Τώρα ξεκινά η µεγάλη µάχη για την κυβέρνηση
Άρθρο γνώμης
Κρίσιµο στοίχηµα, το οποίο αγγίζει άµεσα την ίδια τη συνοχή της πλειοψηφίας, είναι τα εθνικά θέµατα και το Μεταναστευτικό

Οι πολυδιαφηµισµένες από τον κυβερνητικό παράγοντα εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ∆ΕΘ αποτελούν ιστορία τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το επικοινωνιακό κοµµάτι της παρουσίασής τους και πλέον µένει να φανεί ο αντίκτυπος που θα έχουν σε επίπεδο πραγµατικής οικονοµίας και κατ’ επέκταση βελτίωσης του πολιτικού περιβάλλοντος για την κυβέρνηση. Φυσικά για να «δουλέψουν» θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι η κυβέρνηση θα φέρει επιτέλους αποτελέσµατα και σε άλλες κοµβικές παραµέτρους της καθηµερινότητας, µε πρώτη και καλύτερη αυτή της ακρίβειας ή του Στεγαστικού, οι οποίες θα µπορούσαν να τινάξουν στον αέρα όχι µόνο τα µαντάτα της Θεσσαλονίκης, αλλά του σύνολο του οικονοµικού σχεδιασµού του Μαξίµου.
Διαβάστε: Σε ρυθμό περιοδειών ξανά ο Μητσοτάκης: Συνάντηση με πολίτες στο Χαϊδάρι
Από κει και πέρα θα σχολιάσουµε τις επόµενες ηµέρες τα ευρήµατα των δηµοσκοπήσεων για την αρχική επίδραση των πρωθυπουργικών ανακοινώσεων του Σαββάτου και θα πάµε γι’ άλλα. Τα πιο δύσκολα και ταυτόχρονα τα πιο σηµαντικά για την κυβερνώσα παράταξη και για τη χώρα. Ένα από τα βασικά µέτωπα και ζητούµενα τα αναφέραµε παραπάνω. Η ακρίβεια και το γενικότερο κόστος ζωής, αλλά και οι αποτελεσµατικές πολιτικές για την αποκατάσταση των αδικιών στις τάξεις κοινωνικών οµάδων που δεν άκουσαν τίποτα για την περίπτωσή τους (ελεύθεροι επαγγελµατίες και άλλες κατηγορίες) είναι τα δύο στοιχεία τα οποία θα διαµορφώσουν τις ισορροπίες προς τις κάλπες και υπό συνθήκες θα µπορούσαν να καλύψουν τη ζηµιά από την υπόθεση των Τεµπών ή το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Αν βεβαίως γίνουν αυτά που πρέπει κυρίως στο πεδίο της διαχείρισης.
Ποιες θα είναι αυτές οι προϋποθέσεις, πέραν της λήψης των κατάλληλων µέτρων και της επίδειξης άµεσων ανακλαστικών ως προς την ουσία των όποιων παρεµβάσεων; Αφενός η γενναία και ειλικρινής αντιµετώπιση από την πλευρά των αποκαλύψεων των νέων δεδοµένων που θα βγουν οσονούπω στην επιφάνεια και αφετέρου η δηµιουργία µιας συλλογικής πεποίθησης ότι η παρούσα διακυβέρνηση έµαθε από τα λάθη της, ενώ ο ιός της αλαζονείας του 41% που οδήγησε σε διαδοχικές γκάφες και αστοχίες ορισµένους κορυφαίους υπουργούς (κάποιοι εκ των οποίων παραµένουν παρεµπιπτόντως αµετανόητοι στις θέσεις τους) αν µη τι άλλο δείχνει λιγότερο ισχυρός σε συµπτώµατα. Καταστάσεις όπως αυτές που περιγράφονται ή θεσµικές παρεκτροπές όπως αυτή στην πρόσφατη συζήτηση για την Προανακριτική στον ΟΠΕΚΕΠΕ θα αποτελέσουν ταφόπλακα στην οποιαδήποτε προσπάθεια για µια νέα αυτοδυναµία ή µια πρωτιά που θα δώσει στη Ν∆ και τον Κυριάκο Μητσοτάκη την πρωτοβουλία των κινήσεων (και όχι µια αναιµική που θα οδηγήσει µε µαθηµατική ακρίβεια σε ιταλοποίηση της πολιτική ζωής). Αυτός είναι και ο τρίτος πυλώνας στον οποίο θα πρέπει να επικεντρωθούν οι κυβερνώντες. Τα έχουµε ξαναπεί. Τέτοιου είδους πρακτικές διώχνουν το κέντρο και πληγώνουν τον νεοδηµοκράτη στον ίδιο τον πυρήνα της περηφάνιας για την ιστορία της παράταξης, την οποία ίδρυσε ο Κωνσταντίνος Καραµανλής.
