Αυτό, όμως που δεν δείχνει ούτε να περνά ούτε να αλλάζει είναι η προχειρότητα με την οποία η παρούσα Βουλή νομοθετεί, συζητά περί των νομοσχεδίων της, δημιουργεί ευκαιριακές συσπειρώσεις και ακόμη πιο ευκαιριακές αντισυσπειρώσεις, σύρεται σε επικοινωνιακούς αντιπερισπασμούς, διασκεδάζει τις εντυπώσεις, σκεδάζει απροετοίμαστη τις επιστημονικές απόψεις και σκεδάζεται σε ανούσιας και τεχνιτής πόλωσης παραμέτρους, αδυνατώντας (ή μη θέλοντας) να διαχωρίσει το σημαντικό από το λιγότερο σημαντικό.  

Γιατί αυτό που ουσιαστικά έπρεπε να κατοχυρωθεί, μέσα από ένα νομοσχέδιο που υποχρεούται να στοχεύει στην άρση των περιθωριοποιήσεων και των αποκλεισμών τους οποίους υφίσταται μία ευαίσθητη ομάδα συνανθρώπων μας, είναι η απρόσκοπτη έκφραση της βούλησης κάθε συμπολίτη μας, ως προς τον αυτοπροσδιορισμό του φύλου του, εντός του νομικού πλαισίου της πολιτείας. Η βούληση, όμως, για να είναι ελεύθερη στη διαμόρφωση και την εκφορά της πρέπει να προστατεύεται όχι μόνον από εξωτερικές - κοινωνικοπολιτισμικές πιέσεις, αλλά και από εσωτερικούς - ιδιοσυστασιακούς προς το βουλητικό υποκείμενο παράγοντες.  

Με απλά λόγια, θα πρέπει να εξασφαλισθεί πως η εκφραζόμενη πρόθεση φυλομετάβασης είναι το συναισθηματικό και διανοητικό προϊόν μιας εσωτερικής διαδικασίας επιλογής η οποία διαμεσολαβείται επί απουσίας μείζονος ψυχοπαθολογίας. Η εκτίμηση αυτή μπορεί να γίνει μόνον από ειδικούς, όχι ως παράγοντας ψυχιατρικοποίησης του όλου ζητήματος, αλλά ως απαραίτητη δικλίδα προστασίας της επιλογής του ατόμου. Η επιστήμη αποφαίνεται πάντοτε έχοντας ως θεμελιακό της στοιχείο τη διαρκή αμφιβολία προς τα πορίσματά της και προς τον ίδιον της τον εαυτό.

Η επιστημονική γνώση εξελίσσεται μέσα από τις άλλοτε αυτοαναιρούμενες και άλλοτε αυτοεπιβεβαιούμενες σπείρες του «ατέρμονος κοχλία» της ανθρώπινης διάνοιας. Στις αρχές της δεκαετίας του '80, για παράδειγμα, η ομοφυλοφιλία συγκαταλεγόταν στο Διαγνωστικό  Εγχειρίδιο της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας ως ψυχική πάθηση. Με το πέρασμα του χρόνου, άλλαξε το επιστημολογικό παράδειγμα, συντονιζόμενο με τις γενικότερες ηθικοκοινωνικές πολιτισμικές αναθεωρήσεις και τώρα η μόνη νοσολογική οντότητα που σχετίζεται με τον τρόπο με τον οποίο το άτομο αντιλαμβάνεται και εκφράζει το φύλο του και τους με αυτό σχετιζόμενους ρόλους και συμπεριφορές είναι η «Διαταραχή Δυσφορίας Φύλου».  

Μία διαταραχή η οποία αναφέρεται στη δυσαρμονία που βιώνει το άτομο ανάμεσα στο βιολογικό του φύλο και στον φυλετικό προσδιορισμό που το ίδιο νιώθει και αποδίδει στον εαυτό του. Θεραπευτικός μας στόχος πρέπει να είναι η ανακούφιση του ατόμου από τα αρνητικά, πιεστικά και αγχώδη βιώματα που συνεπάγεται η ως άνω εσωτερική δυσαρμονία και οι συγκρουσιακές εξωτερικεύσεις της, ενάντια στα εμπεδωμένα κοινωνικά στερεότυπα και αποκλεισμούς.  

Το ουσιώδες, εν προκειμένω, είναι η διαγνωστική εξασφάλιση της απουσίας υποστρώματος ψυχοπαθολογίας, τέτοιας υφής και σοβαρότητας ώστε να κλονίζει τη σχέση του υποκειμένου με την πραγματικότητα, επηρεάζοντας, διαστρέφοντας και θολώνοντας τη βουλητική του ικανότητα. Μία συντεταγμένη πολιτεία δεν μπορεί να κομπάζει ως προοδευτική για ένα νομοθέτημα που, αντί να διασφαλίσει πως όσες φυλομεταβάσεις λάβουν τη νομική τους υποστασιοποίηση θα είναι τουλάχιστον απαλλαγμένες απο παραληρητικές, ψευδαισθητικές, μεγαλομανιακές ή άλλες ψυχωσιόμορφες συνιστώσες, τοποθέτησε χειριστικά, στο επικοινωνιακό επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης των ημερών, μια ευαίσθητη, υποφέρουσα και διαχρονικώς υφιστάμενη πιέσεις και αποκλεισμούς κοινωνική ομάδα.  

Τα επιστημονικά δεδομένα αναφέρουν πως στους εμφανίζοντες τη «Διαταραχή Δυσφορίας Φύλου» είναι κατά πολύ συχνότερα τα συμπτώματα της κατάθλιψης, του αυτοκτονικού ιδεασμού και της χαμηλής αυτοεκτίμησης. Οι ισχυροί οικογενειακοί δεσμοί έχουν επίσης προσδιορισθεί επιστημονικά ως παράγοντες που μειώνουν τις αυτοκτονικές απόπειρες ανάμεσα στα άτομα με «Διαταραχή Δυσφορίας Φύλου».

Προτεραιότητα, λοιπόν, του εν λόγω νομοσχεδίου έπρεπε να αποτελεί η θέσμιση συγκεκριμένων διαύλων ψυχοκοινωνικής υποστήριξης των συγκεκριμένων ατόμων και των διαχρονικώς δοκιμαζόμενων οικογενειών τους, αντί για την ασθμαίνουσα -λαβούσα χώρα την τελευταία στιγμή πριν την ψήφιση- διεύρυνση των γνωμοδοτικών ιατρικών επιτροπών και με άλλες ειδικότητες και την παρελκυστική μετάθεση της ουσίας της αντιπαράθεσης στο ηλικιακό όριο. 

Αρκετοί από τους ερευνητές αναφέρουν πως οι εκδηλώνοντες Διαταραχής Δυσφορίας Φύλου υποφέρουν πολλάπλάσια λόγω του στιγματισμού και της θυματοποίησής τους, σε μια κοινωνία που αν ήταν λιγότερο επικριτική απέναντι τους θα υπέφεραν λιγότερο.  

Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ είχε αναφέρει σε μια ομιλία του στην Εθνική Ένωση για την Πρόοδο των Έγχρωμων (NAACP), τον Ιούνιο του 1956, στο Σαν Φρανσίσκο, πως «Η ιστορία έχει ακόμη μία θέση επιλογής για τους δυσπροσάρμοστους»... και όπως λέει και το γνωστό ανέκδοτο για το διάστημα, όταν επέστρεψαν από το διάστημα, ένας δημοσιογράφος ρώτησε έναν από τους αστροναύτες αν είδε τον Θεό εκεί επάνω και εκείνος του απάντησε: «Ναι, είναι μαύρη...».