Η έλλειψη εµπιστοσύνης στο πολιτικό σύστηµα
Άρθρο γνώμης
Εξαιρετική δυσπιστία εκφράζεται στις έρευνες απέναντι, κατά φθίνουσα σειρά, στα κόµµατα, στο Κοινοβούλιο, στην τηλεόραση, στον Τύπο, στις τράπεζες και στα συνδικάτα
Υπάρχει κάποιο στοιχείο σε όλες τις δηµοσκοπήσεις που θα έπρεπε να προβληµατίζει τα κόµµατα και τον πολιτικό κόσµο γενικότερα, περισσότερο από τις διαφορές που καταγράφονται, κάθε φορά, στην πρόθεση ψήφου. Είναι ένα στοιχείο που δεν εµφανίζεται µόνο τώρα, αλλά είναι ίσως το πλέον σταθερό, διαχρονικώς, σε όλες τις έρευνες των τάσεων της κοινής γνώµης, ιδιαίτερα δε έντονο σε περιόδους που οι δηµοσκοπήσεις διενεργούνται εν µέσω µικρών ή µεγάλων πολιτικών κρίσεων ή γεγονότων που ευνοούν τις αντιπολιτευτικές κραυγές.
Πρόκειται για µία απάντηση που συνήθως συγκεντρώνει ένα µεγάλο ποσοστό και που αντιπροσωπεύει την έλλειψη εµπιστοσύνης, θεωρητικά αντίστοιχης µερίδας λαού, προς τα κόµµατα που έχουν τη µεγαλύτερη πιθανότητα να κυβερνήσουν, είτε για την επίλυση των τρεχόντων µικρών ή µεγάλων προβληµάτων είτε για την καταπολέµηση της διαφθοράς στη χώρα µας, κατάλοιπο βεβαίως «παρελθουσών κυβερνητικών χρήσεων». Από µία οπτική γωνία, το ποσοστό αυτό θα µπορούσε να αντιπροσωπεύει τη λεγόµενη κυµαινοµένη ψήφο, τη µη σταθερή δηλαδή, που κάθε φορά και αναλόγως προς τις πολιτικές συγκυρίες κλίνει, εκλογικώς, προς το ένα ή το άλλο κόµµα. Και µόνο από την οπτική αυτή να δει κανείς το θέµα, σηµαίνει ότι δεν είναι δυνατόν παρά τα κόµµατα να έχουν έντονο ενδιαφέρον να αποκτήσουν την εµπιστοσύνη του δυσπιστούντος αυτού κόσµου και του αντίστοιχου ποσοστού του. Απόδειξη ότι δεν έχουν ενδιαφερθεί όµως ιδιαιτέρως προς αυτή την κατεύθυνση συνιστά η διαχρονικότητα και το ύψος του ποσοστού αυτού. Ή µήπως αντικατοπτρίζει τη διαχρονική αδυναµία του πολιτικού κόσµου να πείσει είτε για την ειλικρίνεια των προθέσεών του είτε για την αποτελεσµατικότητά του στην αντιµετώπιση των προβληµάτων που ταλανίζουν την κοινωνία;
Οι πολίτες βεβαίως δεν έχουν καµία υποχρέωση να υποδείξουν και ποιος είναι αυτός που κατά την άποψή τους θα µπορούσαν να εµπιστευθούν. Αυτό όµως ακριβώς το στοιχείο, το οποίο παραπέµπει σε α-πολιτικές συµπεριφορές και ισοπεδωτικές αντιλήψεις, συνιστά µια επικίνδυνη προοπτική στο µέτρο που µπορεί να ερµηνευθεί ως αποδοκιµασία του πολιτικού µας συστήµατος. Πρωτίστως λοιπόν τα κόµµατα πρέπει να προστατεύσουν το σύστηµα αυτό, ανεξαρτήτως του αν αποκτώντας την εµπιστοσύνη του κόσµου αποκτούν και τις ψήφους του.
Προφανώς κάτι δεν λειτουργεί καλά, και τη µη καλή λειτουργία πρώτα απ’ όλους την «εισπράττει» ο κόσµος, που είναι και ο ευαίσθητος δέκτης στην αξιολόγηση κάθε πολιτικής. Το λυπηρό είναι ότι ο προβληµατισµός του πολιτικού κόσµου πάνω στο έλλειµµα αυτό είναι χαλαρός, είτε υπό το βάρος της καθηµερινής διαχείρισης -όταν πρόκειται για τις κυβερνήσειςείτε υπό τη σπουδή για εύκολο πολιτικό κέρδος - που είναι η συνήθης πρακτική των κοµµάτων τα οποία βρίσκονται στην αντιπολίτευση…
Για του λόγου το αληθές θα πρέπει να θυµίσουµε τα ευρήµατα των ερευνών και τα αποτελέσµατα της Παγκόσµιας Έρευνας Αξιών (World Values Syrvey), στην οποία συµµετείχε προ καιρού και η Ελλάδα µέσω της ∆ιαΝΕΟσις. Στη σειρά της θετικής αποτίµησης της έρευνας εκείνης, η Εκκλησία, οι Ένοπλες ∆υνάµεις, η Αστυνοµία, τα Π ανεπιστήµια και τα ∆ικαστήρια είχαν τις πρώτες θέσεις. Αντιθέτως, εξαιρετική δυσπιστία εκφραζόταν απέναντι, κατά φθίνουσα σειρά, στα πολιτικά κόµµατα, στο Κοινοβούλιο, στην τηλεόραση, στον Τύπο, στις τράπεζες και στα συνδικάτα.
Ειδικότερη ανάλυση των σχετικών στοιχείων αποκάλυπτε ότι ο ελληνικός λαός, ανεξαρτήτως του ότι «παρεξέκλινε» και για αλλαγή ψήφισε ένα αριστερό κόµµα, για να δείξει τον όψιµο ριζοσπαστισµό του -και συνειδητοποιώντας αργότερα βεβαίως και τις επιπτώσεις της επιλογής του αυτής-, εντούτοις δίνει µεγάλη βαρύτητα στους κατεξοχήν συντηρητικούς θεσµούς. Που είναι οι Ένοπλες ∆υνάµεις (ως άµυνα της χώρας), η Εκκλησία και η ∆ικαιοσύνη. Αναδεικνύεται δε για πρώτη φορά σε σχέση µε το παρελθόν και η Αστυνοµία, προφανώς ως µέσο προστασίας και ασφάλειας των πολιτών, λόγω έξαρσης της εγκληµατικότητας και µάλιστα της εισαγόµενης. Το γεγονός αυτό έχει ιδιαίτερη σηµασία γιατί, ανεξάρτητα από τη σηµασία για τους πολίτες των παραπάνω θεσµών που εµπιστεύονται, εντούτοις η µεγαλύτερη δυσπιστία αφορά θεσµούς η λειτουργία των οποίων ως βασικών πολιτειακών αξόνων µπορεί να προαγάγει ένα κράτος.
Αυτό σηµαίνει ότι ο ελληνικός λαός ακόµη και σήµερα εξακολουθεί να θεωρεί αδύνατους τους πολιτικοοικονοµικούς παράγοντες που µπορούν να συµβάλουν στην επιζητούµενη πρόοδο. ∆ηλαδή την πολιτική, τον συνδικαλισµό, την ιδιωτική πρωτοβουλία και τα µέσα ενηµέρωσης, επειδή δυσπιστεί όχι ως προς την έννοια που εκπροσωπούν, αλλά ως προς τον τρόπο µε τον οποίον µέχρι σήµερα έχουν λειτουργήσει.
Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή
Πρόκειται για µία απάντηση που συνήθως συγκεντρώνει ένα µεγάλο ποσοστό και που αντιπροσωπεύει την έλλειψη εµπιστοσύνης, θεωρητικά αντίστοιχης µερίδας λαού, προς τα κόµµατα που έχουν τη µεγαλύτερη πιθανότητα να κυβερνήσουν, είτε για την επίλυση των τρεχόντων µικρών ή µεγάλων προβληµάτων είτε για την καταπολέµηση της διαφθοράς στη χώρα µας, κατάλοιπο βεβαίως «παρελθουσών κυβερνητικών χρήσεων». Από µία οπτική γωνία, το ποσοστό αυτό θα µπορούσε να αντιπροσωπεύει τη λεγόµενη κυµαινοµένη ψήφο, τη µη σταθερή δηλαδή, που κάθε φορά και αναλόγως προς τις πολιτικές συγκυρίες κλίνει, εκλογικώς, προς το ένα ή το άλλο κόµµα. Και µόνο από την οπτική αυτή να δει κανείς το θέµα, σηµαίνει ότι δεν είναι δυνατόν παρά τα κόµµατα να έχουν έντονο ενδιαφέρον να αποκτήσουν την εµπιστοσύνη του δυσπιστούντος αυτού κόσµου και του αντίστοιχου ποσοστού του. Απόδειξη ότι δεν έχουν ενδιαφερθεί όµως ιδιαιτέρως προς αυτή την κατεύθυνση συνιστά η διαχρονικότητα και το ύψος του ποσοστού αυτού. Ή µήπως αντικατοπτρίζει τη διαχρονική αδυναµία του πολιτικού κόσµου να πείσει είτε για την ειλικρίνεια των προθέσεών του είτε για την αποτελεσµατικότητά του στην αντιµετώπιση των προβληµάτων που ταλανίζουν την κοινωνία;
Οι πολίτες βεβαίως δεν έχουν καµία υποχρέωση να υποδείξουν και ποιος είναι αυτός που κατά την άποψή τους θα µπορούσαν να εµπιστευθούν. Αυτό όµως ακριβώς το στοιχείο, το οποίο παραπέµπει σε α-πολιτικές συµπεριφορές και ισοπεδωτικές αντιλήψεις, συνιστά µια επικίνδυνη προοπτική στο µέτρο που µπορεί να ερµηνευθεί ως αποδοκιµασία του πολιτικού µας συστήµατος. Πρωτίστως λοιπόν τα κόµµατα πρέπει να προστατεύσουν το σύστηµα αυτό, ανεξαρτήτως του αν αποκτώντας την εµπιστοσύνη του κόσµου αποκτούν και τις ψήφους του.
