Quo vadis Ευρώπη;
Πού πηγαίνεις Ευρώπη;
Στις 25 Μαρτίου 1957 οι «πατέρες» της ευρωπαϊκής ιδέας (Γερμανία, Βέλγιο, Γαλλία, Ιταλία, Λουξεμβούργο και Ολλανδία) υπέγραψαν στη Ρώμη τις συνθήκες που δημιουργούσαν την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (Ευρατόμ).
Την ημέρα εκείνη, έγινε το πρώτο και πιο καθοριστικό βήμα προς την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, εμπνευσμένο από ένα όραμα κοινού μέλλοντος.
Με την πράξη αυτή οι χώρες της Ευρώπης επέλεξαν να επιλύουν τις διαφορές τους γύρω από ένα τραπέζι διαπραγματεύσεων και όχι στα πεδία της μάχης.
Σήμερα, 60 χρόνια μετά, τα φετινά γενέθλια της Ευρώπης εορτάζονται σε κλίμα έντονου ευρωσκεπτικισμού, με την Ευρωπαϊκή Ένωση να προβληματίζεται έντονα σχετικά με την πορεία της τα τελευταία χρόνια και να καλείται να αδράξει την ευκαιρία προς το αύριο.
Ουσιαστικά, το δίλημμα που καλούμαστε να απαντήσουμε οι χώρες-μέλη είναι το κατά πόσο έχουμε την ικανότητα αλλά και τις αντοχές να αντιμετωπίσουμε σθεναρά και αποτελεσματικά τη ραγδαία άνοδο του λαϊκισμού, υπενθυμίζοντας παράλληλα στους εαυτούς μας τους αυθεντικούς σκοπούς της ευρωπαϊκής ενοποίησης που δεν είναι άλλοι από τη δημοκρατία, την ελευθερία, την ισοτιμία, την ειρήνη και την αλληλεγγύη.
Ιδέες, δηλαδή, που «γέννησε» η Ευρώπη και είναι η μόνη που μπορεί να τις αναθεωρήσει προς το καλύτερο. Αντίθετα φαινόμενα απομονωτισμού, τάσεις τοπογραφικού ρατσισμού ή προτάσεις για μια Ευρώπη πολλών ταχυτήτων και διαφορετικών βηματισμών, που καταγράφονται τους τελευταίους μήνες, είναι ιστορικά ξεπερασμένα στάδια πολιτικής δράσης.
Όσοι τα επεξεργάζονται λησμονούν ότι η Ευρώπη δεν αποτελείται από ισολογισμούς, αλλά από ανθρώπους. Ξεχνούν ότι η ευημερία της ως θετική παγκόσμια δύναμη εξαρτάται από τον ανοικτό της χαρακτήρα και τους ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των εταίρων, ενώ παραβλέπουν εσκεμμένα τη θετική συμβολή του ευρωπαϊκού οικοδομήματος στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των Ευρωπαίων πολιτών αυτές τις έξι δεκαετίες.
Κατά την προσωπική μου άποψη, η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να συνειδητοποιήσει σήμερα κάτι θεμελιώδες. Πως ο μόνος δρόμος φυγής προς τα εμπρός είναι να χαράξει έγκαιρα πολιτικές τόνωσης της ανθρωποκεντρικής της συνείδησης, βασιζόμενη σε τέσσερις άξονες:
Α) αναπτύσσοντας την κοινωνική της διάσταση,
Β) τιθασεύοντας την παγκοσμιοποίηση που τείνει να γίνει ανεξέλεγκτη,
Γ) διαμορφώνοντας συνθήκες ασφάλειας στα σύνορά της και
Δ) συζητώντας με ειλικρίνεια και χωρίς ρεβανσισμούς για το μέλλον των οικονομικών της.
Η διαμόρφωση μιας ισχυρότερης κοινής πορείας σε επίπεδο κρατών-μελών πρέπει να γίνει με υπερηφάνεια για το παρελθόν και ελπίδα για το μέλλον.
Προσωπικά με γοητεύει η Ευρώπη που προστατεύει τα μέλη της, ισχυροποιείται και αμύνεται, που διαμορφώνει στενές ζώνες συνεργασίας επ’ωφελεία όλων των λαών της και όχι εκείνη που υψώνει ξανά τείχη, των πολλών ταχυτήτων και της εξυπηρέτησης των συμφερόντων των λίγων και ισχυρών.
Για αυτό και τάσσομαι υπέρ του πέμπτου σεναρίου από όσα παρουσίασε ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ αναφορικά με τη «Λευκή Βίβλο» για το μέλλον της Ευρώπης των «27», σύμφωνα με το οποίο «κάνουμε μαζί πολύ περισσότερα».
Πιστεύω ακράδαντα ότι τα κράτη-μέλη πρέπει να μοιραστούμε περισσότερες αρμοδιότητες, πόρους και διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε όλους τους τομείς, με απώτερο σκοπό να διεκδικήσουμε το κοινό μέλλον που μας αναλογεί.
Όλοι μαζί, όπως κάνουμε επί 60 χρόνια. Αυτός πρέπει να είναι και ο εθνικός μας προσανατολισμός, διότι όπως η Ελλάδα δεν νοείται εκτός Ευρώπης, έτσι και η Ευρώπη δεν νοείται χωρίς το 10 μέλος της, την Ελλάδα. Με λίγα λόγια συντάσσομαι με την Ευρώπη που αγωνίζεται να παραμείνει παγκόσμιος πόλος σταθερότητας και ανάπτυξης. Ας διατηρήσουμε, λοιπόν, τα επιτεύγματά μας ως Ευρωπαίοι και ας θυμηθούμε ξανά πως ξεκίνησε αυτό το κοινό ταξίδι στις 25 Μαρτίου του 1957, με σεβασμό στο πνεύμα, τις διαχρονικές αξίες, τις ιδέες και τις αρχές των οραματιστών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Γιατί, όπως τόνισε και ο Εθνάρχης Κωνσταντίνος Καραμανλής, στην ιστορική ομιλία του, στις 28 Μαΐου 1979, κατά την είσοδο της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ: «Βρισκόμαστε στο σημείο που δεν έχει επιστροφή. Χρειάστηκε πολύ αίμα και πολύς χρόνος για να συνειδητοποιήσουν οι Ευρωπαίοι την ταυτότητά τους, τις κοινές ρίζες τους και την κοινή τους αποστολή».