Η ΝΔ πέτυχε τη µετατόπιση της κοινωνίας προς τα δεξιά
Άρθρο γνώμης
Από τη δυσάρεστη εµπειρία της πρώτης φορά Αριστερά, στην κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη σε εκλογές και δηµοσκοπήσεις
Εδώ και αρκετό καιρό η χαρακτηριζόµενη, στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, από τους Αριστερούς, ∆εξιά -ακόµη και µετά τις επιτυχείς µετατοπίσεις της προς πιο κεντρώα ιδεολογία ή την απορρόφηση από αυτήν του µεγαλύτερου αστικού τµήµατος του Κέντρου- υπερβαίνει σε δύναµη και απήχηση στην ελληνική κοινωνία το σύνολο της Αριστεράς. Και για την ακρίβεια το σύνολο Κεντροαριστεράς και Αριστεράς!
Με εξαίρεση τις πρώτες εκλογές της Μεταπολίτευσης (δηλαδή τις εκλογές του 1974), που έγιναν όµως κάτω από ειδικές ιστορικές συνθήκες, σε όλες τις άλλες εκλογικές αναµετρήσεις -ακόµη και αν πρώτο κόµµα ήταν η Νέα ∆ηµοκρατίαως εκφραστής ∆εξιάς και Κεντροδεξιάς υπερτερούσε πάντοτε η αριστερόστροφη τάση της ελληνικής κοινωνίας. Τάση που έχει ανατραπεί κατά εντυπωσιακό τρόπο από τη Νέα ∆ηµοκρατία στα χρόνια που διαδέχτηκε τον ΣΥΡΙΖΑ και προηγείται σταθερά στις προτιµήσεις της κοινωνίας ως προς την κυβερνησιµότητα. Εποµένως, το συµπέρασµα είναι ότι το σηµερινό κυβερνητικό κόµµα έχει επιτύχει τη µετατόπιση της κοινωνίας προς τα δεξιά! Χάριν συγκρίσεως να αναφέρουµε ότι ακόµη και στις εκλογές του 2004 που η Ν∆ υπό τον Κώστα Καραµανλή είχε θριαµβεύσει µε ποσοστό 45,36%, και πάλι το σύνολο των ποσοστών της ευρύτερης Αριστεράς -συµπεριλαµβανοµένων και των σοσιαλιστών- ήταν υψηλότερο: 49,42%. Πώς πιστοποιείται η στροφή αυτή την οποία επέτυχε το κυβερνών κόµµα: Στις εκλογές του Ιουλίου του 2019, η Νέα ∆ηµοκρατία είχε κερδίσει µε ποσοστό 39,85%. Παρ’ όλα αυτά το συνολικό ποσοστό της ∆εξιάς -συνυπολογιζοµένου και του ποσοστού της Ελληνικής Λύσης- έφτανε το 43,55% και υπελείπετο βεβαίως του συνολικού ποσοστού της αριστερόστροφης ψήφου. ∆ηλαδή του συνόλου των ποσοστών που είχαν λάβει όλα τα κόµµατα που κινούνται στον αριστερό και κεντροαριστερό χώρο (ΣΥΡΙΖΑ ΚΙΝΑΛ, ΚΚΕ και ΜέΡΑ25).
Το συνολικό ποσοστό τους ανερχόταν σε 48,37%. Από την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τη Νέα ∆ηµοκρατία όλες οι δηµοσκοπήσεις δείχνουν µεγάλη ανατροπή µε αποτέλεσµα: Όχι µόνο το σύνολο των ποσοστών Νέας ∆ηµοκρατίας και Ελληνικής Λύσης (δηλαδή δύο κοµµάτων που βρίσκονται απέναντι στην αριστερή και σοσιαλιστική ιδεολογία) να έχει µεγαλύτερη ποσοστιαία απήχηση στην ελληνική κοινωνία, αλλά και από µόνη της η Νέα ∆ηµοκρατία να συγκεντρώνει ποσοστά µεγαλύτερα από το σύνολο των κοµµάτων που κινούνται αριστερότερα αυτής! Με άλλα λόγια, το κυβερνών κόµµα πέτυχε µία σοβαρή ιδεολογικοµµατική µετατόπιση της ελληνικής κοινωνίας. Στο σηµείο αυτό είναι αναγκαίο να παρατηρηθεί ότι η αποδοκιµασία της ευρύτερης Αριστεράς από την κοινωνία οφείλεται και στο γεγονός ότι οι πολίτες περίπου έχουν ταυτίσει ιδεολογικά τους Αριστερούς µε τους σοσιαλιστές. Πρώτον, διότι ο ΣΥΡΙΖΑ ενέταξε στους κόλπους του παλαιά στελέχη του ΠΑΣΟΚ και δεύτερον επειδή για κρίσιµο χρονικό διάστηµα -µέχρι να φτάσουµε στη σηµερινή πανσπερµία κοµµάτων στον ευρύτερο αριστερό χώροπαρέµενε θολή η εικόνα των προθέσεων του ΠΑΣΟΚ (και προηγουµένως του ΚΙΝΑΛ) ως προς το ενδεχόµενο συνεργασίας µε τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο κόσµος, πράγµατι, είχε προβληµατιστεί κάποια στιγµή, µε τις δηµοσιοποιούµενες προθέσεις του πρώην προέδρου του ΠΑΣΟΚ, του κ. Παπανδρέου ο οποίος έχει ταχθεί υπέρ µιας συνεργασίας του ΚΙΝΑΛ µε τον ΣΥΡΙΖΑ! Για τη θεµελίωση των παραπάνω συµπερασµάτων µπορούµε να αναφέρουµε ότι σε σειρά δηµοσκοπήσεων µέχρι σήµερα τα ποσοστά της Νέας ∆ηµοκρατίας ακόµη και αφαιρουµένων των ποσοστών των κοµµάτων που συγκαταλέγονται στον δεξιό και ακραίο δεξιό χώρο υπερβαίνουν αυτά της Κεντροαριστεράς και Αριστεράς.
Η σηµαντική αυτή αλλαγή στην ελληνική κοινωνία πρέπει να αποδοθεί:
Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή
Με εξαίρεση τις πρώτες εκλογές της Μεταπολίτευσης (δηλαδή τις εκλογές του 1974), που έγιναν όµως κάτω από ειδικές ιστορικές συνθήκες, σε όλες τις άλλες εκλογικές αναµετρήσεις -ακόµη και αν πρώτο κόµµα ήταν η Νέα ∆ηµοκρατίαως εκφραστής ∆εξιάς και Κεντροδεξιάς υπερτερούσε πάντοτε η αριστερόστροφη τάση της ελληνικής κοινωνίας. Τάση που έχει ανατραπεί κατά εντυπωσιακό τρόπο από τη Νέα ∆ηµοκρατία στα χρόνια που διαδέχτηκε τον ΣΥΡΙΖΑ και προηγείται σταθερά στις προτιµήσεις της κοινωνίας ως προς την κυβερνησιµότητα. Εποµένως, το συµπέρασµα είναι ότι το σηµερινό κυβερνητικό κόµµα έχει επιτύχει τη µετατόπιση της κοινωνίας προς τα δεξιά! Χάριν συγκρίσεως να αναφέρουµε ότι ακόµη και στις εκλογές του 2004 που η Ν∆ υπό τον Κώστα Καραµανλή είχε θριαµβεύσει µε ποσοστό 45,36%, και πάλι το σύνολο των ποσοστών της ευρύτερης Αριστεράς -συµπεριλαµβανοµένων και των σοσιαλιστών- ήταν υψηλότερο: 49,42%. Πώς πιστοποιείται η στροφή αυτή την οποία επέτυχε το κυβερνών κόµµα: Στις εκλογές του Ιουλίου του 2019, η Νέα ∆ηµοκρατία είχε κερδίσει µε ποσοστό 39,85%. Παρ’ όλα αυτά το συνολικό ποσοστό της ∆εξιάς -συνυπολογιζοµένου και του ποσοστού της Ελληνικής Λύσης- έφτανε το 43,55% και υπελείπετο βεβαίως του συνολικού ποσοστού της αριστερόστροφης ψήφου. ∆ηλαδή του συνόλου των ποσοστών που είχαν λάβει όλα τα κόµµατα που κινούνται στον αριστερό και κεντροαριστερό χώρο (ΣΥΡΙΖΑ ΚΙΝΑΛ, ΚΚΕ και ΜέΡΑ25).
Το συνολικό ποσοστό τους ανερχόταν σε 48,37%. Από την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τη Νέα ∆ηµοκρατία όλες οι δηµοσκοπήσεις δείχνουν µεγάλη ανατροπή µε αποτέλεσµα: Όχι µόνο το σύνολο των ποσοστών Νέας ∆ηµοκρατίας και Ελληνικής Λύσης (δηλαδή δύο κοµµάτων που βρίσκονται απέναντι στην αριστερή και σοσιαλιστική ιδεολογία) να έχει µεγαλύτερη ποσοστιαία απήχηση στην ελληνική κοινωνία, αλλά και από µόνη της η Νέα ∆ηµοκρατία να συγκεντρώνει ποσοστά µεγαλύτερα από το σύνολο των κοµµάτων που κινούνται αριστερότερα αυτής! Με άλλα λόγια, το κυβερνών κόµµα πέτυχε µία σοβαρή ιδεολογικοµµατική µετατόπιση της ελληνικής κοινωνίας. Στο σηµείο αυτό είναι αναγκαίο να παρατηρηθεί ότι η αποδοκιµασία της ευρύτερης Αριστεράς από την κοινωνία οφείλεται και στο γεγονός ότι οι πολίτες περίπου έχουν ταυτίσει ιδεολογικά τους Αριστερούς µε τους σοσιαλιστές. Πρώτον, διότι ο ΣΥΡΙΖΑ ενέταξε στους κόλπους του παλαιά στελέχη του ΠΑΣΟΚ και δεύτερον επειδή για κρίσιµο χρονικό διάστηµα -µέχρι να φτάσουµε στη σηµερινή πανσπερµία κοµµάτων στον ευρύτερο αριστερό χώροπαρέµενε θολή η εικόνα των προθέσεων του ΠΑΣΟΚ (και προηγουµένως του ΚΙΝΑΛ) ως προς το ενδεχόµενο συνεργασίας µε τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο κόσµος, πράγµατι, είχε προβληµατιστεί κάποια στιγµή, µε τις δηµοσιοποιούµενες προθέσεις του πρώην προέδρου του ΠΑΣΟΚ, του κ. Παπανδρέου ο οποίος έχει ταχθεί υπέρ µιας συνεργασίας του ΚΙΝΑΛ µε τον ΣΥΡΙΖΑ! Για τη θεµελίωση των παραπάνω συµπερασµάτων µπορούµε να αναφέρουµε ότι σε σειρά δηµοσκοπήσεων µέχρι σήµερα τα ποσοστά της Νέας ∆ηµοκρατίας ακόµη και αφαιρουµένων των ποσοστών των κοµµάτων που συγκαταλέγονται στον δεξιό και ακραίο δεξιό χώρο υπερβαίνουν αυτά της Κεντροαριστεράς και Αριστεράς.
Η σηµαντική αυτή αλλαγή στην ελληνική κοινωνία πρέπει να αποδοθεί:
- Στη δυσάρεστη εµπειρία που απέκτησε ο ελληνικός λαός από τη διακυβέρνηση της για πρώτη φορά Αριστερά. Αυτή η αποδοκιµασία της διακυβέρνησης αποτυπώθηκε σε κρίσιµες στιγµές, όταν για παράδειγµα στην κρίση της πανδηµίας, ερωτώντο οι πολίτες πώς θα διαχειριζόταν την κατάσταση αυτή µια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ απαντούσαν σε εντυπωσιακά µεγάλο ποσοστό ότι θα τα πήγαινε πολύ χειρότερα.
- Στον τρόπο διαχείρισης από την κυβέρνηση της Νέας ∆ηµοκρατίας των πολύµηνων δυσχερών συνθηκών που αντιµετωπίζει η χώρα και που αρχικώς (δηλαδή στα πρώτα χρόνια νεοδηµοκρατικής διακυβέρνησης) διαµορφώθηκαν από την τουρκική επιθετικότητα και τον «πόλεµο» που εξαπέλυσε το καθεστώς Ερντογάν και µάλιστα στα σύνορά µας, µε όπλο τις µεταναστευτικές ροές. Οι συνθήκες έγιναν ακόµη δυσχερέστερες µε την έκρηξη της πανδηµίας και τις τροµακτικές επιπτώσεις της πάνω στην οικονοµία και στη διαβίωση ενός ολόκληρου λαού.
- Στην αποκατάσταση µιας κανονικότητας που είχε διαταραχθεί και που συνετέλεσε στην υπερψήφιση της Νέας ∆ηµοκρατίας και το 2023.
- Στη διατήρηση, στην αντίληψη της κοινής γνώµης, της αναξιοπιστίας στον κατακερµατισµένο ευρύτερο χώρο της αντιπολίτευσης, παρά το γεγονός ότι και η φθορά του χρόνου αλλά και οι παθογένειες ετών «εξερράγησαν» ως προς τα δυσµενή αποτελέσµατά τους στα χέρια της σηµερινής κυβέρνησης.
- Στο γεγονός ότι ο σηµερινός πρωθυπουργός προτιµάται µε πολλή µεγάλη διαφορά έναντι των άλλων πολιτικών αρχηγών στην καταλληλότητα για να κυβερνήσει. Πράγµα το οποίο, αντιστοίχως, σηµαίνει ότι αν δεχθούµε ότι στην ελληνική πολιτική σκηνή τα περισσότερα κόµµατα, ως προς την ισχύ και αξιοπιστία τους, ταυτίζονται και µε το πρόσωπο του επικεφαλής τους, τότε στα χέρια των αρχηγών που κινούνται στον χώρο της αντιπολίτευσης βρίσκεται η προοπτική της όποιας αλλαγής ή της διατήρησης για αρκετά ακόµη χρόνια της κυριαρχίας της Ν∆. Και της ∆εξιάς βεβαίως, κατά τον ορισµό των Αριστερών, βεβαίως…
Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή
En