Η εντυπωσιακή διαδρομή της κατασκευαστικής CCC με το χαμηλό προφίλ και τις υψηλές διασυνδέσεις
CCC: Κολοσσός με έδρα το Μαρούσι
Η ιστορία της CCC ξεκινά το 1952, όταν τρεις μηχανικοί παλαιστινιακής καταγωγής, οι Καμέλ Αμπντούλ Ραχμάν, Χασίμπ Σαμπάγ και Σαΐντ Χούρι, ενώνουν τις δυνάμεις τους για να ιδρύσουν μία από τις πρώτες αραβικές κατασκευαστικές εταιρείες. Στην είσοδο των κεντρικών γραφείων της εταιρείας στο Μαρούσι, ο επισκέπτης συναντά μέχρι και σήμερα την ασπρόμαυρη φωτογραφία εκείνης της εποχής, που απεικονίζει τα ξαδέρφια Σαμπάγ και Χούρι στην έρημο της Υεμένης, όπου η CCC ανέλαβε το πρώτο μεγάλο έργο της, την κατασκευή ενός διυλιστηρίου για λογαριασμό της AngloIranian Oil Company, της εταιρείας που σήμερα είναι γνωστή ως BP. Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο καθολικός Σαμπάγ και ο χριστιανός ορθόδοξος Χούρι μετέτρεψαν τη CCC στον μεγαλύτερο κατασκευαστικό όμιλο της Μέσης Ανατολής. Λέγεται ότι ένα καθοριστικό σημείο καμπής για την εταιρεία υπήρξε η γνωριμία του Σαμπάγ με τον Στίβεν Μπέχτελ, γιο του ιδρυτή της αμερικανικής Bechtel. Αυτός ο γίγαντας της μηχανικής είχε υπογράψει συμβόλαια με την Iraq Petroleum Company, για να κατασκευάσει δύο μεγάλους αγωγούς πετρελαίου, και κάπως έτσι ανέθεσε στον Σαμπάγ να χτίσει τους κοιτώνες για τους εργάτες. Αυτό το έργο εγκαινίασε μια συνεργασία που συνεχίστηκε σε δεκάδες projects, καθώς CCC και Bechtel έχουν δουλέψει μαζί στην Υεμένη, τη Σαουδική Αραβία, τη Λιβύη, το Κουβέιτ και το Αμπου Ντάμπι.
ΠΑΛΑΤΙΑ
Τις τελευταίες επτά δεκαετίες η CCC έχει χτίσει τα πάντα. Από τις φυλακές του Αμπού Γκράιμπ στο Ιράκ (που ολοκληρώθηκαν το 1969, πριν από την άνοδο του Σαντάμ Χουσεΐν στην εξουσία) έως το Εθνικό Αεροδρόμιο «Ρόναλντ Ρίγκαν» της Ουάσινγκτον. Η CCC έχει χτίσει παλάτια στη Μέση Ανατολή, αεροδρόμια και ξενοδοχεία μέσα και έξω από τον αραβικό κόσμο, το «Dubai Mall» (που θεωρείται το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο στον κόσμο), την Οπερα του Ντουμπάι, το μετρό του Ριάντ και πολλά ακόμα. Την ίδια στιγμή, έχει εκμεταλλευτεί το πετρελαϊκό «μπουμ» στις χώρες του Κόλπου, παρέχοντας υπηρεσίες σε εταιρείες του τομέα πετρελαίου και φυσικού αερίου και κατασκευάζοντας, μεταξύ άλλων, ένα πετρελαϊκό τέρμιναλ στο Αζερμπαϊτζάν, έναν αγωγό καυσίμων στη Γεωργία και ένα εργοστάσιο ηλεκτρισμού στο Καζακστάν. Σήμερα, η CCC δραστηριοποιείται σε περισσότερες από 40 χώρες, απασχολεί πάνω από 100.000 άτομα και παράγει τζίρο περίπου 7 δισ. δολαρίων τον χρόνο.
Πώς βρέθηκε, όμως, μία από τις μεγαλύτερες κατασκευαστικές εταιρείες του κόσμου στο Μαρούσι; Ο εμφύλιος πόλεμος που ξεσπά στον Λίβανο το 1975 αναγκάζει την εταιρεία να μεταφέρει την έδρα της από τη Βηρυτό. Η ιστορία λέει ότι ο ίδιος ο Γιασέρ Αραφάτ, που υπήρξε προσωπικός φίλος των δύο «πατριαρχών» της CCC, τους παρότρυνε να επιλέξουν την Αθήνα, σε μια περίοδο που όλες οι μεγαλουπόλεις της Μέσης Ανατολής «πολιορκούσαν» αυτόν τον γίγαντα των κατασκευών. Στα χρόνια που ακολούθησαν, η CCC ουδέποτε διεκδίκησε έργα στην Ελλάδα, όχι μόνο γιατί αυτό προβλέπει το ειδικό νομικό και φορολογικό καθεστώς στο οποίο υπάγεται, αλλά και γιατί δεν ήθελε -και δεν χρειαζόταν- να μπει σε ανταγωνισμό με τις ελληνικές επιχειρήσεις.
