Στην Ελλάδα του 2025, το ζήτημα της στέγης για τους νέους έχει μετατραπεί στο μεγαλύτερο πρόβλημα για το ξεκίνημα της ενήλικης ζωής τους. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat, η μέση ηλικία αποχώρησης από το πατρικό σπίτι στη χώρα μας ξεπερνά τα 30 χρόνια όταν ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει γύρω στα 26. Πίσω από αυτούς τους αριθμούς βρίσκονται, δυστυχώς, χιλιάδες νέοι άνθρωποι που θέλουν να σταθούν στα πόδια τους, αλλά βρίσκονται αντιμέτωποι με συνθήκες που τους καθηλώνουν.

Tο ερώτημα είναι απλό και σύνθετο μαζί: πώς να φύγει κάποιος από το σπίτι όταν ο κατώτατος μισθός μετά βίας καλύπτει τα βασικά, ενώ το κόστος στέγασης -αν δεν υπάρχει έτοιμο σπίτι από την οικογένεια- δεσμεύει σχεδόν το μισό εισόδημα; Η ενοικίαση ενός μικρού διαμερίσματος στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις ξεπερνά συχνά τα 500-600 ευρώ, ποσό απλησίαστο για νέους που αμείβονται με 780 ευρώ καθαρά και δεν έχουν κάποια άλλη ενίσχυση από την οικογένεια. Τα δάνεια που κάποτε αποτελούσαν λύση για τους νεότερους, πλέον δεν υπάρχουν. Και αυτό γιατί οι τράπεζες απαιτούν προκαταβολή και σταθερή εργασιακή πορεία, προϋποθέσεις που λίγοι μπορούν να καλύψουν σε μια αγορά γεμάτη επισφαλείς ή ανύπαρκτες συμβάσεις. Κάπως έτσι το όνειρο της ανεξαρτησίας μετατρέπεται σε μόνιμη αναμονή που συγκρούεται με κάθε σχέδιο για το μέλλον. Η καθυστέρηση αυτή δεν είναι απλώς αριθμητική. Σημαίνει αργοπορημένα βήματα προς την ενηλικίωση. Πρακτικά, μια σχέση η οποία δεν μπορεί να προχωρήσει και σκέψεις για οικογένεια που μένουν πίσω. Πολλοί νέοι έχουν σπουδάσει, εργάζονται, θέλουν να ζήσουν μόνοι, αλλά αναγκάζονται να παραμένουν στο δωμάτιο που είχαν ως παιδιά και μετέπειτα έφηβοι. Η εξάρτηση από τους γονείς τους δεν είναι επιλογή. Κάθε άλλο. Είναι αναγκαστική προσαρμογή στην αδυσώπητη πραγματικότητα.

Πολλές προτάσεις έχουν διατυπωθεί στον δημόσιο διάλογο. Συλλέγοντας μερικές από αυτές, η επιδότηση ενοικίου για νέους έως 35 ετών που ανακοινώθηκε πριν από λίγους μήνες ασφαλώς ήταν προς τη σωστή κατεύθυνση αλλά όχι αρκετό. Μια άλλη πρόταση που έχει διατυπωθεί είναι για χαμηλότοκα στεγαστικά δάνεια με κρατική εγγύηση. Αφορά δάνεια χωρίς την ανάγκη μεγάλης προκαταβολής, ώστε νέοι εργαζόμενοι να μπορούν να αγοράσουν κατοικία χωρίς να στηρίζονται στους γονείς. Κορυφαία αναγκαιότητα είναι και η αξιοποίηση κενών δημοσίων κτιρίων για φοιτητική ή νεανική κατοικία. Στην Αθήνα και σε άλλες μεγάλες πόλεις υπάρχουν χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα κλειστών εγκαταστάσεων που θα μπορούσαν να μετατραπούν με σωστό σχεδιασμό σε προσιτά διαμερίσματα. Επίσης, φορολογικά κίνητρα για ιδιοκτήτες που νοικιάζουν σε νέους με χαμηλά εισοδήματα. Και ακόμα, προγράμματα στήριξης συγκατοίκησης. Σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες ενθαρρύνεται οικονομικά η συγκατοίκηση ώστε να μειώνεται το κόστος και να δημιουργούνται κοινότητες νέων. Καμία από αυτές τις λύσεις από μόνη της δεν είναι ούτε εύκολη ούτε «μαγική».

Όμως όλες και άλλες πολλές αποτελούν πρακτικά βήματα που μπορούν να δώσουν ανάσες. Το κρίσιμο είναι να εφαρμοστούν συντονισμένα, με μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και όχι ως αποσπασματικές εξαγγελίες. Η έξοδος από το πατρικό σπίτι για τους σημερινούς πενηντάρηδες και εξηντάρηδες ήταν το όχι τόσο δύσκολο να ανεβεί κάποιος το πρώτο σκαλοπάτι προς την ανεξαρτησία και την αυτοπραγμάτωση. Σήμερα αυτό το σκαλοπάτι φαίνεται πιο απότομο και δύσβατο από ποτέ. Αν η πολιτεία επενδύσει σε ουσιαστικές πολιτικές στέγασης, τότε οι νέοι δεν θα χρειάζεται να παλεύουν μόνοι τους απέναντι σε ένα ανυπέρβλητο οικονομικό βάρος. Και θα μπορούν να χτίζουν τη δική τους ζωή με σταθερότητα και προοπτική, όπως οι άνθρωποι προηγούμενων γενιών.

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή