Καθώς η 89η φετινή Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης, η οποία θα πραγματοποιηθεί στις αρχές Σεπτεμβρίου, βρίσκεται πλέον χρονικά κοντά, οι προσδοκίες των πολιτών από την κυβέρνηση φαίνεται ότι είναι πιο υψηλές από κάθε άλλη φορά τα τελευταία χρόνια. Και όχι άδικα. Αυτή η ΔΕΘ δεν είναι σαν πολλές άλλες. Η συγκυρία την καθιστά ιδιαίτερα κρίσιμη, τόσο σε πολιτικό όσο, κυρίως, σε κοινωνικό επίπεδο.

Η κυβέρνηση διανύει πλέον το δεύτερο μισό της δεύτερης θητείας της και βρίσκεται αντιμέτωπη με σοβαρές κοινωνικές πιέσεις και πολιτικές προκλήσεις. Υποθέσεις όπως αυτή του ΟΠΕΚΕΠΕ αλλά και η τραγωδία στα Τέμπη έχουν προκαλέσει ρήγματα στο προφίλ αποτελεσματικότητας που φιλοδοξούσε να εκπέμπει. Όμως, το κύριο βάρος των προσδοκιών και των αιτημάτων των πολιτών εστιάζεται στην καθημερινότητά τους, και κυρίως στο βάρος της ακρίβειας. Το φαινόμενο της ακρίβειας -που έχει παγιωθεί πλέον- πλήττει οριζόντια μισθωτούς, ελεύθερους επαγγελματίες και συνταξιούχους. Το κόστος στέγασης, η ενέργεια και οι τιμές στα τρόφιμα έχουν εκτοξευθεί και κάνουν τη ζωή εκατομμυρίων πολιτών ασφυκτική. Παρά τις εξαγγελίες και τα επιδόματα, η κοινωνία δεν αισθάνεται ουσιαστική ανακούφιση. Γι’ αυτό και η ΔΕΘ φέτος αποκτά χαρακτήρα «τεστ αντοχής» για την κυβέρνηση.

Οι πολίτες προσδοκούν ανακοινώσεις που θα έχουν πραγματικό αντίκτυπο στην τσέπη τους. Η κυβέρνηση έχει ήδη προϊδεάσει για μειώσεις στη φορολογία, ωστόσο είναι κοινή αίσθηση ότι αυτές πρέπει να είναι πιο εκτεταμένες και στοχευμένες. Πέρα από τη στήριξη των περισσότερο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων -που πρέπει πάντα να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή- η μεσαία τάξη αισθάνεται ότι έχει παραμεληθεί. Φορολογικά εξαντλημένη, χωρίς πρόσβαση σε πολλά από τα επιδόματα και με αυξημένες οικογενειακές και επαγγελματικές υποχρεώσεις, αναμένει δικαίωση και ουσιαστική μέριμνα.

Παράλληλα, οι προτάσεις των κοινωνικών φορέων όπως η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ δεν μπορούν να αγνοηθούν. Μιλούν για αυξήσεις στους μισθούς, επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, ενίσχυση των δημόσιων υπηρεσιών και των κοινωνικών παροχών. Οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες ζητούν σταθερό φορολογικό περιβάλλον, μείωση του ΦΠΑ και ρευστότητα. Οι συνταξιούχοι απαιτούν επιστροφή αναδρομικών, κατάργηση της προσωπικής διαφοράς, πραγματικές αυξήσεις και όχι απλώς «λογιστικά» οφέλη. Όλα αυτά πρέπει να συνδυαστούν με τις δημοσιονομικές δυνατότητες. Και οι δυνατότητες -όπως φαίνεται- υπάρχουν. Τα υπερπλεονάσματα και τα αυξημένα έσοδα από την καλή πορεία του τουρισμού και της οικονομίας, δημιουργούν χώρο για μέτρα ενίσχυσης. Όμως, αυτή η «δημοσιονομική υπεραπόδοση» δεν πρέπει να καταλήξει σε αποθεματοποίηση, αλλά σε αναδιανομή προς εκείνους που σήκωσαν το βάρος της κρίσης.

Όλο αυτό το τελευταίο διάστημα υπουργοί και βουλευτές της ΝΔ παραπέμπουν συστηματικά στη ΔΕΘ όταν ερωτώνται για όλα αυτά τα θέματα. Η κυβέρνηση λοιπόν καλείται να μην περάσει κάτω από τον πήχυ που η ίδια έθεσε. Χρειάζονται στοχευμένες, γενναίες και ρεαλιστικές εξαγγελίες που θα πείσουν την κοινωνία ότι υπάρχει σχέδιο, προτεραιότητες και δικαιοσύνη. Γιατί σε αυτήν τη χρονική συγκυρία η αξιοπιστία δεν αποτιμάται σε λέξεις, αλλά σε πράξεις.

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή