Στον οπτικό ορίζοντα της Αρεόπολης, της πόλης σύμβολο της Μάνης και ιστορικής έδρας του Δήμου Ανατολικής Μάνης, ξεχωρίζει ένα πολυώροφο καμπαναριό. Είναι το εντυπωσιακό καμπαναριό του ιερού ναού των Παμμέγιστων Ταξιαρχών που χρονολογείται στο 1836 και αποτελεί σήμα κατατεθέν ολόκληρης της πόλης.

Μπροστά στην εκκλησία απλώνεται μία μικρή πλατεία με τεράστια ιστορία. Είναι η πλατεία που, όπως μας μαρτυρεί ο Ιωάννης (Γενναίος) Κολοκοτρώνης, «την 17ην Μαρτίου οι πρόκριτοι της Μάνης συνεννοήθησαν να λάβωσι τα όπλα κατά των Τούρκων».

taxuiarxes-mani-
Ο Ιερός Ναός των Ταξιαρχών στην Αρεόπολη με το εμβληματικό καμπαναριό.

Ανάμεσα στις πέτρες της πλατείας κάποιος προσεκτικός παρατηρητής θα προσέξει μία παράξενη πέτρα με τρύπα στη μέση. Είναι το «Κοτρώνι», η τρύπα που κάρφωσαν τη σημαία του Αγώνα και είναι το μοναδικό κομμάτι της πλατείας το οποίο δεν έχει υποστεί παρέμβαση εδώ και 200 χρόνια.

Σύμφωνα με τον θρύλο που εξελίχθηκε με τα χρόνια σε ιστορική πραγματικότητα από τη στιγμή που δεν υπήρξε γραπτή μαρτυρία που να διαψεύδει τα γεγονότα αυτά και από τους Μανιάτες οπλαρχηγούς δεν προέκυψαν απομνημονεύματα, στις 17 Μαρτίου 1821, υψώθηκε η σημαία της Μάνης και οι οπλαρχηγοί γονυπετείς ορκίστηκαν να αγωνιστούν για την απελευθέρωση του έθνους.

Σύμφωνα με την παράδοση οι ιερείς της εκκλησίας ευλόγησαν τη λευκή σημαία με τον γαλάζιο σταυρό στη μέση στην οποία η επάνω πλευρά έγραφε «Νίκη ή Θάνατος» και στην κάτω «ταν ή επί τας».

Το «Νίκη» αντί για «Ελευθερία» προκύπτει από το ιδιότυπο διοικητικό καθεστώς στο οποίο υπαγόταν η περιοχή της Μάνης και το «ταν ή επί τας» από την αρχαιοελληνική φράση με την οποία οι αρχαίες Σπαρτιάτισσες ξεπροβόδιζαν τους γιους τους πριν πάνε σε πόλεμο εννοώντας ότι θα τους περιμένουν ή με αυτήν (ενν. την ασπίδα) ή πάνω σε αυτήν (ενν. νεκρό).

Το καθεστώς στη Μάνη

Σημαια-Μανης-ΝΙΚΗ-η-ΘΑΝΑΤΟΣ
Η σημαία της Μάνης.

Η περιοχή της Μάνης διεπόταν από ένα ξεχωριστό διοικητικό καθεστώς. Η διοίκηση της περιοχής δεν υπαγόταν στον πασά που έστελνε η Υψηλή Πύλη με τον διακριτικό τίτλο Μόρα Βαλεσί αλλά από τον μπέη της Μάνης, τίτλος της οθωμανικής διοίκησης μία βαθμίδα κάτω από εκείνον του πασά, ο οποίος διοριζόταν απευθείας από τον αρχιναύαρχο του οθωμανικού στόλου, καπουδάν πασά, κατ’ εντολή του σουλτάνου.

Ο εκάστοτε μπέης της Μάνης είχε την υποχρέωση να αποδίδει το προκαθορισμένο ποσό σε φόρους και να εγγυάται την τήρηση της τάξης στην περιοχή. Ο μπέης της Μάνης βρισκόταν σε άμεση συνεννόηση με τους αρχηγούς των ισχυρών οικογενειών της περιοχής, με τον γενικό πληθυσμό να έχει το δικαίωμα της οπλοκατοχής και της οπλοχρησίας, κάτι που έγινε γνωστό στο ευρύ κοινό από το έθιμο του γδικιωμού (βεντέτας), του άγραφου κοινωνικού κώδικα που επίτασσε την αυτοδικία για την αποκατάσταση της οικογενειακής τιμής μέσα από ένα τελετουργικό.

