Γιάννης Μινάρδος: Η ιστορία του 42χρονου που «πάλεψε» με τον καρκίνο από παιδί
Ένα 12χρονο αγόρι.
Ένα παιχνίδι της μοίρας που έμελλε να αλλάξει τα πάντα.
Ένας άνθρωπος που τελικά στάθηκε στο... ύψος του ακόμα κι όταν η ζωή του έδειξε το πιο άσχημο πρόσωπό της.
Ο Γιάννης Μινάρδος, που σε ηλικία 13 ετών διαγνώστηκε με σάρκωμα Ewing, στο αριστερό του πόδι, διηγήθηκε την ιστορία του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ το οποίο και τη μεταφέρει σήμερα, με αφορμή την παγκόσμια ημέρα για τον παιδικό καρκίνο. Οι γιατροί έδιναν στον Γιάννη αρχικά 6 μήνες ζωής. Κι όμως 30 χρόνια μετά αποδεικνύει ότι το πείσμα και η θέληση για ζωή μπορούν να αποτελέσουν τον καλύτερο σύμμαχο σε μια μάχη με έναν ισχυρό εχθρό.
Όλα ξεκίνησαν όταν ο Γιάννης διαπίστωσε μία αδυναμία στο αριστερό του πόδι. Αφού οι γονείς του τον πήγαν για εξετάσεις, οι γιατροί τούς ενημέρωσαν ότι έπασχε από καρκίνο και ότι το καλύτερο θα ήταν να εισαχθεί σε νοσοκομείο στην Αγγλία, προκειμένου να υποβληθεί στην κατάλληλη θεραπεία. Έτσι, το Νοέμβριο του 1992 ο Γιάννης μαζί με τους γονείς και την αδερφή του άφησαν πίσω τους την Ελλάδα και πήγαν στη Μεγάλη Βρετανία, προκειμένου ο 13χρονος τότε, έφηβος να λάβει την κατάλληλη φροντίδα στο νοσοκομείο Middlesex του Λονδίνου στην πτέρυγα των εφήβων. Ο Γιάννης θα έμενε εκεί για σχεδόν 5 συνεχόμενα χρόνια. Ωστόσο, ένα ακόμα τραγικό γεγονός ήρθε να κατακεραυνώσει την οικογένειά του. Ο θάνατος της μητέρας του το 1996, από καρκίνο του μαστού. Το πλήγμα ήταν αβάσταχτο, αλλά οι επεμβάσεις έπρεπε να συνεχιστούν.
Το 1997, ο χειρουργός που τον παρακολουθούσε στο νοσοκομείο στην Αγγλία πήρε μια δύσκολη απόφαση, να του πει την αλήθεια. Του αποκάλυψε ότι είχε δύο επιλογές: ή θα κρατούσε το πόδι του, το οποίο στην ουσία θα ήταν παράλυτο, ή θα έπρεπε να γίνει ακρωτηριασμός. Ο γιατρός έδωσε στον Γιάννη λίγες ημέρες περιθώριο να σκεφτεί την απόφασή του. Στα 19 του χρόνια έπρεπε να πάρει μια απόφαση που θα επηρέαζε όλη του τη ζωή. Η απόφαση τελικά ήταν η ολική εξάρθρωση μηριαίου οστού, δηλαδή η αφαίρεση του ποδιού από τη λεκάνη.
Την Παρασκευή 18 Αυγούστου του 1997 έγινε ο ακρωτηριασμός. Ωστόσο, η αγάπη του Γιάννη για τη μουσική και ιδιαίτερα για τη μέταλ σκηνή δεν τον άφησε να μείνει καθηλωμένος. Λίγες μόλις ημέρες μετά την επέμβαση, θα πραγματοποιούσε συναυλία στο Λονδίνο η μέταλ μπάντα Metallica. Με κίνητρο αυτό και τη βοήθεια του προσωπικού στο νοσοκομείο, ο Γιάννης μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο στον χώρο της συναυλίας όπου έκανε ένα όνειρό του πραγματικότητα... Να παρακολουθήσει ζωντανά τη συναυλία και να αφήσει τη μουσική να τον ταξιδέψει.
Δύο μήνες μετά, ο Γιάννης απέκτησε το πρώτο του προσθετικό μέλος. Ωστόσο, η τεχνολογία της εποχής καθιστούσε αδύνατο για αυτόν να σηκωθεί και να περπατήσει. Έπρεπε να στέκεται με πατερίτσες. Οι γιατροί στην Αγγλία τον είχαν προειδοποιήσει ότι θα έπρεπε να αλλάζει μέλος κάθε 5 χρόνια, όμως το κόστος για κάτι τέτοιο ήταν δυσβάσταχτο. Το αποτέλεσμα ήταν να αναγκαστεί να φοράει ένα προσθετικό για παραπάνω χρόνια από αυτό που του είχαν συστήσει οι γιατροί, κάτι που δυσχέραινε πολύ την καθημερινότητά του.
Τον Φεβρουάριο του 2019, ο ειδικός που παρακολουθούσε τον Γιάννη σε εταιρεία προσθετικών μελών στην Αθήνα του είπε ότι το τεχνητό του πόδι έπρεπε να αλλαχθεί άμεσα, αλλιώς κινδύνευε να προκαλέσει ζημιά και στο άλλο του πόδι. Το κόστος ενός νέου μέλους; Σχεδόν 70.000 ευρώ.
Στο σημείο αυτό, η Νίνα, η αδερφή του Γιάννη, σκέφτηκε να ξεκινήσει μια εκστρατεία, μέσω Facebook, προκειμένου να συγκεντρωθούν χρήματα για την αγορά του προσθετικού που θα του παρείχε τη δυνατότητα να έχει μια πιο «συνηθισμένη» ζωή. Συναυλίες, αθλητικοί αγώνες, εκδηλώσεις. Άνθρωποι ενδιαφέρθηκαν και συμμετείχαν. Έλληνες -και όχι μόνο- από όλο τον κόσμο έκαναν δωρεές και έτσι συγκεντρώθηκε το πολυπόθητο ποσό.
Τον Ιούλιο του 2019 ο Γιάννης κάνει πρόβα το καινούριο του προσθετικό μέλος. Έχει κατασκευαστεί στις προδιαγραφές του σώματός του. Τον Ιούλιο του 2019 ο Γιάννης κάνει τα πρώτα του βήματα, μετά από σχεδόν 30 χρόνια, χωρίς να χρειάζεται τις πατερίτσες. Ένα κύμα ευφορίας κατακλύζει τον ίδιο και τους ανθρώπους που στάθηκαν στο πλάι του σε όλο αυτόν τον δύσκολο και μακρύ αγώνα.
Φεβρουάριος του 2019, ο Γιάννης περπατάει -με τη λίγη βοήθεια μιας μαγκούρας- τους δρόμους της Αθήνας... χωρίς πατερίτσες. Ο Γιάννης κατοικεί μόνιμα στα Μέγαρα, ωστόσο επισκέπτεται την πρωτεύουσα πολύ συχνά. Η γνώμη του για την Αθήνα; Κακοφτιαγμένα πεζοδρόμια που δεν τον βοηθούν καθόλου στο να κρατάει την ισορροπία του, παρκαρισμένα αυτοκίνητα στις ράμπες για τα ΑμεΑ, ασανσέρ στο μετρό με ανθρώπους που δεν τα έχουν ανάγκη, γεμάτα λεωφορεία, όπου οι επιβάτες κοιτάζουν μόνο τον εαυτό τους, χωρίς να προσφέρεται σχεδόν κανείς να παραχωρήσει τη θέση του σε έναν συνάνθρωπό τους που όντως τη χρειάζεται.
Όμως ο Γιάννης δεν το βάζει κάτω, κοιτάει το μέλλον με αισιοδοξία παρά το γεγονός ότι η οικονομική βοήθεια που παίρνει από το κράτος είναι μόλις 325 ευρώ το μήνα. Έτσι αναγκάζεται να μένει στα Μέγαρα με τον πατέρα του, παρόλο που θα ήθελε να ζει στην Αθήνα, ώστε να μπορεί να βρει μία δουλειά που θα του παρείχε μία ζωή ανεξαρτησίας, γεμάτη ελπίδα.
Ο Γιάννης όμως δεν το βάζει κάτω. Ο Γιάννης κρατάει το κεφάλι του ψηλά και τα πόδια του στη γη. Στα 42 του χρόνια θέλει να κάνει οικογένεια και να ζήσει, ότι νόμιζαν οι γιατροί στην αρχή της διάγνωσης, πως δεν θα μπορέσει να κάνει ποτέ. Να ζήσει ό,τι ονειρεύεται ο καθένας. Μια αξιοπρεπή ζωή.
Όπου υπάρχει θέληση, υπάρχει και τρόπος.
Ένα παιχνίδι της μοίρας που έμελλε να αλλάξει τα πάντα.
Ένας άνθρωπος που τελικά στάθηκε στο... ύψος του ακόμα κι όταν η ζωή του έδειξε το πιο άσχημο πρόσωπό της.
Ο Γιάννης Μινάρδος, που σε ηλικία 13 ετών διαγνώστηκε με σάρκωμα Ewing, στο αριστερό του πόδι, διηγήθηκε την ιστορία του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ το οποίο και τη μεταφέρει σήμερα, με αφορμή την παγκόσμια ημέρα για τον παιδικό καρκίνο. Οι γιατροί έδιναν στον Γιάννη αρχικά 6 μήνες ζωής. Κι όμως 30 χρόνια μετά αποδεικνύει ότι το πείσμα και η θέληση για ζωή μπορούν να αποτελέσουν τον καλύτερο σύμμαχο σε μια μάχη με έναν ισχυρό εχθρό.
Όλα ξεκίνησαν όταν ο Γιάννης διαπίστωσε μία αδυναμία στο αριστερό του πόδι. Αφού οι γονείς του τον πήγαν για εξετάσεις, οι γιατροί τούς ενημέρωσαν ότι έπασχε από καρκίνο και ότι το καλύτερο θα ήταν να εισαχθεί σε νοσοκομείο στην Αγγλία, προκειμένου να υποβληθεί στην κατάλληλη θεραπεία. Έτσι, το Νοέμβριο του 1992 ο Γιάννης μαζί με τους γονείς και την αδερφή του άφησαν πίσω τους την Ελλάδα και πήγαν στη Μεγάλη Βρετανία, προκειμένου ο 13χρονος τότε, έφηβος να λάβει την κατάλληλη φροντίδα στο νοσοκομείο Middlesex του Λονδίνου στην πτέρυγα των εφήβων. Ο Γιάννης θα έμενε εκεί για σχεδόν 5 συνεχόμενα χρόνια. Ωστόσο, ένα ακόμα τραγικό γεγονός ήρθε να κατακεραυνώσει την οικογένειά του. Ο θάνατος της μητέρας του το 1996, από καρκίνο του μαστού. Το πλήγμα ήταν αβάσταχτο, αλλά οι επεμβάσεις έπρεπε να συνεχιστούν.
Το 1997, ο χειρουργός που τον παρακολουθούσε στο νοσοκομείο στην Αγγλία πήρε μια δύσκολη απόφαση, να του πει την αλήθεια. Του αποκάλυψε ότι είχε δύο επιλογές: ή θα κρατούσε το πόδι του, το οποίο στην ουσία θα ήταν παράλυτο, ή θα έπρεπε να γίνει ακρωτηριασμός. Ο γιατρός έδωσε στον Γιάννη λίγες ημέρες περιθώριο να σκεφτεί την απόφασή του. Στα 19 του χρόνια έπρεπε να πάρει μια απόφαση που θα επηρέαζε όλη του τη ζωή. Η απόφαση τελικά ήταν η ολική εξάρθρωση μηριαίου οστού, δηλαδή η αφαίρεση του ποδιού από τη λεκάνη.
Την Παρασκευή 18 Αυγούστου του 1997 έγινε ο ακρωτηριασμός. Ωστόσο, η αγάπη του Γιάννη για τη μουσική και ιδιαίτερα για τη μέταλ σκηνή δεν τον άφησε να μείνει καθηλωμένος. Λίγες μόλις ημέρες μετά την επέμβαση, θα πραγματοποιούσε συναυλία στο Λονδίνο η μέταλ μπάντα Metallica. Με κίνητρο αυτό και τη βοήθεια του προσωπικού στο νοσοκομείο, ο Γιάννης μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο στον χώρο της συναυλίας όπου έκανε ένα όνειρό του πραγματικότητα... Να παρακολουθήσει ζωντανά τη συναυλία και να αφήσει τη μουσική να τον ταξιδέψει.
Δύο μήνες μετά, ο Γιάννης απέκτησε το πρώτο του προσθετικό μέλος. Ωστόσο, η τεχνολογία της εποχής καθιστούσε αδύνατο για αυτόν να σηκωθεί και να περπατήσει. Έπρεπε να στέκεται με πατερίτσες. Οι γιατροί στην Αγγλία τον είχαν προειδοποιήσει ότι θα έπρεπε να αλλάζει μέλος κάθε 5 χρόνια, όμως το κόστος για κάτι τέτοιο ήταν δυσβάσταχτο. Το αποτέλεσμα ήταν να αναγκαστεί να φοράει ένα προσθετικό για παραπάνω χρόνια από αυτό που του είχαν συστήσει οι γιατροί, κάτι που δυσχέραινε πολύ την καθημερινότητά του.
Τον Φεβρουάριο του 2019, ο ειδικός που παρακολουθούσε τον Γιάννη σε εταιρεία προσθετικών μελών στην Αθήνα του είπε ότι το τεχνητό του πόδι έπρεπε να αλλαχθεί άμεσα, αλλιώς κινδύνευε να προκαλέσει ζημιά και στο άλλο του πόδι. Το κόστος ενός νέου μέλους; Σχεδόν 70.000 ευρώ.
Στο σημείο αυτό, η Νίνα, η αδερφή του Γιάννη, σκέφτηκε να ξεκινήσει μια εκστρατεία, μέσω Facebook, προκειμένου να συγκεντρωθούν χρήματα για την αγορά του προσθετικού που θα του παρείχε τη δυνατότητα να έχει μια πιο «συνηθισμένη» ζωή. Συναυλίες, αθλητικοί αγώνες, εκδηλώσεις. Άνθρωποι ενδιαφέρθηκαν και συμμετείχαν. Έλληνες -και όχι μόνο- από όλο τον κόσμο έκαναν δωρεές και έτσι συγκεντρώθηκε το πολυπόθητο ποσό.
Τον Ιούλιο του 2019 ο Γιάννης κάνει πρόβα το καινούριο του προσθετικό μέλος. Έχει κατασκευαστεί στις προδιαγραφές του σώματός του. Τον Ιούλιο του 2019 ο Γιάννης κάνει τα πρώτα του βήματα, μετά από σχεδόν 30 χρόνια, χωρίς να χρειάζεται τις πατερίτσες. Ένα κύμα ευφορίας κατακλύζει τον ίδιο και τους ανθρώπους που στάθηκαν στο πλάι του σε όλο αυτόν τον δύσκολο και μακρύ αγώνα.
Φεβρουάριος του 2019, ο Γιάννης περπατάει -με τη λίγη βοήθεια μιας μαγκούρας- τους δρόμους της Αθήνας... χωρίς πατερίτσες. Ο Γιάννης κατοικεί μόνιμα στα Μέγαρα, ωστόσο επισκέπτεται την πρωτεύουσα πολύ συχνά. Η γνώμη του για την Αθήνα; Κακοφτιαγμένα πεζοδρόμια που δεν τον βοηθούν καθόλου στο να κρατάει την ισορροπία του, παρκαρισμένα αυτοκίνητα στις ράμπες για τα ΑμεΑ, ασανσέρ στο μετρό με ανθρώπους που δεν τα έχουν ανάγκη, γεμάτα λεωφορεία, όπου οι επιβάτες κοιτάζουν μόνο τον εαυτό τους, χωρίς να προσφέρεται σχεδόν κανείς να παραχωρήσει τη θέση του σε έναν συνάνθρωπό τους που όντως τη χρειάζεται.
Όμως ο Γιάννης δεν το βάζει κάτω, κοιτάει το μέλλον με αισιοδοξία παρά το γεγονός ότι η οικονομική βοήθεια που παίρνει από το κράτος είναι μόλις 325 ευρώ το μήνα. Έτσι αναγκάζεται να μένει στα Μέγαρα με τον πατέρα του, παρόλο που θα ήθελε να ζει στην Αθήνα, ώστε να μπορεί να βρει μία δουλειά που θα του παρείχε μία ζωή ανεξαρτησίας, γεμάτη ελπίδα.
Ο Γιάννης όμως δεν το βάζει κάτω. Ο Γιάννης κρατάει το κεφάλι του ψηλά και τα πόδια του στη γη. Στα 42 του χρόνια θέλει να κάνει οικογένεια και να ζήσει, ότι νόμιζαν οι γιατροί στην αρχή της διάγνωσης, πως δεν θα μπορέσει να κάνει ποτέ. Να ζήσει ό,τι ονειρεύεται ο καθένας. Μια αξιοπρεπή ζωή.
Όπου υπάρχει θέληση, υπάρχει και τρόπος.