Το άλλο µεγάλο στοίχηµα έτσι όπως έχουν έρθει τα πράγµατα και το οποίο αγγίζει άµεσα την ίδια τη συνοχή της κυβερνητικής πλειοψηφίας είναι τα εθνικά θέµατα και το Μεταναστευτικό µε φόντο την κρίσιµη γεωστρατηγική συγκυρία στην ευρύτερη γειτονιά µας και συνολικά στον πλανήτη. Εκτός από την ανάγκη να σταµατήσουν οι διαρροές στους σχηµατισµούς που δραστηριοποιούνται δεξιότερα του κυβερνώντος κόµµατος, ήρθε στην εξίσωση η έντονη σχετική κριτική που ασκείται σταθερά από τους Αντώνη Σαµαρά και Κώστα Καραµανλή που περιέπλεξε τα πράγµατα και µέσα σ’ αυτό το καθεστώς της κυβερνητικής φθοράς λειτούργησε ιδιαίτερα αρνητικά στο εσωκοµµατικό σκηνικό. Όλα αυτά αποκτούν ακόµη µεγαλύτερες διαστάσεις αν αναλογιστεί κανείς την περιρρέουσα ατµόσφαιρα περί ίδρυσης κόµµατος από τον Αντώνη Σαµαρά.
Ως εκ τούτου, και όπως έχουν έρθει τα πράγµατα, η διατήρηση της οµαλότητας στους κόλπους της κυβέρνησης ισοδυναµεί µε την αντίστοιχη συνθήκη για την ίδια τη χώρα. Άλλωστε, η πολυαναµενόµενη εµφάνιση Τσίπρα εν είδει πιθανής δύναµης εξόδου της κεντροαριστεράς από το σηµερινό αδιέξοδο και της σταδιακής ανάδειξης ενός θεσµικού αντίβαρου στη «γαλάζια» κυριαρχία, έστω και µε φθαρµένα υλικά, µέχρι στιγµής στερούνται ουσίας, πειστικού λόγου και άρα κοινωνικής αποδοχής.
Στον αντίποδα, η κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός παρά την εξάντληση ενός µεγάλου µέρους του πολιτικού τους κεφαλαίου που πνίγηκε στην αποκάλυψη των γνωστών σκανδαλωδών υποθέσεων, των λάθος χειρισµών και του εφησυχασµού, είναι ακόµη ταυτόσηµες έννοιες µε τη σταθερότητα και την αποφυγή περιπετειών σ’ ένα σηµαντικό κοµµάτι των Ελλήνων πολιτών, το οποίο µπορεί να γίνει µεγαλύτερο την ώρα των εκλογών, όταν και θα φανεί πόσα απίδια πιάνει ο σάκος. Αυτή θα πρέπει να είναι η βάση της ανάκαµψης όχι µε επικοινωνιακούς όρους, αλλά µε πολιτικό υπόβαθρο και ουσιαστικό αποτέλεσµα. Αλλιώς παραµονεύουν, έστω κι αν φαίνονται µακρινές σε αυτήν τη φάση, οι µνήµες του της πρωτιάς µε 19% του 2012 µε ό,τι αυτό συνεπάγεται για την παράταξη και την Ελλάδα...
Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή
Διαβάστε: Σε ρυθμό περιοδειών ξανά ο Μητσοτάκης: Συνάντηση με πολίτες στο Χαϊδάρι
Από κει και πέρα θα σχολιάσουµε τις επόµενες ηµέρες τα ευρήµατα των δηµοσκοπήσεων για την αρχική επίδραση των πρωθυπουργικών ανακοινώσεων του Σαββάτου και θα πάµε γι’ άλλα. Τα πιο δύσκολα και ταυτόχρονα τα πιο σηµαντικά για την κυβερνώσα παράταξη και για τη χώρα. Ένα από τα βασικά µέτωπα και ζητούµενα τα αναφέραµε παραπάνω. Η ακρίβεια και το γενικότερο κόστος ζωής, αλλά και οι αποτελεσµατικές πολιτικές για την αποκατάσταση των αδικιών στις τάξεις κοινωνικών οµάδων που δεν άκουσαν τίποτα για την περίπτωσή τους (ελεύθεροι επαγγελµατίες και άλλες κατηγορίες) είναι τα δύο στοιχεία τα οποία θα διαµορφώσουν τις ισορροπίες προς τις κάλπες και υπό συνθήκες θα µπορούσαν να καλύψουν τη ζηµιά από την υπόθεση των Τεµπών ή το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Αν βεβαίως γίνουν αυτά που πρέπει κυρίως στο πεδίο της διαχείρισης.