Η επιλογή της Μάνης και η απόφαση του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη

Η διοικητική αυτοτέλεια της Μάνης και ο ανοιχτός δίαυλος επικοινωνίας του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη με τον Μόρα Βαλεσί, έδινε τη δυνατότητα προετοιμασίας των πολεμικών ενεργειών σε συνδυασμό με τα αξιόμαχο των Μανιατών. Στην απόφαση η επανάσταση να ξεκινήσει από τη Μάνη λόγω των παραπάνω δεδομένων κατέληξαν τόσο οι Φιλικοί όσο και οι ισχυροί πρόκριτοι της Αχαΐας. Σύμφωνα με τον Ιωάννη Φιλήμονα, οι αρχιερείς και πρόκριτοι της Αχαΐας, που είχαν συνέλθει στη Λαύρα, πρότειναν στον Πετρόμπεη «την προκαταρκτικήν κίνησιν των Λακωνικών όπλων».

283168_456951_1000_1000_inner
O Πέτρος Mαυρομιχάλης, τελευταίος μπέης της Mάνης, Αρχιστράτηγος των σπαρτιατικών δυνάμεων, Πρόεδρος της Μεσσηνιακής Γερουσίας και πρωθυπουργός της Ελλάδας από τη θέση του προέδρου του Εκτελεστικού Σώματος.

Ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης εμφανιζόταν διστακτικός για την έναρξη της επανάστασης από τη Μάνη. Ο λόγος ήταν η ανησυχία του για πιθανή πρόωρη και ασυντόνιστη έναρξη του ένοπλου αγώνα και επακόλουθη στατιωτική επέμβαση των Οθωμανών η οποία θα σήμαινε και το πρόωρο τέλος. Το παράδειγμα των Ορλωφικών μπορεί να απείχε χρονικά, ωστόσο είχε εντυπωθεί στο συλλογικό υποσυνείδητο. Τους ενδοιασμούς του είχε διατυπώσει εγγράφως στις 11 Μαρτίου προς τους Πιέρρο Γρηγοράκη και Γεωργάκη Γρηγοράκη, γιους του παλιού μπέη της Μάνης. 

Πριν την έναρξη της επανάστασης, στην Μάνη υπήρχαν δύο τάσεις. Στην Ανατολική Μάνη επικρατούσε αναβρασμός και πολεμική προετοιμασία ενώ στη Δυτική Μάνη επικρατούσε η στάση αναμονής του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη.

Ο τελευταίος μπέης της Μάνης τελικά πείστηκε μετά από συντονισμένες ενέργειες του Παπαφλέσσα.

Μετά τις 17 Μαρτίου και τον όρκο των Μανιατών, η απόφαση για την έναρξη της επανάστασης πάρθηκε στις Κιτριές με ένοπλο σώμα Μανιατών υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη κατευθύνθηκαν προς την Καλαμάτα και οι οπλαρχηγοί της Ανατολικής Μάνης υπό τους Γρηγοράκηδες προέλασαν προς τη Μονεμβασιά και το Μυστρά, όπως πιστοποιείται από επιστολή του Πρωτοσύγκελλου Γεράσιμου προς τον Παναγιώτη Κοσονάκο, όπου γνωστοποιείται η έναρξη του πολέμου και μεταφέρεται η προτροπή για τη διάδοση της είδησης. ,

Η επανάσταση πλέον ήταν γεγονός…

Ο όρκος των Μανιατών
«Ορκίζομαι,
εις το όνομα του Παντοδύναμού μας Θεού,
εις το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού
και της Αγίας Τριάδος,
να χύσω και την υστέραν ρανίδα του αίματός μου,
υπέρ πίστεως και Πατρίδος.
Ορκίζομαι,
να μη βλέψω εις τα όπισθεν
εάν δεν αποδιώξω τον εχθρόν της Πατρίδος
και της Θρησκείας μου.
Ορκίζομαι,
«Ταν ή επί Τας» και «Νίκη ή Θάνατος»
υπέρ Πίστεως και Πατρίδος»