Άλλο Καραμανλής, άλλο Σαμαράς…
Άρθρο γνώμης
Η διαχείριση των δύο πρώην πρωθυπουργών πρέπει να είναι σαφής και διακριτή. Προς τον πρώτο απαιτούνται προσέγγιση και σεβασµός. Με τον Μεσσήνιο, αντίθετα, χρειάζεται ρεαλισµός
Η απουσία του Κώστα Καραμανλή και του Αντώνη Σαμαρά από την πρόσφατη εκδήλωση στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας αποτέλεσε ακόμη μία επιβεβαίωση ότι οι δύο πρώην πρωθυπουργοί έχουν αποφασίσει να κινούνται σε μεγάλο βαθμό από κοινού έως τις επόμενες εθνικές εκλογές. Ωστόσο, οι δύο άνδρες διαθέτουν διαφορετικά πολιτικά χαρακτηριστικά, γεγονός που επιβάλλει να αντιμετωπιστούν από τη Νέα Δημοκρατία διακριτά στην πορεία προς τις κάλπες, οι οποίες ενδέχεται να στηθούν εντός του 2026.
Ο Αντώνης Σαμαράς βιώνει ένα προσωπικό δράμα που έχει συγκινήσει ολόκληρη τη χώρα. Πέρα όμως από την ανθρώπινη διάσταση, με τη δημόσια παρουσία και τις παρεμβάσεις του σε κρίσιμα ζητήματα δείχνει ότι παραμένει ενεργός πολιτικός και επιθυμεί να αντιμετωπίζεται ως τέτοιος. Είναι σημαντικό να διαχωρίζουμε το ανθρώπινο από το πολιτικό, χωρίς να συγχέουμε τα δύο.
Στο πολιτικό πεδίο η Νέα Δημοκρατία -και ειδικότερα ο πρωθυπουργός- καλείται να διαχειριστεί το γεγονός ότι δύο κορυφαίες προσωπικότητες της παράταξης είναι ο μεν ένας διαγραμμένος, ο δε άλλος σχεδόν πλήρως αποστασιοποιημένος. Η διαφορά όμως ανάμεσά τους είναι ουσιώδης. Ο Κώστας Καραμανλής, με το κύρος, την ιστορική διαδρομή του και το βαρύ όνομα που φέρει, δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να διασπάσει την παράταξη της οποίας υπήρξε μακροβιότερος αρχηγός και πρωθυπουργός επί 5,5 χρόνια. Η επιρροή του παραμένει σημαντική, ενώ οι θέσεις του -ιδίως στα εθνικά ζητήματα- είναι συχνά αιχμηρές για την κυβέρνηση, κάτι που δεν είναι αμελητέο σε μια μακρά προεκλογική περίοδο. Ωστόσο, δεν διαθέτει προσωπική ατζέντα που να απειλεί την ενότητα της Νέας Δημοκρατίας. Μια προσεκτική στρατηγική προσέγγιση εκ μέρους του Κυριάκου Μητσοτάκη θα μπορούσε να αποδειχθεί ιδιαίτερα ωφέλιμη για την παράταξη.
Αντίθετα, ο κ. Σαμαράς ακολουθεί διαφορετική πορεία. Έχοντας ιστορικό διάσπασης του χώρου, φαίνεται -σύμφωνα με ανθρώπους του περιβάλλοντός του- αποφασισμένος να φτάσει μέχρι τέλους, ακόμη και με κάθοδο στις εκλογές, με κύριο στόχο τον κ. Μητσοτάκη αλλά, αναπόφευκτα, και τη Νέα Δημοκρατία. Ο κίνδυνος είναι υπαρκτός: σύμφωνα με τα δημοσκοπικά δεδομένα, η παράταξη θα μπορούσε να χάσει ακόμη και το μπόνους που προϋποθέτει ποσοστό άνω του 25%, εάν Καραμανλής κυρίως και Σαμαράς δευτερευόντως κινηθούν απέναντι.
Το τελευταίο διάστημα ακούγονται φωνές στο εσωτερικό του κόμματος υπέρ της ανάγκης επαφής με τον Μεσσήνιο πολιτικό. Ωστόσο, η εμπειρία δείχνει ότι τέτοιες κινήσεις, υπό τις παρούσες συνθήκες, είναι καταδικασμένες σε αποτυχία. Η ιστορία διδάσκει: η αναζήτηση συμμαχιών χωρίς πραγματική βάση κοστίζει εκλογικά, όπως συνέβη με τον ΣΥΡΙΖΑ πριν από τις εκλογές του 2023.
Η στρατηγική διαχείρισης των δύο πρώην πρωθυπουργών πρέπει να είναι σαφής και διακριτή. Προς τον κ. Καραμανλή απαιτούνται ουσιαστική προσέγγιση και σεβασμός στις απόψεις του, καθώς το πολιτικό του βάρος παραμένει μεγάλο. Με τον κ. Σαμαρά, αντίθετα, χρειάζεται ρεαλισμός: η απόφασή του να βρεθεί απέναντι στη Νέα Δημοκρατία μοιάζει οριστική.
Η ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στους δύο είναι ότι ο πρώτος διατηρεί πολύ ευρύτερη επιρροή στον χώρο της παράταξης, ενώ ο δεύτερος, αν και διαθέτει πιστούς οπαδούς και δυναμική ικανή να προκαλέσει αναταράξεις, έχει σαφώς περιορισμένη απήχηση στους νεοδημοκράτες που γνωρίζουν πολιτική ιστορία. Η σωστή διαχείριση -κυρίως απέναντι στον Κώστα Καραμανλή- μπορεί να αποδειχθεί καθοριστική για την παράταξη. Και ο χρόνος για να συμβεί αυτό λιγοστεύει μέρα με τη μέρα.
Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή
En