Ανέπτυξε, ωστόσο, ισχυρούς δεσμούς με τη χώρα και τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Όπως με τον Ανδρέα Παπανδρέου, τον οποίο ο Χασίμπ Σαμπάγ γνώριζε από τα καλοκαίρια που περνούσε μαζί με την οικογένειά του στον Αστέρα Βουλιαγμένης. Ο επιχειρηματίας ήταν, μάλιστα, ανάμεσα σε εκείνους που έπεισαν τον τότε πρωθυπουργό να υποδεχθεί στην Αθήνα τον Αραφάτ, όταν ο Παλαιστίνιος ηγέτης εγκατέλειψε τη Βηρυτό, όπως αποκάλυψε σε συνέντευξή του ο γιος του.
ΚΡΙΚΟΣ
Αλλά και αργότερα, οι δύο «πατριάρχες» της CCC λειτούργησαν ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην Ελλάδα και τον αραβικό κόσμο, ανοίγοντας δρόμους στις ελληνικές κυβερνήσεις για την προσέλκυση επενδύσεων αλλά και στις ελληνικές επιχειρήσεις, για τη διεκδίκηση έργων στο εξωτερικό. Οι δυο τους, άλλωστε, έχαιραν μεγάλης εκτίμησης στον αραβικό κόσμο, διατηρούσαν άριστες σχέσεις με όλους τους ηγέτες της Μέσης Ανατολής και υπήρξαν συνομιλητές των Αμερικανών προέδρων Κάρτερ, Κλίντον και Μπους.
Ο Χασίμπ Σαμπάγ απεβίωσε το 2010, σε ηλικία 90 ετών, με τα δημοσιεύματα της εποχής να τον περιγράφουν ως έναν μεγάλο υποστηρικτή του παλαιστινιακού σκοπού, που δούλεψε για την ειρήνευση στην περιοχή. Ο πρώην πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζίμι Κάρτερ, τον έχει περιγράψει ως έναν από τους πρώτους και ισχυρότερους συμμάχους του στην επιδίωξη της ειρήνης στη Μέση Ανατολή. Ο Σαΐντ Χούρι πέθανε το 2014, έχοντας αφιερωθεί τα τελευταία χρόνια της ζωής του στη στήριξη παλαιστινιακών σκοπών και κυρίως στην ενίσχυση της Βηθλεέμ.
Σήμερα, τα ηνία της CCC έχουν περάσει στη δεύτερη γενιά, καθώς στο Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας συμμετέχουν οι Βαέλ, Ταουφίκ και Σαμέρ Χούρι, καθώς και ο Σουχεΐλ Σαμπάγ. Οι δύο οικογένειες θεωρούν την Ελλάδα δεύτερο σπίτι τους και, παρότι κινούνται ανάμεσα στην αθηναϊκή ελίτ, φροντίζουν να κρατούν χαμηλούς τόνους.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» στις 11/7
ΠΑΛΑΤΙΑ
Τις τελευταίες επτά δεκαετίες η CCC έχει χτίσει τα πάντα. Από τις φυλακές του Αμπού Γκράιμπ στο Ιράκ (που ολοκληρώθηκαν το 1969, πριν από την άνοδο του Σαντάμ Χουσεΐν στην εξουσία) έως το Εθνικό Αεροδρόμιο «Ρόναλντ Ρίγκαν» της Ουάσινγκτον. Η CCC έχει χτίσει παλάτια στη Μέση Ανατολή, αεροδρόμια και ξενοδοχεία μέσα και έξω από τον αραβικό κόσμο, το «Dubai Mall» (που θεωρείται το μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο στον κόσμο), την Οπερα του Ντουμπάι, το μετρό του Ριάντ και πολλά ακόμα. Την ίδια στιγμή, έχει εκμεταλλευτεί το πετρελαϊκό «μπουμ» στις χώρες του Κόλπου, παρέχοντας υπηρεσίες σε εταιρείες του τομέα πετρελαίου και φυσικού αερίου και κατασκευάζοντας, μεταξύ άλλων, ένα πετρελαϊκό τέρμιναλ στο Αζερμπαϊτζάν, έναν αγωγό καυσίμων στη Γεωργία και ένα εργοστάσιο ηλεκτρισμού στο Καζακστάν. Σήμερα, η CCC δραστηριοποιείται σε περισσότερες από 40 χώρες, απασχολεί πάνω από 100.000 άτομα και παράγει τζίρο περίπου 7 δισ. δολαρίων τον χρόνο.