Προφανώς κάτι δεν λειτουργεί καλά, και τη µη καλή λειτουργία πρώτα απ’ όλους την «εισπράττει» ο κόσµος, που είναι και ο ευαίσθητος δέκτης στην αξιολόγηση κάθε πολιτικής. Το λυπηρό είναι ότι ο προβληµατισµός του πολιτικού κόσµου πάνω στο έλλειµµα αυτό είναι χαλαρός, είτε υπό το βάρος της καθηµερινής διαχείρισης -όταν πρόκειται για τις κυβερνήσειςείτε υπό τη σπουδή για εύκολο πολιτικό κέρδος - που είναι η συνήθης πρακτική των κοµµάτων τα οποία βρίσκονται στην αντιπολίτευση…
Για του λόγου το αληθές θα πρέπει να θυµίσουµε τα ευρήµατα των ερευνών και τα αποτελέσµατα της Παγκόσµιας Έρευνας Αξιών (World Values Syrvey), στην οποία συµµετείχε προ καιρού και η Ελλάδα µέσω της ∆ιαΝΕΟσις. Στη σειρά της θετικής αποτίµησης της έρευνας εκείνης, η Εκκλησία, οι Ένοπλες ∆υνάµεις, η Αστυνοµία, τα Π ανεπιστήµια και τα ∆ικαστήρια είχαν τις πρώτες θέσεις. Αντιθέτως, εξαιρετική δυσπιστία εκφραζόταν απέναντι, κατά φθίνουσα σειρά, στα πολιτικά κόµµατα, στο Κοινοβούλιο, στην τηλεόραση, στον Τύπο, στις τράπεζες και στα συνδικάτα.
Ειδικότερη ανάλυση των σχετικών στοιχείων αποκάλυπτε ότι ο ελληνικός λαός, ανεξαρτήτως του ότι «παρεξέκλινε» και για αλλαγή ψήφισε ένα αριστερό κόµµα, για να δείξει τον όψιµο ριζοσπαστισµό του -και συνειδητοποιώντας αργότερα βεβαίως και τις επιπτώσεις της επιλογής του αυτής-, εντούτοις δίνει µεγάλη βαρύτητα στους κατεξοχήν συντηρητικούς θεσµούς. Που είναι οι Ένοπλες ∆υνάµεις (ως άµυνα της χώρας), η Εκκλησία και η ∆ικαιοσύνη. Αναδεικνύεται δε για πρώτη φορά σε σχέση µε το παρελθόν και η Αστυνοµία, προφανώς ως µέσο προστασίας και ασφάλειας των πολιτών, λόγω έξαρσης της εγκληµατικότητας και µάλιστα της εισαγόµενης. Το γεγονός αυτό έχει ιδιαίτερη σηµασία γιατί, ανεξάρτητα από τη σηµασία για τους πολίτες των παραπάνω θεσµών που εµπιστεύονται, εντούτοις η µεγαλύτερη δυσπιστία αφορά θεσµούς η λειτουργία των οποίων ως βασικών πολιτειακών αξόνων µπορεί να προαγάγει ένα κράτος.
Αυτό σηµαίνει ότι ο ελληνικός λαός ακόµη και σήµερα εξακολουθεί να θεωρεί αδύνατους τους πολιτικοοικονοµικούς παράγοντες που µπορούν να συµβάλουν στην επιζητούµενη πρόοδο. ∆ηλαδή την πολιτική, τον συνδικαλισµό, την ιδιωτική πρωτοβουλία και τα µέσα ενηµέρωσης, επειδή δυσπιστεί όχι ως προς την έννοια που εκπροσωπούν, αλλά ως προς τον τρόπο µε τον οποίον µέχρι σήµερα έχουν λειτουργήσει.
Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή
En