Ο Αγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης λέει για τη συγχώρεση: «“Τότε προσελθών αυτώ ο Πέτρος είπε Κύριε, ποσάκις αµαρτήσει εις εµέ ο αδελφός µου και αφήσω αυτώ; Εως επτάκις; Λέγει αυτώ ο Ιησούς·ου λέγω σοι έως επτάκις, αλλά έως εβδοµηκοντάκις επτά». ∆ηλαδή, ο Ιησούς δηλώνει πως πρέπει να συ γχωρήσουµε αυτόν που θα µας ζητήσει συγγνώµη όσες φορές το κάνει, όσες φορές κι αν λαθέψει. Μέρες που είναι, η συγχώρησις βρίσκεται στο στόµα των πιστών. Εκείνος που σταυρώθηκε είπε από τον σταυρό του µαρτυρίου το «άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσι».

Οµως, οι αρχαίοι ηµών πρόγονοι, διά του Πυθαγόρα του Σαµίου, ο οποίος έζησε τον 6ο π.Χ. αιώνα, πίστευαν πως από τη στιγµή που κάποιος έχει συναίσθηση του κακού που έκαµε, από τότε αρχίζει η διαδικασία της βελτίωσής του. Αν δεν ζητήσει συγγνώµη, δηλαδή, δεν πρόκειται να αλλάξει πραγµατικά µέσα του και να αντιληφθεί το λάθος που έκανε, ουσία και όχι χάριν εντυπώσεων.

Εάν η έκφραση συγγνώµης στην καθηµερινή ζωή είναι δύσκολη, φαίνεται πως στην πολιτική είναι πολλάκις δυσκολότερη. Το πολλάκις µε γιώτα, παρότι αφορµή για το σηµερινό άρθρο είναι ο Πολάκης µε ήτα. Ητα µε ένα ταυ το όνοµά του, αλλά µε δύο ταυ η πρακτική του, αφού κάθε δήλωση του εν λόγω υπουργού προκαλεί αντάρα και οδηγεί σε ηθική ήττα την Αριστερά. Οχι, βέβαια, γιατί, κατά τη ρήση του γνωστού συνθέτη Κραουνάκη, κάποιοι τον «γουστάρουν», ούτε γιατί, κατά τη ρήση του πρωθυπουργού Τσίπρα, είναι «αψύς» ο ψηλός ο Κρητικός.

Η αγένεια και το άξεστον του ανδρός τον εισήγαγε στην κεντρική πολιτική σκηνή µε επιθέσεις στους αντιπάλους του ή όποιους εκείνος νοµίζει αντιπάλους του. Επιθέσεις χρυσαυγίτικου τύπου. Κλείστε για λίγο τα µάτια και φανταστείτε τον να είναι βουλευτής του ακροδεξιού σχήµατος το οποίο µε τις ψήφους κάποιων συµπατριωτών µας εισήλθε στη Βουλή και κατέχει ικανό αριθµό εδρών της. Νοµίζετε ότι θα δυσκολευτείτε να τον εντάξετε στις πρακτικές και την ακραία ρητορική της Χρυσής Αυγής; Μάλλον όχι.

Ηδη ξεσήκωσε αντιδράσεις και µέσα από το κόµµα του. Ο άνδρας που κάποτε ήθελε να θάψει βαθιά δηµοσιογράφους, αλλά τα έβαλε ακόµα και µε τον νεκρό δηµοσιογράφο τον οποίον όσο ζούσε δεν είχε αφήσει σε χλωρό κλαρί. Και όταν ο νεκρός δηµοσιογράφος Βασίλης Μπεσκένης δικαιώθηκε από τα δικαστήρια της χώρας, εκείνος πάλι δεν ζήτησε συγγνώµη. Ισως γιατί είναι αψύς και ψηλός και τον γουστάρουν κάποιοι. Και γουστάρει που τον γουστάρουν έτσι αψύ και αγροίκο. Με πρώτον, όπως είδαµε, τον πρωθυπουργό, ο οποίος τον στηρίζει όχι µόνο θεωρητικά, αλλά και στην πράξη.

Η συγγνώµη, λέγαµε, είναι µια δύσκολη υπόθεση. Μια δύσκολη λέξη. Ο κ. Πολάκης δεν την περιλαµβάνει στο λεξιλόγιό του, διότι γεννήθηκε µε το άστρο του ανθρώπου που έχει πάντα δίκιο. Είναι ο ίδιος εκείνος άνθρωπος που πρωτοδοκίµασε την τύχη του στην πολιτική εκλεγόµενος από τους συµπατριώτες του δήµαρχος και που υπερηφάνως βγήκε να διαλαλήσει στο πανελλήνιο ότι τηρούσε διπλά λογιστικά βιβλία στον δήµο. Είναι αυτός που παίρνει την ντουντούκα από το χέρι των συνδικαλιστών συναδέλφων του και, αφού ολοκληρώσει τον πρόχειρο δεκάρικο στα σκαλοπάτια του υπουργείου, τότε γυρίζει την πλάτη και δεν ενδιαφέρεται να ακούσει τα αντεπιχειρήµατα.

Σίγουρα έχει τηλεθέαση και «πουλάει», κατά την τηλεοπτική φρασεολογία. Ο πρωθυπουργός γνωρίζει ότι η πολιτική σκηνή έγινε εδώ και µερικά χρόνια ριάλιτι και ο ίδιος νιώθει καλά ως ο Ατζούν οικοδεσπότης αυτού του σόου. Εδώ ταιριάζει η φράση ενός άλλου φίλου του πρωθυπουργού, του κάποτε εθνικού διασκεδαστή Λάκη, ο οποίος επίσης τα είχε βάλει µε τον Σόιµπλε λόγω της αναπηρίας του. «Κι εγώ -είχε πει ο Λάκης-, εάν τα κατεβάσω στη µέση της Πλατείας Οµονοίας και χ…σω, θα έχω τηλεθέαση. Αλλά τα σκ…τά θα µείνουν εκεί και θα µυρίζουν».

Πόσο δίκιο είχε και πόσο ταιριαστό το παράδειγµα...