιτικής», την οποία προωθούν κυρίως τα ηλεκτρονικά µέσα ενηµέρωσης.
Μπορεί οι πολιτικοί ορισµένες φορές να έχουν δίκιο ως προς την αγοραία θεµατογραφία των ΜΜΕ, αλλά από την άλλη πλευρά είναι προφανές ότι για kάθε κυβέρνηση ο Τύπος και τα ηλεκτρονικά Μέσα, αποτελούν µια δυσάρεστη πραγµατικότητα. Κυρίως διότι βγαίνει στο φως ό,τι δεν συµφέρει µια κυβέρνηση, αλλά και τον πολιτικό κόσµο γενικότερα, µολονότι, εµµέσως τουλάχιστον, ο αποκαλυπτικός ρόλος του Τύπου θα έπρεπε να διευκολύνεται και όχι να καταδικάζεται σε µία ευνοµούµενη και δηµοκρατική Πολιτεία. Για τον εξής λόγο: Αφού ο λαός θεωρείται κατά το Σύνταγµα κυρίαρχος, διότι διά της ψήφου του αναδεικνύει τις κυβερνήσεις, είναι αναγκαίο να πληροφορείται την πραγµατικότητα προκειµένου να διαµορφώσει αναλόγως την άποψή του για συγκεκριµένους πολιτικούς και κόµµατα και τελικώς και την εκλογική του απόφαση.
Και είναι αναγκαίο να γνωρίζουν την πραγµατικότητα οι πολίτες, πολύ περισσότερο µάλιστα αφού η µεν κυβέρνηση την πραγµατικότητα αυτήν φροντίζει, για λόγους αυτονόητους, να την εξωραΐζει, η δε αντιπολίτευση να την παρουσιάζει µε τα πιο µελανά χρώµατα. Άρα, στο πολιτικό αυτό παιγνίδι ο ρόλος του Τύπου -υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι τηρεί τους στοιχειώδεις κανόνες της αντικειµενικότητας και ότι υπηρετεί κατά το µάλλον ή ήττον την αλήθεια- είναι καταλυτικός.
∆υσφορώντας η κάθε εξουσία µε τον ρόλο των ΜΜΕ (υπό την αυστηρή προϋπόθεση της καλόπιστης άσκησης του ελεγκτικού τους ρόλου), εµµέσως αποδέχεται -αν δεν επιδιώκει κιόλας- µια κολοβωµένη λαϊκή κυριαρχία. ∆ιότι ο λαός δεν είναι δυνατόν να θεωρείται κυρίαρχος (και να απορρέουν όλες οι εξουσίες
εξ αυτού και να ασκούνται χάριν αυτού) όταν έχει άγνοια των όσων συµβαίνουν στο πολιτικό προσκήνιο και παρασκήνιο. Προφανώς, κάθε εξουσία έχει κάθε
ισχυρό λόγο να κρατά τα κατορθώµατά της εν κρυπτώ και παραβύστω… Ας θυµηθούµε στο σηµείο αυτό τον ορισµό της είδησης που είχε δώσει ο λόρδος
Νόρθκλιφ, ιδιοκτήτης των «Times του Λονδίνου». «Είδηση είναι αυτό που κάποιος, σε κάποιο µέρος θέλει να αποκρύψει, να εξαφανίσει. Όλα τα υπόλοιπα είναι διαφήµιση».
Χαρακτηριστική πάντως της αντιπάθειας µε την οποία η εξουσία βλέπει τα Μέσα είναι φράση του Φουσέ, υπουργού Εσωτερικών του Ναπολέοντα (από τότε οι σχέσεις ΜΜΕ και κυβερνώντων ήταν εχθρικές, για ευνόητους λόγους βεβαίως), ο οποίος µιλώντας σε φίλο του για τις «ελευθεροστοµίες» και τις «φλυαρίες» των δηµοσιογράφων, του λέει: «Όταν µε µία µόνο λέξη τους προσβάλλουν έναν υπουργό, αυτός χρειάζεται δέκα σελίδες για να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Με µία φράση τους προκαλούν τέτοια αναταραχή και σύγχυση, που χρειάζεται κανείς πολύ χρόνο για να τους συγκρατεί. Όταν είναι κανείς υπουργός, έχει άλλα πράγµατα να κάνει».