Πώς βρέθηκε, όμως, μία από τις μεγαλύτερες κατασκευαστικές εταιρείες του κόσμου στο Μαρούσι; Ο εμφύλιος πόλεμος που ξεσπά στον Λίβανο το 1975 αναγκάζει την εταιρεία να μεταφέρει την έδρα της από τη Βηρυτό. Η ιστορία λέει ότι ο ίδιος ο Γιασέρ Αραφάτ, που υπήρξε προσωπικός φίλος των δύο «πατριαρχών» της CCC, τους παρότρυνε να επιλέξουν την Αθήνα, σε μια περίοδο που όλες οι μεγαλουπόλεις της Μέσης Ανατολής «πολιορκούσαν» αυτόν τον γίγαντα των κατασκευών. Στα χρόνια που ακολούθησαν, η CCC ουδέποτε διεκδίκησε έργα στην Ελλάδα, όχι μόνο γιατί αυτό προβλέπει το ειδικό νομικό και φορολογικό καθεστώς στο οποίο υπάγεται, αλλά και γιατί δεν ήθελε -και δεν χρειαζόταν- να μπει σε ανταγωνισμό με τις ελληνικές επιχειρήσεις.
Ανέπτυξε, ωστόσο, ισχυρούς δεσμούς με τη χώρα και τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Όπως με τον Ανδρέα Παπανδρέου, τον οποίο ο Χασίμπ Σαμπάγ γνώριζε από τα καλοκαίρια που περνούσε μαζί με την οικογένειά του στον Αστέρα Βουλιαγμένης. Ο επιχειρηματίας ήταν, μάλιστα, ανάμεσα σε εκείνους που έπεισαν τον τότε πρωθυπουργό να υποδεχθεί στην Αθήνα τον Αραφάτ, όταν ο Παλαιστίνιος ηγέτης εγκατέλειψε τη Βηρυτό, όπως αποκάλυψε σε συνέντευξή του ο γιος του.
ΚΡΙΚΟΣ
Αλλά και αργότερα, οι δύο «πατριάρχες» της CCC λειτούργησαν ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην Ελλάδα και τον αραβικό κόσμο, ανοίγοντας δρόμους στις ελληνικές κυβερνήσεις για την προσέλκυση επενδύσεων αλλά και στις ελληνικές επιχειρήσεις, για τη διεκδίκηση έργων στο εξωτερικό. Οι δυο τους, άλλωστε, έχαιραν μεγάλης εκτίμησης στον αραβικό κόσμο, διατηρούσαν άριστες σχέσεις με όλους τους ηγέτες της Μέσης Ανατολής και υπήρξαν συνομιλητές των Αμερικανών προέδρων Κάρτερ, Κλίντον και Μπους.
Ο Χασίμπ Σαμπάγ απεβίωσε το 2010, σε ηλικία 90 ετών, με τα δημοσιεύματα της εποχής να τον περιγράφουν ως έναν μεγάλο υποστηρικτή του παλαιστινιακού σκοπού, που δούλεψε για την ειρήνευση στην περιοχή. Ο πρώην πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζίμι Κάρτερ, τον έχει περιγράψει ως έναν από τους πρώτους και ισχυρότερους συμμάχους του στην επιδίωξη της ειρήνης στη Μέση Ανατολή. Ο Σαΐντ Χούρι πέθανε το 2014, έχοντας αφιερωθεί τα τελευταία χρόνια της ζωής του στη στήριξη παλαιστινιακών σκοπών και κυρίως στην ενίσχυση της Βηθλεέμ.
Σήμερα, τα ηνία της CCC έχουν περάσει στη δεύτερη γενιά, καθώς στο Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας συμμετέχουν οι Βαέλ, Ταουφίκ και Σαμέρ Χούρι, καθώς και ο Σουχεΐλ Σαμπάγ. Οι δύο οικογένειες θεωρούν την Ελλάδα δεύτερο σπίτι τους και, παρότι κινούνται ανάμεσα στην αθηναϊκή ελίτ, φροντίζουν να κρατούν χαμηλούς τόνους.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» στις 11/7