Μεγάλη Παρασκευή ψήνουν αρνιά και επιδεικτικά τρώνε κρέας. Την Πρωτοχρονιά αρνούνται τον Αϊ-Βασίλη και κοροϊδεύουν όσους µεγαλώνουν τα παιδιά τους µε... «µύθους».

Χριστούγεννα βάζουν βόµβες σε εκκλησία του κέντρου της Αθήνας.

∆εν έχω αποδείξεις ότι είναι οι ίδιοι, αλλά οι επιθέσεις στο θρησκευτικό συναίσθηµα, µάλιστα της χριστιανικής θρησκείας, που διδάσκει την Αγάπη, δεν είναι καθόλου καλό δείγµα. Είναι, δε, απόδειξη ότι η τροµοκρατία δεν εξολοθρεύτηκε πλήρως, αφού, όπως φαίνεται, οι νέες γενιές τροµοκρατών εµπνέονται από τους παλαιότερους, και δη εκείνους της «17 Νοέµβρη», και προσπαθούν να συνεχίσουν το «έργο» τους.

Συναφής η είδηση των ηµερών πως ο ∆ηµήτρης Κουφοντίνας ξαναπαίρνει άδεια Πρωτοχρονιάς για να υποδεχθεί τον νέο χρόνο στο σπίτι του, µε την οικογένειά του. Σε λίγο καιρό, βέβαια, έτσι όπως πάµε, είδηση δεν θα είναι οι ηµέρες αδείας του Κουφοντίνα, αλλά οι ηµέρες παραµονής του στη φυλακή. Και, εάν είχε µετανοήσει για τις πράξεις του και ζητούσε εµπράκτως συγγνώµη από την κοινωνία και τις οικογένειες των θυµάτων του, από τις οποίες στέρησε δεκάδες ευτυχισµένες Πρωτοχρονιές, τότε θα µπορούσε να πει κανείς πως δεν είναι παράλογο να δείξει η δηµοκρατία και η Πολιτεία το ανθρώπινό της πρόσωπο. Τώρα το δείχνει χωρίς ανταπόκριση, χωρίς τη στοιχειώδη µεταµέλεια από τη πλευρά του θύτη και µάλλον ενισχύοντας τις βλέψεις των µελλοντικών Κουφοντίνων...

Η τροµοκρατία δεν είναι φαινόµενο του καιρού µας µόνον. Η τυφλή βία γεννήθηκε στην Ευρώπη πολλούς αιώνες πριν. Ηταν βία των ισχυρών γαιοκτηµόνων, των µισθοφορικών στρατών και της βασιλικών αυλών. Μετά τη Γαλλική Επανάσταση το Παρίσι κατεκλύσθη από τη βία των αντιµαχόµενων δυνάµεων, πολλές εκ των οποίων είχαν συνεργαστεί κατά την επανάσταση και µετά σκοτώθηκαν µεταξύ τους.

Στον 19ο και στον 20ό αιώνα η βία πήρε χαρακτηριστικά ολοκληρωτισµού από δυνάµεις που θέλησαν να καταπατήσουν σύνορα και να κατακτήσουν εδάφη που δεν τους ανήκαν. Μετά τον ∆εύτερο Παγκόσµιο Πόλεµο η βία πήρε την µορφή της βουβής αντιπαράθεσης κάτω από το µαλακό υπογάστριο της τότε ψυχροπολεµικής περιόδου.

«Περίοπτη» θέση, όµως, στην Ιστορία διεκδικεί η αναρχοαριστερίστικη βία των τελευταίων δεκαετιών. Γερµανία, Ιταλία και Ελλάδα έζησαν εποχές που άφησαν βαθιά τα σηµάδια τους στις ψυχές των πολιτών. Πληγές που δεν θα επουλωθούν όσο η τυφλότητα των πρωταγωνιστών -τινές µόνον των οποίων είναι στην φυλακή- θα θαµπώνει νεότερες γενιές που προσπαθούν να τους µιµηθούν και να µυηθούν στην ανόητη και ατελέσφορη αλυσίδα καταστροφής των δηµοκρατικών κατακτήσεων της Πολιτείας µας.

Υπό κανονικές συνθήκες, µια αποτελεσµατική αντιµετώπιση από τις µυστικές υπηρεσίες και τις δυνάµεις καταστολής θα λειτουργούσε αποτρεπτικά στους επίδοξους συνεχιστές των έργων του Κουφοντίνα και των αδελφών Ξηρών. Οµως, όταν οι οµάδες εφόδου του κάθε «Ρουβίκωνα» ανενόχλητες µπαινοβγαίνουν στις δηµόσιες υπηρεσίες, όταν υπήρξε υπουργός αυτής της κυβέρνησης που είπε ότι πρέπει να τους αντιµετωπίζουµε σαν µωρά παιδιά, όταν δεν υπάρχει στην πράξη ενότητα των πολιτικών δυνάµεων για καταδίκη και καταστολή, τόσο το φαινόµενο της τροµοκρατίας θα επανέρχεται.

Μια τυπική ανακοίνωση καταδίκης της βίας που εκδίδουν τα γραφεία Τύπου των κοµµάτων δεν αρκεί πια. Εάν συνεχιστεί το φαινόµενο, τα αποτελέσµατά του θα τα δούµε το επόµενο καλοκαίρι στο πιο ευαίσθητο προϊόν µας, που φέρνει µεγάλα έσοδα στην Ελλάδα: τον τουρισµό. 

Ετσι όπως πάµε, φοβούµαι ότι την επόµενη φορά που θα αποφασίσουµε να εκκλησιαστούµε θα πρέπει να κάνουµε τον σταυρό µας από το σπίτι και πριν καν φτάσουµε στον ναό, για να µην πάµε αλειτούργητοι στον Αγιο Πέτρο.