Ποιες θα είναι αυτές οι προϋποθέσεις, πέραν της λήψης των κατάλληλων µέτρων και της επίδειξης άµεσων ανακλαστικών ως προς την ουσία των όποιων παρεµβάσεων; Αφενός η γενναία και ειλικρινής αντιµετώπιση από την πλευρά των αποκαλύψεων των νέων δεδοµένων που θα βγουν οσονούπω στην επιφάνεια και αφετέρου η δηµιουργία µιας συλλογικής πεποίθησης ότι η παρούσα διακυβέρνηση έµαθε από τα λάθη της, ενώ ο ιός της αλαζονείας του 41% που οδήγησε σε διαδοχικές γκάφες και αστοχίες ορισµένους κορυφαίους υπουργούς (κάποιοι εκ των οποίων παραµένουν παρεµπιπτόντως αµετανόητοι στις θέσεις τους) αν µη τι άλλο δείχνει λιγότερο ισχυρός σε συµπτώµατα. Καταστάσεις όπως αυτές που περιγράφονται ή θεσµικές παρεκτροπές όπως αυτή στην πρόσφατη συζήτηση για την Προανακριτική στον ΟΠΕΚΕΠΕ θα αποτελέσουν ταφόπλακα στην οποιαδήποτε προσπάθεια για µια νέα αυτοδυναµία ή µια πρωτιά που θα δώσει στη Ν∆ και τον Κυριάκο Μητσοτάκη την πρωτοβουλία των κινήσεων (και όχι µια αναιµική που θα οδηγήσει µε µαθηµατική ακρίβεια σε ιταλοποίηση της πολιτική ζωής). Αυτός είναι και ο τρίτος πυλώνας στον οποίο θα πρέπει να επικεντρωθούν οι κυβερνώντες. Τα έχουµε ξαναπεί. Τέτοιου είδους πρακτικές διώχνουν το κέντρο και πληγώνουν τον νεοδηµοκράτη στον ίδιο τον πυρήνα της περηφάνιας για την ιστορία της παράταξης, την οποία ίδρυσε ο Κωνσταντίνος Καραµανλής.
Το άλλο µεγάλο στοίχηµα έτσι όπως έχουν έρθει τα πράγµατα και το οποίο αγγίζει άµεσα την ίδια τη συνοχή της κυβερνητικής πλειοψηφίας είναι τα εθνικά θέµατα και το Μεταναστευτικό µε φόντο την κρίσιµη γεωστρατηγική συγκυρία στην ευρύτερη γειτονιά µας και συνολικά στον πλανήτη. Εκτός από την ανάγκη να σταµατήσουν οι διαρροές στους σχηµατισµούς που δραστηριοποιούνται δεξιότερα του κυβερνώντος κόµµατος, ήρθε στην εξίσωση η έντονη σχετική κριτική που ασκείται σταθερά από τους Αντώνη Σαµαρά και Κώστα Καραµανλή που περιέπλεξε τα πράγµατα και µέσα σ’ αυτό το καθεστώς της κυβερνητικής φθοράς λειτούργησε ιδιαίτερα αρνητικά στο εσωκοµµατικό σκηνικό. Όλα αυτά αποκτούν ακόµη µεγαλύτερες διαστάσεις αν αναλογιστεί κανείς την περιρρέουσα ατµόσφαιρα περί ίδρυσης κόµµατος από τον Αντώνη Σαµαρά.
Ως εκ τούτου, και όπως έχουν έρθει τα πράγµατα, η διατήρηση της οµαλότητας στους κόλπους της κυβέρνησης ισοδυναµεί µε την αντίστοιχη συνθήκη για την ίδια τη χώρα. Άλλωστε, η πολυαναµενόµενη εµφάνιση Τσίπρα εν είδει πιθανής δύναµης εξόδου της κεντροαριστεράς από το σηµερινό αδιέξοδο και της σταδιακής ανάδειξης ενός θεσµικού αντίβαρου στη «γαλάζια» κυριαρχία, έστω και µε φθαρµένα υλικά, µέχρι στιγµής στερούνται ουσίας, πειστικού λόγου και άρα κοινωνικής αποδοχής.
Στον αντίποδα, η κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός παρά την εξάντληση ενός µεγάλου µέρους του πολιτικού τους κεφαλαίου που πνίγηκε στην αποκάλυψη των γνωστών σκανδαλωδών υποθέσεων, των λάθος χειρισµών και του εφησυχασµού, είναι ακόµη ταυτόσηµες έννοιες µε τη σταθερότητα και την αποφυγή περιπετειών σ’ ένα σηµαντικό κοµµάτι των Ελλήνων πολιτών, το οποίο µπορεί να γίνει µεγαλύτερο την ώρα των εκλογών, όταν και θα φανεί πόσα απίδια πιάνει ο σάκος. Αυτή θα πρέπει να είναι η βάση της ανάκαµψης όχι µε επικοινωνιακούς όρους, αλλά µε πολιτικό υπόβαθρο και ουσιαστικό αποτέλεσµα. Αλλιώς παραµονεύουν, έστω κι αν φαίνονται µακρινές σε αυτήν τη φάση, οι µνήµες του της πρωτιάς µε 19% του 2012 µε ό,τι αυτό συνεπάγεται για την παράταξη και την Ελλάδα...
Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή